Γράφει ο
Παύλος Πυρινός
Στον υπ’ αριθμ. 16 κώδικα (1) της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας εντόπισα 4 επιστολές (από αυτές η πρώτη απευθύνεται στον Καϊμακάμη Βεροίας, η δεύτερη και η Τρίτη στον Οικουμενικό Πατριάρχη και η τέταρτη στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο) από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες, σχετικές με τα δεινοπαθήματα των κατοίκων Ράχης και Κουλούρας την περίοδο της επαναστάσεως των Νεότουρκων.
Είναι γνωστό ότι, η είδηση της επαναστάσεως των Νεότουρκων και της προκηρύξεως του Συντάγματος έγινε δεκτή στη Μακεδονία με ειλικρινή ανακούφιση.
Το καθεστώς των αυθαιρεσιών και καταπιέσεων του Σουλτάνου φαινόταν να ανήκει στο παρελθόν πια, αν πίστευε κανείς τις διακηρύξεις των νεοτούρκων και τις επαγγελίες τους περί ισονομίας και ισότητας όλων των λαών της Αυτοκρατορίας, και ιδιαίτερα της ταραγμένης Μακεδονικής χώρας. Αυτή τουλάχιστον ήταν η πρώτη εντύπωση.
Για την ώρα φάνηκε ότι όλα τελείωσαν. Τελείωσε και ο αγώνας των Ελλήνων για τον μη εκβουλγαρισμό από τη Βουλγαρική προπαγάνδα και τη βία των κομητατζήδων. Άρχισε η φαινομενική εγκατάλειψη του αγώνα από τα διάφορα ανταρτικά σώματα.
Πλην όμως, λιγότερο πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τον αγώνα φάνηκαν οι Έλληνες οπλαρχηγοί. Δεν πίστευαν ότι οι Νεότουρκοι ήταν ειλικρινείς στις διακηρύξεις τους, αλλά ακόμη και αν ήταν, δεν είχαν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν όσα επαγγέλονταν. Είχαν δίκιο!
Για το λόγο αυτό πολλά ελληνικά σώματα δεν παραδόθηκαν και μπήκαν κρυφά στην Ελλάδα.
Από τον Απρίλιο του 1909 που εκθρονίστηκε ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ, εγκαταλείφθηκε η αρχική ιδέα περί ελευθερίας, ισονομίας και ισότητας των πολιτών όλων των εθνικοτήτων και υιοθετήθηκε η πολιτική του εκτουρκισμού της Αυτοκρατορίας.
Οι 4 επιστολές πιστοποιούν τα ανωτέρω περί της δήθεν Συνταγματικής Κυβερνήσεως, ισονομίας και ισότητας όλων των λαών της Αυτοκρατορίας.
Το 2005 δημοσίευσα στο περιοδικό Νιάουστα (2) «τα Δεινοπαθήματα Ναουσαίων κατά την περίοδο της επανάστασης των Νεοτούρκων (1910).
Από το δημοσίευμα αυτό φαίνεται το τί υπέφεραν οι Ναουσαίοι από τα ειδικά καταδιωκτικά τάγματα για τον αφοπλισμό και παράδοση των όπλων τους.
Οι αυθαιρεσίες των οργάνων της Συνταγματικής Κυβέρνησης των Νεοτούρκων στις ορθόδοξες κοινότητες της Ημαθίας ήταν στην ημερήσια διάταξη.
Στην πρώτη επιστολή (3) του (10 Ιουλίου 1910) προς τον Καϊμακάμη Βεροίας ο μητροπολίτης Βεροίας Λουκάς Πετρίδης αναφέρει τα εξής:
1. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί του Τσιφιλικιού Ράχοβας (Ράχης) ξυλοκοπούνται ανηλεώς από τους καταδιώκοντος τη ληστεία στρατιωτικούς και απειλούνται με θανάτωση από ξυλοδαρμούς για να δείξουν καταδιωκόμενο ληστή τον οποίο ούτε είδαν και ούτε γνώριζαν.
