Πριν λίγες ημέρες το προκλητικό και προσβλητικό κάψιμο της ελληνικής σημαίας στα Εξάρχεια και αμέσως μετά η δολοφονική επίθεση στην κλούβα των ΜΑΤ στη Θεσσαλονίκη, που λίγο έλειψε να καούν οι εγκλωβισμένοι αστυνομικοί από την βροχή των μολότοφ.
Άνθρωποι καθημερινοί, γείτονες και φίλοι μας, οικογενειάρχες, που φεύγουν για να κάνουν τη βάρδιά τους και είναι αμφίβολο αν θα γυρίσουν σπίτι τους. Δεν φτάνουν οι λεκτικές καταδίκες, τα ευχολόγια και οι κενές υποσχέσεις. Όλα δείχνουν ότι υπάρχει ένα ιδιότυπο «άβατο» που δίνει μια άτυπη ασυλία σε ανθρώπους που τελικά προσβάλλουν εθνικά σύμβολα, καταστρέφουν περιουσίες και γενικά πράττουν κοινά ποινικά αδικήματα.
Μην προσπαθεί κανείς να αιτιολογήσει και να δώσει πολιτικοεπαναστατικό περιτύλιγμα σε ξεκάθαρες παραβατικές πράξεις. Θα μπορούσε να πει κάποιος να αντιμετωπιστούν ως παραβάτες του ποινικού δικαίου και να επιληφθούν οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές.
Αυτό όμως προϋποθέτει ότι υπάρχει πολιτική βούληση αν όχι να εξαφανιστούν, έστω να περιοριστούν τέτοια φαινόμενα. Όταν όμως κυβερνητικοί αξιωματούχοι τους χαρακτηρίζουν ακτιβιστές και με ευεργετικούς νόμους αποφυλακίζονται εν μια νυκτί επικίνδυνα στοιχεία, τότε τι να κάνει ο έρμος ο αστυνομικός ή ο δικαστής;