Ποιος αλήθεια θα φανταζόταν ότι το θρυλικό εστιατόριο Γρα – Γρου της Καστανιάς θα αποτελούσε πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή ενός ιδιαίτερου ατμοσφαιρικού graphic novel και θα «δανειζόταν» και το όνομά του;
Η έκδοση με τίτλο Γρα- Γρου και με δημιουργούς τους Τάσο Ζαφειριάδη και Γιάννη Παλαβο που έγραψαν το σενάριο της ιστορίας και τον Θανάση Πέτρου, σχεδιαστή κόμικ, παρουσιάσθηκε στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Βέροιας, σε μια ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα, την περασμένη Τετάρτη 31 Ιανουαρίου, σε συνεργασία με το βιβλιοπωλείο Ηλιοτρόπιο.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ και συνοδεύεται από πρωτότυπη μουσική, με τον συνθέτη Μιχάλη Σιγανίδη ν’ ακολουθεί παραδοσιακούς δρόμους αλλά και τζαζ. Και δεν ήταν μόνο οι κάτοικοι της Καστανιάς και της Βέροιας που έδειξαν ενδιαφέρον για το βιβλίο, αλλά και πολύς κόσμος από τη γειτονική Κοζάνη, καθώς το Γρα-Γρου έχει αποτυπωθεί ως καταφύγιο στη μνήμη πολλών αυτοκινητιστών που ακολουθώντας μια δύσκολη διαδρομή σ’ έναν στενό και απόκρημνο δρόμο, από στροφή, σταματούσαν για λίγη ξεκούραση για ν’ ανάψουν ένα κεράκι στο εκκλησάκι του Αγ. Χριστόφορου – προστάτη των οδηγών – για να πιουν έναν καφέ, ένα αναψυκτικό ή να γευτούν τη ζεστή φασολάδα.
Το εστιατόριο που πήρε το όνομα Γρα-Γρου από το θόρυβο της μηχανής των αυτοκινήτων που κινούνταν στον ανηφορικό δρόμο, φημιζόταν για την κουζίνα του.
Αν και ήταν ένας μικρός χώρος, η κουζίνα του – που υπηρετούσε τις κλασικές γεύσεις – ήταν ονομαστή σ’ όλη την Ελλάδα.
Χοιρινό με λάχανο, φασολάδα, κοκκινιστό με πατάτες στον ξυλόφουρνο, τα κεφτεδάκια της Ντίνας και το γευστικό ρυζόγαλο, ήταν μερικά από τα πιάτα που σέρβιραν οι ιδιοκτήτες, κερδίζοντας τις καρδιές όλων με την καλή ποιότητα των πρώτων υλών και τη νοστιμάδα.
Η παρουσίαση του κόμικ ξεκίνησε μ’ ένα promo video φωτογραφίες του εστιατορίου που κάλυπταν μια μεγάλη χρονική περίοδο λειτουργίας του, αλλά και φωτογραφίες του χωριού Καστανιά.
Ο συγγραφέας Γιάννης Καισαρίδης αναφέρθηκε στην ιστορία του χωριού και του εστιατορίου, χαρακτηρίζοντάς το ως εμβληματικό τοπόσημο.
«Ξεκίνησε να λειτουργεί ως χάνι το 1925, στη συνέχεια ως κουρείο και στο τέλος ως εστιατόριο. Για πολλά χρόνια λειτούργησε από την οικογένεια του Χρήστου Χειμωνίδη, στη συνέχεια πέρασε στα χέρια της οικογένειας Λιανίδη και τέλος στην οικογένεια Τριανταφυλλίδη μέχρι το 2004, χρονιά λειτουργίας της Εγνατίας οδού που είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση της κυκλοφορίας».
Όπως είπε ο Γιάννης Καισαρίδης το εστιατόριο υπήρξε επί 80 χρόνια , καταφύγιο των αυτοκινητιστών και ταξιδιωτών αλλά και ιστορικών συμβάντων και γευστικών απολαύσεων και αναζητήσεων.
«Όμως τα τοπόσημα καταντούν νεκρόσημα όταν δεν τους αποδίδεται η αξία που έχουν. Σήμερα όμως το Γρα-Γρου «άνοιξε» πάλι και γίνεται εκ νέου καταφύγιο μέσα από τις προσπάθειες των δημιουργών του κόμικ που ενσωματώνουν ιστορίες φαντασίας και μυστηρίου με ήχους, τεχνοτροπίες και γεύσεις. Μ’ αυτόν τον τρόπο το βιβλίο συμβάλει στην ανασύσταση της συλλογικής μνήμης. Αν και ο αριθμός των πελατών μειώνεται σημαντικά καθώς η Εγνατία οδός παρακάμπτει το Γρα-Γρου, ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης «παραμένει» εκεί για όλους εκείνους που τολμούν ν’ αφουγκραστούν τα αδυσώπητα γρα-γρου γρανάζια του χρόνου» είπε μεταξύ άλλων ο Γ. Καισαρίδης υπογραμμίζοντας πως το Γρα-Γρου παραμένει εκεί, φυλάκιο και γέφυρα για όποιον θέλει να περάσει απέναντι και πρέπει να παραμείνει ανοικτό σαν ένας πυρήνας, μια αόρατη γέφυρα, μια μνήμη που θα περιβάλλει τον τόπο «για να μη συντελέσουμε σε μια ακόμα ιστορία αφανισμού» όπως χαρακτηριστικά είπε.