2. Παρακαλεί τον Καϊμακάμη να συστήσει αρμοδίως τα πρέποντα με σκοπό να σταματήσουν οι ξυλοδαρμοί και καταπιέσεις των χριστιανών του Τσιφλικίου Ράχοβας (Ραχιάς) γιατί είναι εντελώς αθώοι και οι σεβαστοί νόμοι του οθωμανικού κράτους δεν επιτρέπουν τέτοιες συμπεριφορές.
Παράλληλα στάλθηκε τηλεγραφική επιστολή (4) (10 Ιουλίου 1910) στο Οικουμενικό Πατριαρχείο με τέτοιο περιεχόμενο και με την παράκληση να ζητήσει από την Συνταγματική Κυβέρνηση την περιφρούρηση των χριστιανών κατοίκων της Ράχης από τις κακώσεις των σκληρών ξυλοδαρμών.
Μετά από 15 μέρες από το πρώτο τηλεγράφημα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείον, στις 25-7-1910, ο τότε μητροπολίτης Βεροίας Λουκάς Πετρίδης στέλνει δεύτερο τηλεγράφημα (5) με λεπτομέρειες των δεινοπαθημάτων των κατοίκων του Τσιφλικίου Ράχης, το εξής:
Για να βγάλει ο ίδιος ο αναγνώστης τα συμπεράσματά του, διαβάζοντάς το:
Παναγιώτατε Δέσποτα
Αγγείλας τηλεγραφικώς τα δεινοπαθήματα των κατοίκων του Τσιφλικίου Ράχοβας εκτίθημι λεπτομερίας σχετικών γεγονότων.
Συμμορία τις υπό τον Αρχηγόν Κώταν ονόματι απήγαγον εκ του τσιφλικίου Κωστοχωρίου, ώραν απέχοντος της Βεροίας, εις τα όρη βλάχον τινά ονόματι Αθανάσιου Μπεζέταν. Ειδοποιηθείσα η επιτόπιος Διοίκηση απέστειλεν απόσπασμα καταδιώξεως έχον ως οδηγόν τον φανατικώτερον εκ των οργάνων της Ρουμανικής Προπαγάνδας (Στ. Πλ.), όπερ συνεπλάκη μετά των ληστών άνευ αποτελέσματος. Ως συμβαίνει συνήθως εις παρομοίας περιστάσεις έπρεπε να εξευρεθώσι θύματα μεταξύ των φιλησύχων χριστιανών και ως τοιαύτα ο οδηγός του αποσπάσματος εκ λόγων εκδικήσεως υπέδειξε τους αθώους χωρικούς του Τσιφλικίου Ράχοβας ως τροφοδοτούντας δήθεν την ληστρικήν συμμορίαν. Φθάσαντες οι επί της καταδιώξεως εις το εν λόγω τσιφλίκιον αφ’ ου ενέσπειραν τον πανικόν καθ’ άπαν το χωρίον δια των γνωστών απειλών και ύβρεων παρέλάβον μεθ εαυτών τους δύο αγροφύλακας του χωρίου ένα οθωμανόν και ένα χριστιανόν προς αναζήτησιν και ανεύρεσιν των ληστών, ους μη συναντήσαντες επέστρεψαν εις το χωρίον και αφού εμπόδισαν όλους τους χωρικούς του να μεταβώσιν εις τας εργασίας των, προσκαλεσάμενοι εκ των προκρίτων του χωρίου Πατούραν, Ζάχον Μήλτον και Παναγιώτην Νίκου έδειραν αυτούς ανηλεώς και άμα έδωκαν αυτούς διορίαν 24 ωρών προς υπόδειξιν του κρησφυγέτου των ληστών. Παρελθούσης της διορίας απράκτου, ότι των δυστυχών χωρικών μη ιδόντων τους ληστάς επελήφθησαν αύθις τον προσφιλούς αυτοίς και απαισίου έργου του δαρμού, δείραντες ανηλεώς αφού έριξαν χαμαί τους διαλειφθέντας χωρικούς οίτινες εκ φόβου μη υποστώσι τον δια δαρμού θάνατον, εζήτησαν οκταήμερον προθεσμίαν υποσχόμενοι ίνα φροντίσωσι περί της ανακαλύψεως των ληστών απαλαγέντες των βασάνων εν ελεηνή καταστάσει ευρισκόμενοι, προσήλθον εις την εμήν μητρόπολιν κλαιόντες και οδυρόμενοι ζητούντες την προστασίαν αυτής και περιστώντες αδύνατον την παραμονήν αυτών προτιμώντας ίνα ζητήσωσιν παρά της Σεβαστής Κυβερνήσεως άλλον τόπον δια να ζήσωσι ως συνταγματικοί πολίται απαλλαττόμενοι των σκληρών δαρμών και των τυρανικών κακώσεων.
