Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, οι πολίτες αμήχανοι παρακολουθούν να ανατρέπονται με συνοπτικές διαδικασίες, κοινωνικές και θεσμικές κατακτήσεις πολλών δεκαετιών, για την επίτευξη των οποίων δόθηκαν σκληροί και επίπονοι αγώνες.
Η γενικότερη αβεβαιότητα λόγω της σοβούσας κρίσης, παραμερίζεται ωστόσο από την χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα που πάντα κυριαρχεί αυτές τις ημέρες, σε συνδυασμό με την επιστροφή στις παραδοσιακές οικογενειακές αξίες.
Η εορταστική αίσθηση των ημερών και η οικογενειακή θαλπωρή με την οποία συνειρμικά συνδέονται οι γιορτές των Χριστουγέννων, φέρνουν στην καθημερινή επικαιρότητα περιπτώσεις συνανθρώπων μας που η γενικότερη κρίση και η ιδιαιτερότητα του βίου, έχουν οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση.
Οι συνάνθρωποι μας αυτοί, είναι ως επί το πλείστον ηλικιωμένοι που ζουν μακριά από τις οικογένειές τους, οι οποίοι συνήθως πάσχουν από χρόνια νοσήματα και που ο καθένας έχει τη δική του πονεμένη ιστορία, που συνδυάζεται με τις συνέπειες των ατυχών προσωπικών επιλογών του ή των απρόβλεπτων εμποδίων που επιφυλάσσει η ζωή.
Οι συνάνθρωποί μας αυτοί περνούν δύσκολα, με στερήσεις που δεν μπορεί να στηρίξει το εισόδημά τους, ενώ με μεγάλη δυσκολία κατορθώνουν να προμηθεύονται είδη βασικής επιβίωσης.
Αρκετοί από αυτούς βρίσκουν καταφύγιο και θαλπωρή σε κάποια ιδρύματα όπως είναι οι οίκοι ευγηρίας, ενώ άλλοι υποστηρίζονται από φιλανθρωπικές οργανώσεις και προγράμματα κοινωνικής και προνοιακής πολιτικής.
Υπάρχουν όμως και κοινωνικά απομονωμένοι συνάνθρωποί μας, που παρά την δυσχερή κατάστασή που έχουν βρεθεί, διατηρούν με τον δικό τους τρόπο την αξιοπρέπειά τους και σηκώνουν μόνοι τους τον σταυρό της κοινωνικής τους απομόνωσης.
Αυτοί μπορεί να είναι κάποιοι συνάνθρωποι μας που έχουν χάσει το σύντροφό της ζωής τους, που είναι άκληροι, που ίσως έχουν εγκαταλειφθεί από τους οικείους τους, που πιθανώς έχουν υποστεί οικονομικές ζημίες και έχουν αποστερηθεί της περιουσίας τους, που έχουν βρεθεί μακριά από τον τόπο τους, που είναι άνεργοι, που είναι χρονίως πάσχοντες, που είναι άποροι.
Έτσι μέσα στο γενικότερο εορταστικό κλίμα, με τα υποτονικά χαρακτηριστικά λόγω της κρίσης, οι απομονωμένοι αυτοί συνάνθρωποί μας περνούν απαρατήρητοι και αποστερούνται το σημαντικότερο δώρο που μπορεί κάποιος να προσφέρει τις μέρες αυτές, την απλή ανθρώπινη επαφή και τον παρήγορο λόγο.
Τους συνανθρώπους μας αυτούς δεν θα τους επισκεφθούν τις μέρες αυτές εκπρόσωποι των Αρχών και των Φορέων για να τους προσφέρουν δώρα και ευχές. Η επικαιρότητα δεν πρόκειται να ασχοληθεί με αυτούς. Ούτε και οι ίδιοι θα επιδιώξουν να προβάλλουν την απομόνωσή τους.
Ο καθένας αν πραγματικά κοιτάξει με ενδιαφέρον στον εγγύς περίγυρο θα αναγνωρίσει αυτούς τους συνανθρώπους μας.
Είναι αυτοί που τους βλέπουμε κάθε ημέρα να προχωρούν αμίλητοι, αργά και διστακτικά, με τη θλίψη και την πικρία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους.
Τα Χριστούγεννα που είναι κατ εξοχήν Γιορτή της Αγάπης, έρχονται ανεξαίρετα για όλους τους ανθρώπους. Και οι κοινωνικώς απομονωμένοι συνάνθρωποί μας δικαιούνται το μερίδιο τους από τη θαλπωρή των ημερών με την απλή ανθρώπινη ζεστασιά και τον παρήγορο λόγο.
Αυτά τα πολύτιμα δώρα δεν κοστίζουν τίποτα σε αυτόν που τα προσφέρει ενώ σε αυτόν που τα δέχεται αποτελούν ανεκτίμητο θησαυρό
Αυτά μπορεί να τα προσφέρει ο καθένας. Ο γείτονας, ο ξεχασμένος συγγενής ή και ο απλός γνωστός.
Με αυτή την εκδήλωση Αγάπης, θα παραμεριστεί η μιζέρια της οικονομικής κρίσης και τα Χριστούγεννα θα είναι πιο ανθρώπινα και πιο χαρούμενα για όλους.