Γράφει ο Λευτέρης Αυγενάκης *
Ύστερα από 6 μήνες μυστικής διπλωματίας, ο κ. Τσίπρας συμφώνησε με τον κ. Ζάεφ να υπογράψει μια διακρατική συμφωνία για την επίλυση της εκκρεμότητας με την γείτονα χώρα. Το έκανε, αφού περιφρόνησε τον Ελληνικό λαό και τις ευαισθησίες του. Και αφού αγνόησε προκλητικά σύσσωμη την αντιπολίτευση και τη Βουλή. Δυστυχώς, αυτό που τις τελευταίες ημέρες βαφτίζεται ως διπλωματική επιτυχία από τον Πρωθυπουργό, την Κυβέρνηση και τα γνωστά φερέφωνά της, είναι μια άκρως προβληματική συμφωνία με απαράδεκτες υποχωρήσεις.
Τόσο στο ελληνικό όσο και στο αγγλικό κείμενο από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιεί αμετάφραστο τον όρο “Severna Makedonija”, όπως ψευδώς υποστήριξε δημοσίως ο κ. Τσίπρας και δεν απαντάται πουθενά στη συμφωνία.
Είναι απολύτως ψευδές ότι η κυβέρνηση πέτυχε να δεσμεύσει τα Σκόπια με το λεγόμενο erga omnes, δηλαδή ένα όνομα για όλες τις χρήσεις και έναντι όλων. Είναι δε εντυπωσιακό ότι η κυβέρνηση προέβη στην ανήκουστη υποχώρηση να μην προσδιορίσει καν τον απώτατο χρόνο εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της ΠΓΔΜ
Η μεγάλη και
εντελώς αδικαιολόγητη υποχώρηση της κυβέρνησης, ωστόσο, αφορά την παραχώρηση
της χρήσης του επιθέτου “Μακεδονικής” για την εθνότητα και τη γλώσσα, στοιχεία
που εξ αρχής είχαμε πει ότι δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά από τους Έλληνες και
προφανώς τη ΝΔ. Αλήθεια πώς αισθάνθηκε χθες ο κ. Τσίπρας όταν άκουσε τον κ.
Ζάεφ να πανηγυρίζει επειδή η συμφωνία κατοχυρώνει την “Μακεδονική” ταυτότητα
και γλώσσα για τους συμπατριώτες του; Η εκχώρηση δήθεν “μακεδονικής γλώσσας”
και δήθεν της “μακεδονικής εθνότητας” δεν είναι αποδεκτή από τη ΝΔ. Διότι
συνιστούν τη ρίζα του αλυτρωτισμού των γειτόνων μας. Είναι αδιανόητο να
πανηγυρίζει η κυβέρνηση ως επιτυχία της ότι όλος ο κόσμος θα αποκαλεί στο εξής
“Μακεδόνες” τους γείτονες μας με την έγκριση της χώρας μας.
Άκρως προβληματικό είναι και το άρθρο 7 το οποίο αναφέρει ότι κάθε χώρα θα ερμηνεύει τον όρο Μακεδονία και Μακεδόνας κατά βούληση. Αυτό από μόνο του καθιστά εντελώς παραπλανητικό το επιχείρημα της πανηγυρίζουσας κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου ότι τάχα «παίρνουμε πίσω τη Μακεδονία και την ιστορία της». Στην πραγματικότητα η δήλωση αυτή δεν σημαίνει τίποτα, διότι στο δικό τους αφήγημα οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες και δεν είχαν καμία σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Άρα τίποτα δεν τους εμποδίζει να συνεχίσουν να διαδίδουν τα ιστορικά ψεύδη που υπερασπίζονταν μέχρι σήμερα.
Το πόσο λάθος ήταν η διπλωματική στόχευση του κ. Κοτζιά τάχα να αποσυνδέσει τον Σκοπιανό αλυτρωτισμό από την Αρχαία Μακεδονία φαίνεται και από την αποδοχή εκ μέρους της “Μακεδονίας του Ίλιντεν”. Δηλαδή της επιτομής του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού του τέλους του 19ου-αρχών 20ου αιώνα, ο οποίος εκδηλωνόταν με το σύνθημα «η Μακεδονία στους Μακεδόνες».
