Αλλαγές στα κριτήρια που ορίζουν τα τετραγωνικά μέτρα που θα πρέπει να έχει ένα αρτοποιείο για να αδειοδοτηθεί φέρνουν διατάξεις του υπουργείου Οικονομίας που περιλαμβάνονται στο πολυνομοσχέδιο το οποίο κατατέθηκε προχθες το βράδυ στη Βουλή.
Με τις διατάξεις αυτές η κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει λύση στο πρόβλημα λειτουργίας που αντιμετωπίζουν κυρίως τα μικρά αρτοποιεία, πολλά από τα οποία βρίσκονται στην περιφέρεια, μειώνοντας τα τετραγωνικά που απαιτούνται για την αδειοδότησης τους και καταργώντας τη ύπαρξη διαφορετικών χώρων εντός του καταστήματος για κάθε δραστηριότητα και μάλιστα συγκεκριμένων τετραγωνικών.
Με σχετική διάταξη ορίζεται ότι η ελάχιστη συνολική επιφάνεια των διαμερισμάτων και των χώρων για αρτοποιεία με κλίβανο παραγωγής προϊόντων μέχρι και τρεις χιλιάδες κιλά ανά εικοσιτετράωρο θα είναι 70 τετραγωνικά μέτρα ακόμα και σε ενιαίο χώρο ενώ το ελάχιστο ύψος του ζυμωτηρίου, του πρατηρίου άρτου και του χώρου εκκλιβάνισης ορίζεται σε 2,80 μέτρα.
Οι χώροι του ζυμωτηρίου, του πρατηρίου άρτου ή της αποθήκης άρτου και του κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας και θερμοθαλάμου δεν επιτρέπεται να αποτελούν διαμερίσματα ή χώρους υπογείου. Η αποθήκη αλεύρων θα μπορεί να βρίσκεται και σε υπόγειο χώρο, εφόσον υφίστανται μηχανικά μέσα ανυψώσεως αλεύρων. Ο κλίβανος παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας - θερμοθάλαμος με τον χώρο εκκλιβάνισης μπορεί να αποτελούν συνέχεια του διαμερίσματος του ζυμωτηρίου και όχι ξεχωριστό χώρο όπως ισχύει σήμερα .
Ωστόσο για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας δυναμικότητας από τρεις χιλιάδες μέχρι πέντε χιλιάδες κιλά ανά εικοσιτετράωρο, η ελάχιστη επιφάνεια των διαμερισμάτων αυξάνεται κατά 20% και το ελάχιστο ύψος των διαμερισμάτων και χώρων ορίζεται σε τρία μέτρα. Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας από πέντε χιλιάδες μέχρι οκτώ χιλιάδες κιλά ανά εικοσιτετράωρο, η ελάχιστη επιφάνεια αυξάνεται κατά 30% και το ελάχιστο ύψος των χώρων σε τέσσερα μέτρα ενώ για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας πάνω από οκτώ χιλιάδες κιλά ανά εικοσιτετράωρο, οι ελάχιστες επιφάνειες που ορίζονται αυξάνονται κατά 7% ανά χίλια κιλά πρόσθετης δυναμικότητας παραγωγής.
Πηγές του υπουργείου Οικονομίας ανέφεραν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι με τις ρυθμίσεις που εισάγονται στο πολυνομοσχέδιο τα κριτήρια ανταποκρίνονται στην πραγματική εικόνα και τις ανάγκες των αρτοποιείων στην Ελλάδα, και δεν θα επηρεάσουν τα καταστήματα που ήδη λειτουργούν αλλά θα καταστήσουν πιο εύκολη τη δραστηριοποίηση νέων επιχειρήσεων στον κλάδο.
Όπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, σκοπός είναι οι συγκεκριμένες διατάξεις να συμπληρώσουν το νόμο. 4441/2016 που εισήγαγε και κατοχύρωσε τους όρους «παραδοσιακός άρτος», «παραδοσιακό αρτοποιείο» και «παραδοσιακός φούρνος» με βασικό στόχο να διακρίνονται σαφώς οι επιχειρήσεις που παράγουν ψωμί από φρέσκια ζύμη και να ενισχυθεί η αναγνωρισιμότητα και η εμπορική αξία του ελληνικού άρτου, ως μέρος της εθνικής μας παραγωγής και να αποφευχθούν φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με το υπουργείο, ο νόμος του 2007 (ν. 3526/2007) έθεσε ανεδαφικά κριτήρια και προϋποθέσεις για τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς, για την ίδρυση και λειτουργία των αρτοποιείων, κυρίως σε ό,τι αφορά τα ελάχιστα τετραγωνικά λειτουργίας.
Ο νόμος αυτός έσπρωχνε στο κλείσιμο χιλιάδες παραδοσιακά αρτοποιία, ιδίως σε ορεινές, απομακρυσμένες και νησιωτικές περιοχές, ενώ αποθάρρυνε την είσοδο νέων αρτοποιών στην αγορά του «παραδοσιακού άρτου».
Επιπλέον, ο νόμος του 2007 δεν εφαρμόστηκε ποτέ αφού δίνονταν διαδοχικές παρατάσεις στους επαγγελματίες προκειμένου να συμμορφωθούν με τις ανέφικτες πρόνοιες του με αποτέλεσμα χιλιάδες αρτοποιοί να παραμένουν αιχμάλωτοι για περισσότερο από μία δεκαετία.
Κατά συνέπεια, με τις νέες ρυθμίσεις εισάγονται κτιριοδομικά κριτήρια που ανταποκρίνονται στην πραγματική εικόνα και τις ανάγκες των αρτοποιείων στην Ελλάδα, τα οποία δεν θα επηρεάσουν τα καταστήματα που ήδη λειτουργούν αλλά θα καταστήσουν πιο εύκολη τη δραστηριοποίηση νέων επιχειρήσεων στον κλάδο ενώ μπαίνει τέλος στο καθεστώς ομηρίας χιλιάδων μικρομεσαίων αρτοποιών σε όλη τη χώρα που δημιούργησε ο νόμος του 2007.