Για ένα πολύ σοβαρό θέμα που αφορά το πολεοδομικό
συγκρότημα της Θεσσαλονίκης και που μπορεί να έχει ευνοϊκές επιπτώσεις σε όλη
την περιφέρεια, συζήτησε και αποφάσισε το περιφερειακό συμβούλιο στην προχθεσινή
συνεδρίαση. Στόχος, σύμφωνα με τον εισηγητή, είναι η δημιουργία ενός παραλιακού
μετώπου, μήκους περίπου 50 χιλιομέτρων, από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι,
που θα γίνει πόλος ανάπτυξης και οικονομικής δραστηριότητας και θα αναβαθμίσει
το επίπεδο ζωής των πολιτών.
Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση ο Δημήτρης Μούρνος, είπε
μεταξύ άλλων τα εξής:
«Είναι ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο, που αν
υλοποιηθεί, ανατρέπει πολλά δεδομένα και ανοίγει τεράστιες προοπτικές για τη
Θεσσαλονίκη.
Συγχρόνως είναι ένα μεγάλο έργο που θα συναντήσει
πολλά εμπόδια και δυσκολίες μέχρι την υλοποίησή του. Που θα απαιτήσει
συναίνεση, χρόνο και χρήμα.
Και η πρώτη από αυτές τις προϋποθέσεις, δηλαδή η συναίνεση,
ίσως σταθεί ένα μεγάλο εμπόδιο γιατί είναι πολλοί οι εμπλεκόμενοι και
συγκρουόμενες οι φιλοδοξίες. Επειδή καταλαβαίνουμε δεν έχουν αρθεί οι
αντιρρήσεις αρκετών για την πατρότητα του έργου.
Εμείς ως παράταξη, θα ξεκαθαρίσουμε από την αρχή,
ότι υποστηρίζουμε την πρωτοβουλία της Περιφέρειας, να έχει την κεντρική ευθύνη
στο σχεδιασμό και την υλοποίηση του έργου,
πάντα βέβαια σε στενή συνεργασία με τους Δήμους και τους Φορείς. Με αποφάσεις που θα υπηρετούν το κοινωνικό
συμφέρον και τη νομιμότητα και παράλληλα θα στοχεύουν στην ανάπτυξη, με σεβασμό
στο περιβάλλον. Γιατί αυτό το έργο θα είναι κατεξοχήν αναπτυξιακό.
Για ένα έργο αυτής της κλίμακας, που υπερβαίνει
τα όρια πολλών Δήμων, ο ενιαίος σχεδιασμός και η ενιαία υλοποίηση είναι όρος
επιτυχίας. Ο κατακερματισμός θα προκαλέσει αλληλοεπικαλύψεις, ασυνέχεια του
έργου, διαφορές ταχυτήτων υλοποίησης, υποβαθμισμένη ποιότητα.
Το επόμενο εμπόδιο που
έχει να ξεπεράσει το έργο, θα είναι οι αντιδράσεις συμφερόντων
που θίγονται ή προσδοκιών που ματαιώνονται. Και εννοούμε με αυτό παράνομες εγκαταστάσεις που υπάρχουν
σήμερα ή βλέψεις για αξιοποίηση χώρων προς ίδιον συμφέρον. Οι σχεδιασμοί και τα
έργα, με τα κριτήρια που αναφέραμε πιο πάνω, είναι βέβαιο ότι θα ξεβολέψουν
πολλούς και θα απογοητεύσουν ακόμη περισσότερους.
Θα υπάρχει η ανάλογη πολιτική βούληση να
αντισταθεί ο φορέας υλοποίησης σε όλες αυτές τις πιέσεις με γνώμονα το γενικό
συμφέρον και μόνον;
Για το κόστος του έργου και τις πηγές
χρηματοδότησης δεν υπάρχει καμία, ούτε κατά προσέγγιση, εκτίμηση στην
εισήγηση. Γενικές μόνο αναφορές για κάποια ευρωπαϊκά προγράμματα και επενδυτικά
ενδιαφέροντα. Δεδομένης και της οικονομικής συγκυρίας και της πιθανότητας το
κόστος να είναι ιδιαίτερα υψηλό έως και απαγορευτικό, πιθανόν αυτό να αποτελέσει μία ακόμη δυσκολία για το
έργο.
Ο χρόνος υλοποίησης που ούτως ή άλλως
προβλέπεται μεγάλος, το ΤΕΕ τον υπολογίζει
πάνω από 10 χρόνια, μπορεί να λειτουργήσει επίσης αρνητικά. Και αυτό
γιατί η μακροχρονια κατασκευή ενός έργου
καταλήγει συχνά στην ατελή ολοκλήρωσή του ή
και στην εγκατάλειψή του.
Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα.
Ακόμη μη ξεχνάμε, ότι η προβλεπόμενη διάρκεια
υλοποίησης του έργου υπερβαίνει κατά πολύ θητείες προσώπων και
συλλογικών οργάνων. Είναι βέβαιο, ότι άλλοι,
έξω από εμάς, θα είναι αυτοί που θα εγκαινιάσουν το έργο. Οι σχεδιασμοί
μας επομένως και οι αποφάσεις μας,
πρέπει να δεσμεύουν αλλά και να εμπνέουν και τους επόμενους.
Απαιτείται λοιπόν σοβαρότητα και σταθερότητα
στους στόχους και προπαντός συναίνεση.
Για να μην αποδειχθεί και αυτό, ένα μεγάλο σχέδιο που έμεινε στα χαρτιά ή, στη
χειρότερη περίπτωση, ένα προεκλογικό πυροτέχνημα.»