Το εντελώς ανήκουστο ωστόσο στη συμφωνία που απέκρυψε τις τελευταίες ώρες η κυβέρνηση είναι το εξής: Σύμφωνα με το άρθρο 8 (παρ. 5) θα συσταθεί διεπιστημονική επιτροπή η οποία θα εξετάσει τον τρόπο διδασκαλίας της Ιστορίας και των δύο χωρών, ώστε να αρθούν αλυτρωτικές αναφορές. Με άλλα λόγια η εν λόγω επιτροπή δεν θα εξετάσει μόνον τον τρόπο διδασκαλίας της ιστορίας των Σκοπίων, αλλά και της Ελλάδας.
Επισφαλής τέλος μπορεί να αποδειχθεί και η προβλεπόμενη διαδικασία πρόσκλησης των Σκοπίων για ένταξη στο ΝΑΤΟ, διότι με τον τρόπο που είναι διατυπωμένο το άρθρο 2 δεν είναι βέβαιο ότι οι όροι που θέτει η Ελλάδα θα γίνουν κατ’ ανάγκην αποδεκτοί από όλους του Συμμάχους στο ΝΑΤΟ. Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι στο κείμενο της συμφωνίας δεν υπάρχει καμία πρόνοια για το αν η συμφωνία μετά τη διαβίβασή της στον ΟΗΕ θα υιοθετηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας προκειμένου να αντικαταστήσει την προηγούμενη απόφαση 817/1993 η οποία προέβλεπε την ένταξη της εν λόγω χώρας στον ΟΗΕ με το προσωρινό της όνομα ΠΓΔΜ.
Εν κατακλείδι, με τη συμφωνία αυτή, εμείς αναγνωρίζουμε «μακεδονική» γλώσσα και εθνότητα και σχεδόν προεξοφλούμε τη συναίνεσή μας για ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, έναντι «μιας υποσχετικής» από την πλευρά της γείτονος.
Είναι ανεύθυνο και ανέντιμο να παραδίδει η κυβέρνηση τη χώρα προκειμένου να μην παραδώσει την εξουσία. Ο κ. Τσίπρας αρνήθηκε να ζητήσει την εξουσιοδότηση της Βουλής για να υπογράψει τη συμφωνία. Ο λόγος είναι προφανής. Για να συνεχίζει να παίζει αυτό το πολιτικά ανήθικο θέατρο με τον κ. Καμμένο.
Οφείλουμε να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε αυτόν τον πρωτοφανή θεσμικό εκτροχιασμό στον οποίο οδηγούν τη χώρα. Και έχουμε την υποχρέωση απέναντι στον ελληνικό λαό να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε την υποθήκευση του μέλλοντος της Πατρίδας με μια συμφωνία, που βλάπτει τα εθνικά συμφέροντα. Υπό τις παρούσες συνθήκες και καθώς η κυβέρνηση δεν διαθέτει ούτε τη λαϊκή εξουσιοδότηση ούτε την πολιτική νομιμοποίηση να συνεχίσει την ανεύθυνη πορεία της, γι’ αυτό και η ΝΔ καταθέτει πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης.
Η αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων είναι κατηγορηματική και είναι απορίας άξιον που προσποιείται ότι δεν το αντιλαμβάνεται ο κ. Τσίπρας. Σημασία έχει αυτό που συμφέρει την πατρίδα μας. Και η συμφωνία για τα Σκόπια επιβάλλει τετελεσμένα που μπορεί να μην είναι αναστρέψιμα.
Όπως έχει
επανειλημμένως τονίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης «Δε θα διχάσουμε τους Έλληνες, για
να ενώσουμε τους Σκοπιανούς».
*Ο κ. Λευτέρης Αυγενάκης είναι Γραμματέας της
Πολιτικής Επιτροπής της Ν.Δ. και Βουλευτής Ηρακλείου