Πάραυτα επέδωκα τακρίριον έντονον προς την ενταύθα διοίκησιν ζητών την απαλλαγήν των αθώων χωρικών από τα βασανιστήρια της ιεράς εξετάσεως και την τιμωρία των Κυβερνητικών οργάνων συστήσας άμα και τοις παθούσιν ίνα δι’ αναφοράς αυτών εκθέθωσι τα δεινοπαθήματά των εις την επιτόπιον αρχήν όπερ και έπραξαν. Ευτυχώς δια των ενεργειών της Μητρός εκκλησίας και των παραστάσεως της εμής Μητροπόλεως επί του παρόντος αφέθησαν ανενόχλητοι οι χωρικοί, οίτινες θεραπευθέντες μόλις, είναι εις θέσιν να επιδοθώσι εις τας γεωργικάς αυτήν εργασίας ευγγωμονούντες προς την Μητέρα εκκλησίαν δια την σύντονον αυτών ενέργειαν υπέρ των πνευματικών αυτής τέκνων.
Ασπαζόμενος ευλαβώς την δεξιάν της υμετέρας Παναγιότητος και τας θεοδέκτους αυτής ευχάς επικαλούμενος υποσημειούμαι μετά σεβασμόν βαθύτατον.
Εν Βεροία τη 25 Ιουλίου 1910
Στην παραπάνω επιστολή πληροφορούμαστε τους τρόπους που εφάρμοζε τα όργανα της Συνταγματικής Κυβερνήσεςω δηλαδή τος ξυλοδαρμούς και τις τυρανικές κακώσεις για να επιβάλουν την τρομοκρατία στους χριστιανούς γεωργούς του Τσιφλικίου Ράχης.
Ακόμη, βλέπουμε το ενδιαφέρον του τοπικού Ιεράρχη της Βεροίας και του Πατριαρχείου για την απαλλαγή των αθώων ορθοδόξων Χριστιανών από τα βασανιστήρια της ιεράς εξετάσεώς των, πράγμα που βαρύνει υπέρ της εκκλησίας.
Οι δεινοπαθούντες χριστιανοί κάτοικοι των χωριών της επαρχίας Βεροίας ευγνωμονούν τη Μητέρα του Χριστού εκκλησία για τις σωτήριες ενέργειές της υπέρ των πνευματικών αυτής τέκνων.
Η τελευταία επιστολή (6) (10-8-1910) που στέλνεται από τον Ιεράρχη Βεροίας στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο γνωστοποιείται ότι η καταδιώκουσα τη ληστεία επιτροπή με τυρανικό τρόπο βασάνιζε τους μουχτουροαζάδες του χωριού Κουλούρα Ημαθίας να δηλώσουν για ποιο λόγο χτύπησαν την καμπάνα της εκκλησίας τη νύχτα του Σαββάτου (7-8-1910).
Αυτοί απάντησαν ότι είχαν αγρυπνία.