Κλείνοντας την ομιλία του ο συγγραφέας διάβασε ένα απόσπασμα δικού του διηγήματος (τελευταία διαδρομή) αφιέρωμα σ’ όλου στους αυτοκινητιστές που στο παρελθόν διέσχισαν το δύσκολο δρόμο της Καστανιάς.
Στη συνέχεια οι συγγραφείς της ιστορίας Τάσος Ζαφειριάδης και Γιάννης Παλαβος αναφέρθηκαν στο τι σημαίνει γι’ αυτούς το θρυλικό εστιατόριο, τι μνήμες κουβαλούν από εκεί, πως εμπνεύσθηκαν και «έστησαν» την ιστορία αλλά και την έρευνα που έκαναν μιλώντας με κατοίκους της Καστανιάς.
«Το Γρα-Γρου έχει κάτι από την αύρα του μαγικού, είναι ένα τοπόσημο για πολύ κόσμο, ήταν ένας φάρος στην ομίχλη, ένα καταφύγιο όπου έβρισκες τη ζεστασιά και το καλό φαγητό. Θελήσαμε όλη αυτή την αίσθηση της ζεστασιάς και της μητρικής αγκαλιάς να τη μεταδώσουμε στον αναγνώστη, μέσα από το κείμενο και τα σκίτσα.
Η αρχική εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας ήταν μια γέφυρα που χάνεται κάπου απέναντι, μέσα στην ομίχλη που κυριαρχεί στο Βέρμιο. Παρότι η ιστορία είναι φανταστική, υπάρχει μια πραγματικότητα που καταφέραμε να εντάξουμε στο κείμενο. Το Γρα-Γρου είναι «ανοικτό» αφού έτσι το νοιώθουν όσοι είναι σήμερα εδώ και παρακολουθούν την παρουσίαση του βιβλίου» είπαν οι συγγραφείς ευχαριστώντας όλους όσοι έδωσαν χρήσιμες πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό για τον τόπο και το εστιατόριο.
Στις δυσκολίες που αντιμετώπισε προσπαθώντας να απεικονίσει το εστιατόριο και τα πρόσωπα καθώς και οι πληροφορίες που ήταν λίγες, αναφέρθηκε ο εικονογράφος Θανάσης Πέτρου.
Πολλοί από τους παρόντες επισκέπτες και κάτοικοι του χωριού Καστανιάς αλλά και απόγονοι των ιδιοκτητών του εστιατορίου, μίλησαν με νοσταλγία για τις προσωπικές τους εμπειρίες και θύμησες με τον Δημήτρη Λιανίδη ή θυμόταν γνωστούς επώνυμους καλλιτέχνες όπως ο Γ. Νταλάρας αλλά και πολιτικούς που γευμάτισαν στο Γρα-Γρου την περίοδο που το λειτουργούσαν οι γονείς του και οι οποίοι εκφράσθηκαν με ιδιαίτερα κολακευτικά λόγια για την κουζίνα του. «Υπήρξε ένα στέκι που λατρεύτηκε πολύ».
Η παρουσίαση ολοκληρώθηκε με τη φράση ενός από τους συγγραφείς «Το Γρα-Γρου είναι μια περγαμηνή όπου γράφτηκε η τοπική ιστορία της Βέροιας».
Όσο για τις γευστικές μνήμες αυτές εντάθηκαν ακόμα περισσότερο με το παραδοσιακό ρυζόγαλο που προσφέρθηκε στους παρευρισκόμενους, σαν αυτό που χιλιάδες κόσμου έκανε μια στάση απόλαυσης στο Γρα-Γρου.
Ο Αρίστος Αμοιρίδης, Καστανιώτης και πολύ καλός γνώστης της τοπικής ιστορίας του χωριού κατά τη διάρκεια παρουσίασης του κόμικ Γρα-Γρου που έγινε στη Δημόσια Βιβλιοθήκη εξέπληξε τους συγγραφείς λέγοντας ότι η γέφυρα – πέρασμα που οι ίδιοι χρησιμοποιούν ως στοιχείο μυθοπλασίας, υπήρχε στην περιοχή. Μάλιστα οι γέφυρες ήταν δύο όπως ανατινάχθηκαν από τον ελληνικό στρατό, σε μια προσπάθεια ν’ αποκοπεί η διέλευση των Γερμανών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πολλοί ήταν εκείνοι που μοιράστηκαν με το κοινό γλυκιές αναμνήσεις, όπως ο Σούλης Στάντζος, αρχηγός επί σειρά ετών της εκεί Προσκοπικής Κατασκήνωσης, που θύμισε πως το φημισμένο ρυζόγαλο του Γρα-Γρου ήταν το γλυκό που προσφερόταν στους κατασκηνωτές.
Εύστοχη και η τοποθέτηση της Δέσποινας Παπαγιαννούλη «Στο Γρα-Γρου νοιώθαμε την θαλπωρή της οικογένειας και στην κουζίνα του συναντούσαμε τις γεύσεις της μαμάς και της γιαγιάς».