Ένα ολοκληρωμένο πλέγμα προστασίας των καταναλωτών αλλά και των μικρών επιχειρήσεων -στο πλαίσιο της αναμόρφωσης της καταναλωτικής νομοθεσίας- και η συνολική αναθεώρηση της νομοθεσίας για τις εμπορικές εκθέσεις περιλαμβάνονται στις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου αρμοδιότητας γενικής γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
Με αφετηρία τις συστάσεις του ΟΟΣΑ σχετικά με την καταναλωτική νομοθεσία (ν. 2251/1994), το υπουργείο Οικονομίας ανέλαβε την πλήρη ιδιοκτησία της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, από τη διαμόρφωση των συστάσεων μέχρι την υλοποίησή τους. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν πληροφορίες από το υπουργείο Οικονομίας, η καταναλωτική νομοθεσία εξετάστηκε και κωδικοποιήθηκε συνολικά για πρώτη φορά, σε πλήρη αρμονία με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η κωδικοποίηση θα ολοκληρωθεί με την έκδοση Υπουργικής Απόφασης αμέσως μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου. Με αυτό το ευέλικτο εργαλείο θα είναι δυνατή η άμεση ενημέρωση όλων των ενδιαφερόμενων μερών, ιδίως σε περιπτώσεις μεταβολών που προκύπτουν από νέες ευρωπαϊκές Οδηγίες.
Βασικοί στόχοι της αναμόρφωσης είναι αφενός η διατήρηση υψηλού επιπέδου προστασίας για καταναλωτές και μικρές εγχώριες επιχειρήσεις, αφετέρου η μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τις εμπορικές επιχειρήσεις.
Οι σημαντικότερες παρεμβάσεις είναι οι εξής:
Α. Εισαγωγή ενιαίου ορισμού των εννοιών του καταναλωτή και του προμηθευτή (εμπόρου). Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο χαρακτηριζόταν από πλήθος ορισμών, ανάλογα με την κατηγορία συναλλαγών που ρυθμιζόταν κάθε φορά. Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση της ασφάλειας δικαίου, ιδίως για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και καταναλωτές - με άλλα λόγια για δρώντες της αγορές οι οποίοι δεν έχουν την πολυτέλεια καθημερινής νομικής υποστήριξης.
Β. Επέκταση της προστασίας που παρέχουν οι διατάξεις περί γενικών όρων συναλλαγών στο σύνολο των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στο πλαίσιο συναλλαγών τους με άλλες μεγαλύτερες ή με πιστωτικά ιδρύματα, συχνά συνάπτουν συμβάσεις οι οποίες κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους περιέχουν προδιατυπωμένους όρους. Αυτοί φυσικά υπαγορεύονται από το ισχυρότερο μέρος της συμβατικής σχέσης. Με τις προτεινόμενες διατάξεις, η προστασία από καταχρηστικούς όρους σε τέτοιες περιπτώσεις καλύπτει πλέον και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως αυτές ορίζονται σε επίπεδο ΕΕ. Με δεδομένο ότι αυτός ο ορισμός αναφέρεται σε επιχείρηση η οποία απασχολεί λιγότερους από 10 εργαζομένους και της οποίας ο κύκλος εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ, γίνεται αντιληπτό ότι σχεδόν το σύνολο των εγχώριων μικρομεσαίων επιχειρήσεων αποκτά ένα ακόμα εργαλείο για την προστασία των συμφερόντων του.
Γ. Αποσαφήνιση κρίσιμων νομικών εννοιών. Δημιουργείται ένα ολοκληρωμένο πλέγμα προστασίας των καταναλωτών στις αγορές αγαθών για δύο έτη. Αυτό περιλαμβάνει τόσο τις διατάξεις περί νόμιμης εγγύησης, δηλαδή της διατήρησης των βασικών ιδιοτήτων ενός προϊόντος επί μια διετία με ευθύνη του εμπόρου, όσο και την διασφάλιση, για πρώτη φορά, της υποστήριξης μετά την πώληση (after sales service) και της διαθεσιμότητας ανταλλακτικών για ίσο χρονικό διάστημα. Με δεδομένη αυτή την ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, η εμπορική εγγύηση, δηλαδή η επιπλέον κάλυψη που παρέχει ο έμπορος πέρα από την διετία, καθίσταται προαιρετική, σύμφωνα με την επικρατούσα ευρωπαϊκή πρακτική. Η υποχρεωτικότητα που ίσχυε ως τώρα είχε αποδειχθεί δυσεφάρμοστη και σε μεγάλο βαθμό συμβολική, καθώς δεν παρεχόταν πάντα από τους κατασκευαστές, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται αναίτια μικρομεσαίοι έμποροι. Η ρύθμιση που προτείνεται δίνει έμφαση στην σωστή ενημέρωση του καταναλωτή για την εμπορική εγγύηση. Άλλωστε Ο ενημερωμένος καταναλωτής που διεκδικεί τα δικαιώματά του είναι ένας ιδιαίτερα αποτελεσματικός ρυθμιστής της αγοράς.