Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Η επαναφορά στο διεθνές προσκήνιο του ζητήματος της ονομασίας του γειτονικού κράτους των Σκοπίων με την χρήση του όρου «Μακεδονία», επικαιροποιεί και πάλι το ζήτημα το οποίο υπονομεύει την ίδια την ευρωπαϊκή προοπτική του γειτονικού μας κράτους και δυναμιτίζει την ισορροπία στην πολιτικά ευαίσθητη περιοχή των Βαλκανίων.
Η έκφραση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων που αρνείται κραυγαλέα την χρήση του ονόματος της Μακεδονίας από οποιονδήποτε εκτός του Εθνικού Κορμού, αναζωπυρώνεται με τα παλλαϊκά συλλαλητήρια και επαναφέρει στο προσκήνιο μνήμες από τα γεγονότα της τριετίας 1990-1993.
Οι εξελίξεις εκείνης της εποχής καθορίστηκαν από την ιστορική πίεση που ασκούσε η πραγματικότητα της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας σε επί μέρους κράτη.
Η ανάδειξη του προβλήματος που προέκυψε με την παρουσία πλέον του όμορου με την Ελλάδα κράτους που αυτοπροσδιορίζονταν ως «Μακεδονία» το οποίο προϋπήρχε στα πλαίσια της γειτονικής Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, μετέφερε από το παρασκήνιο στο διεθνές προσκήνιο, τις αλυτρωτικές προεκτάσεις εις βάρος της Ελλάδος και της ελληνικής ιστορίας που ανακύπτουν από την χρήση της συγκεκριμένης ονομασίας.
Η πολιτική ηγεσία τότε της Ελλάδος αποδύθηκε σε μια ιδιαίτερα, έντονη και παραγωγική διπλωματική προσπάθεια η οποία απέδωσε ουσιαστικά οφέλη με τις αποφάσεις της Λισσαβόνας και του Εδιμβούργου, που ανέδειξαν την Ελλάδα σε πρωταγωνιστικό παράγοντα των εξελίξεων στα πολιτικώς ρευστά Βαλκάνια.
Παράλληλα η εθνική έξαρση των απανταχού Ελλήνων διατρανώθηκε με παλλαϊκά συλλαλητήρια που στήριξαν την όλη προσπάθεια προβάλλοντας την ιερότητα και την ιστορικότητα του ελληνικού ονόματος «Μακεδονία» σε όλο τον κόσμο.
Η πατριωτική εκείνη έξαρση που χαρακτηρίστηκε από τη σύμπνοια πολιτικής ηγεσίας και λαού ανακόπηκε μετά το 1993 που υπήρξε περίοδος εσωτερικών πολιτικών μεταβολών για τη χώρα μας.
Έκτοτε και μέχρι πρότινος καταγράφονται σταδιακά από διάφορα κράτη, μονομερείς αναγνωρίσεις με το όνομα «Μακεδονία», του κράτους που επισήμως από τους Διεθνείς Οργανισμούς αναφέρεται ως FYROM.
Τα τελευταία γεγονότα δεν είναι αποκομμένα από τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις που σχετίζονται με την Ευρώπη, την πολιτική ρευστότητα στα Βαλκάνια και τα πολεμικά μέτωπα στην Ασία.
Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι η χώρα μας υπολείπεται σημαντικά από τις προηγμένες διπλωματικά θέσεις του γειτονικού μας κράτους.
Αυτό γίνεται αντιληπτό για όποιον ανατρέχει στο διαδίκτυο, στον ξένο τύπο ή συμμετέχει σε διεθνείς συνεδριακές διοργανώσεις όπου οι αναφορές στις αντιπροσωπείες του γειτονικού μας κράτους δεν αφορούν κανένα FYROM αλλά την κρατική οντότητα «Μακεδονία».
Προσπάθειες διαμαρτυρίας που γίνονται εκ μέρους των ελληνικών αντιπροσωπειών, γίνονται δεκτές με γενική επιφύλαξη και καταλήγουν ως επί το πλείστον σε απομόνωση των ιδίων των διαμαρτυρομένων.
Η χάραξη της εξωτερικής πολιτικής δε μπορεί παρά να γίνεται με βάση τα εθνικά και ιστορικά δεδομένα, που αναδεικνύονται και από το λαϊκό φρόνημα.
Και αυτά σήμερα επιβάλλουν την ανάληψη μιας μεγάλης πανεθνικής και σε όλα τα επίπεδα διπλωματικής προσπάθειας με τη συμμετοχή όχι μόνο όλων των πολιτικών δυνάμεων, αλλά και κάθε ελληνικής παρουσίας στο διεθνές πεδίο, ώστε να ενημερωθεί ουσιαστικά και αντικειμενικά η παγκόσμια κοινή γνώμη για τα πραγματικά στοιχεία του ζητήματος.
Μόνο έτσι μπορούμε να ευελπιστούμε ότι θα καταστεί στο προσεχές μέλλον εφικτή η αναστροφή της αρνητικής για τη χώρα μας διεθνούς συγκυρίας και θα μπορέσει ουσιαστικά να αντιληφθεί το γειτονικό μας κράτος, ότι το πραγματικό συμφέρον του δεν είναι η επιμονή στη χρήση μιας ψευδεπίγραφης για αυτό ονομασίας που ιστορικά και εθνικά ανήκει στον νότιο γείτονα του, από τον οποίο δέχεται και προσδοκά τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη για την περαιτέρω ανάπτυξη του.