Γράφει ο Χρήστος Α. Αποστολίδης*
Από την επίσκεψη του τούρκου Προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν σε Αθήνα και Θράκη τον Νοέμβριο του 2017, για τη σκοπιμότητα και χρησιμότητα της οποίας χύθηκε αρκετό μελάνι και διατυπώθηκαν σαφείς προβληματισμοί από πολλές πλευρές, μέχρι και σήμερα (Φεβρουάριος 2018) διαπιστώνεται μια άκρατη όξυνση της τουρκικής προκλητικότητας στην περιοχή του Αιγαίου, διανθισμένης με πολεμικές ιαχές και ηχηρές απειλές. Η προφανώς προσχεδιασμένη προσπάθεια βύθισης του πλοίου του Λιμενικού Σώματος στην θαλάσσια περιοχή των Ιμίων κατέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι οι εξ ανατολών γείτονές μας έχουν περάσει πλέον από τα λόγια στις πράξεις, οι οποίες σταδιακά γίνονται όλο και πιο έντονες φέρνοντας τον κίνδυνο ανάφλεξης, συνεπεία τυχαία γεγονότος όλο και πιο κοντά.
Δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάζουν τέτοιες συμπεριφορές. Διαχρονικά οι τούρκοι πολιτικοί χρησιμοποιούσαν το Αιγαίο και τις παντοειδείς ευφάνταστες διεκδικήσεις τους, προκειμένου να καλύπτουν άλλα εσωτερικής φύσεως ζητήματα, αποσπώντας το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης από δυσάρεστα γεγονότα που προκαλούν κατακραυγή.
Πράγματι, η πολεμική επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας», δηλαδή η τουρκική επίθεση στην Εφρίν, έναν μήνα μετά την εκκωφαντική έναρξη της εξελίσσεται σε αποτυχία, μια και ο τουρκικός στρατός έχει καθηλωθεί από τη σφοδρή κουρδική αντίσταση. Το τουρκικό επιτελείο υπολόγιζε ότι με την υποστήριξη των ισλαμιστών και τζιχαντιστών μισθοφόρων του, θα κατάφερνε να καταλάβει ολόκληρο τον κουρδικό θύλακα της Εφρίν, στη βορειοδυτική Συρία, μέσα σε τρεις ημέρες. Ένα μήνα μετά οι Τούρκοι έχουν καταφέρει να προχωρήσουν μόνον πέντε (5) χιλιόμετρα. Οι μάχες λαμβάνουν χώρα σε 37 χωριά που εκτείνονται σε πέντε μέτωπα. Την ημέρα οι Κούρδοι μαχητές εκκενώνουν τα χωριά, για να μην είναι εκτεθειμένοι στις αεροπορικές επιδομές των Τούρκων και το βράδυ αντεπιτίθενται στους Τούρκους και τους μισθοφόρους τους. Συνολικά η Εφρίν έχει 336 χωριά. Δεκάδες φέρετρα στρατιωτών καταφθάνουν στην Τουρκία καθημερινά. Ο τουρκικός στρατός βρίσκεται σε δεινή θέση και για μια ακόμη φορά αποδεικνύει στα στρατιωτικά επιτελεία του κόσμου ότι το αξιόμαχό του είναι χαμηλότατο.
Άλλωστε, οι εκτεταμένες εκκαθαρίσεις που έλαβαν χώρα στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 και οι δεκάδες χιλιάδες φυλακίσεις και απολύσεις έμπειρων αξιωματικών είναι βέβαιο ότι έχουν πλήξει τη δυναμική του στρατεύματος και ισχυρά απομειώσει την αποτελεσματικότητά του. Όλα αυτά καθιστούν πρακτικά αδύνατη την ταυτόχρονη ικανοποιητική ανταπόκριση του τουρκικού στρατού σε τουλάχιστον τρία (3) πολεμικά μέτωπα (Συρία, Ανατολικό Αιγαίο, Θράκη) που υποτίθεται ότι θα επιδιώξουν να ανοίξουν, με στόχο «να προστατέψουν τα κυριαρχικά δικαιώματά τους», όπως αρέσκονται να διακηρύττουν.
Ωστόσο, οι τεχνητές εντάσεις που καθημερινά δημιουργούν ο Πρόεδρος Ερντογάν και οι επιτελείς του, όσο και αν συνιστούν ένα θέατρο του παραλόγου προορισμένου για κατανάλωση από την διχασμένη τουρκική κοινή γνώμη, εντούτοις δεν θα πρέπει να απαξιώνονται αλλά αντίθετα να αντιμετωπίζονται με τη δέουσα σοβαρότητα από την ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, η οποία οφείλει να μην κυριαρχείται από φοβικά και αμυντικά σύνδρομα. Άλλωστε, πριν από κάθε πόλεμο η κατάσταση ξεκινά πάντα με μια συστηματική εκστρατεία δαιμονοποίησης του στόχου στα μάτια του λαού. Η αδιάκοπη πλειοδοσία ανθελληνικής προπαγάνδας που υποδαυλίζεται από το σύνολο της τουρκικής πολιτικής σκηνής είναι προφανές ότι αποσκοπεί να ενσταλάξει στη συνείδηση του τουρκικού κοινού ότι ο Ελληνισμός είναι ο εχθρός στο πλαίσιο της προετοιμασίας για ένα μελλοντικό πόλεμο.
Όμως, οι κάθε είδους προκλήσεις πρέπει να τυγχάνουν ξεκάθαρων και άμεσων απαντήσεων, γιατί διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος δημιουργίας τετελεσμένων καταστάσεων που δύνανται να οδηγήσουν μοιραία σε απώλεια εθνικής κυριαρχίας, με ό,τι τραγικές προεκτάσεις συνεπάγεται κάτι τέτοιο για την Πατρίδα μας στην δεδομένη ιστορική συγκυρία.
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Α.Π.Θ