Τότε ο τσαούσης της επιτροπής, αφού εξύβρισε την ιερά και τον απείλησε ότι θα αποσπάσει τον πάγωνά του, εξεβίασε αυτόν και τους μουχτουαροαζάδεςνα παραδώσουν το γράμμα του Πατριαρχείου που διάβασαν στην εκκλησία (λόγια φανταστικά, προκειμένου να τους ενοχοποιήσουν).
Στον ισχυρισμό του Ιερέως και των μουχτοαροαζάδων ότι για την τέλεση της προσευχής της αγρυπνίας χτύπησαν την καμπάνα της εκκλησίας, ο τσαούσης διέταξε τους συνοδεύοντας αυτόν ζαπτιέδες να τους δείρουν ανελέητα.
Αυτά σας γνωστοποιώ ότι πάσχουν οι χριστιανοί του χωρίου της Κουλούρας εκτελούντες τα της θρησκείας τους σε Συνταγματικό Πολίτευμα. Επικαλούμαι των αρμοδίων τη βοήθεια, προκειμένου να προστατευθεί η ορθόδοξη πιεζομένη ομογένεια.
Σκοπός της δημοσίευσης των επιστολών αυτών να καταδειχθεί:
1. Η περίοδος της Συνταγματικής Κυβερνήσεως των Νεοτούρκων ήταν ένα απατηλό πολιτικό παιχνίδι.
2. Η μητέρα εκκλησία του Οικουμενικού Πατριάρχη και η τοπική εκκλησία της Ιεράς Μητρόπολης Βεροίας δεν ενδιαφέρθηκαν μόνο για την εκπαιδευτική δραστηριότητα στη Βέροια και την περιοχή της (που στην αφετηρία της ήταν συνδεδεμένα με την εκκλησία), αλλά και για την ηθική και πνευματική συμπαράστασή τους.
Προσπάθησαν με την παιδεία να τονώσουν τη θρησκευτική και εθνική συνείδηση των Βεροιωτών και των κατοίκων της επαρχίας της, μακριά από τις ανθελληνικές προπαγάνδες.
Αν δεν υπήρχε το Οικουμενικό Πατρχιαρχείο και η τοπική εκκλησία της Βεροίας, είναι ζήτημα αν οι Βεροιώτες και οι κάτοικοι της περιοχής της θα μπορούσαν να κρατήσουν άσβεστη και αδιάκοπη την εθνική και χριστιανική παράδοσή τους.
Τέλος, δεν ενδιαφέρθηκαν μόνο για την πνευματική καλλιέργεια των χριστιανών, αλλά και για τη σωματική ακεραιότητα των ορθόδοξων χριστιανών και των απαλλαγών τους από ανεπίτρεπτες συμπεριφορές των αντιπροσώπων της Συνταγματικής Κυβερνήσεως των Νεοτούρκων.
Πηγές – Βοηθήματα
1. Κώδικας υπ’ αριθμ. 16: Επαρχιακής αλληλογραφίας, «επί Μητροπολίτη Κοσμά Συμορφόπουλου από Δρυϊνουπόλεως εν Βεροία τη 15η Μαΐου 1892. Αρχίζει από 8-6-1892 και λήγει την 22-6-1911. Αποτελείται από 304 σελίδες (26χ41). Γραμμένες οι σελίδες 1-296.
2. Περιοδικό «Νιάουστα», 110 (2005), σ. 13-14.
3. Κώδικας υπ’ αριθμ. 16: Επαρχιακής Αλληλογραφίας, όπου πάνω, σ. 204
4. Κώδικας υπ’ αριθμ. 16: Επαρχιακής Αλληλογραφίας, όπου πάνω σ. 204
5. Κώδικας υπ’ αριθμ. 16: Επαρχιακής Αλληλογραφίας, όπου πάνω, σ. 224-225
6. Κώδικας υπ’ αριθμ. 16: Επαρχιακής Αλληλογραφίας, όπου πάνω, σ. 230-231