Τη συγκλονιστική ιστορία του Βεροιώτη λυράρη Γιώργου Καρυπίδη, που αν και έχασε το δεξί του χέρι, καταφέρνει με πείσμα και πάθος να παίζει λύρα με τον προσθετικό βραχίονα του, έχοντας ένα μικρό γάντζο στο τέλος για να κρατάει το τοξάρι, περιγράφει το e-Pontos.gr (άρθρο του Γιάννη Απαζίδη). Ένα μεγαλείο ψυχής όπου το πάθος και η αγάπη του, βοηθούν τον λυράρη να ξαναπαίξει λύρα!
Ο Γιώργος Καρυπίδης γεννήθηκε στο Διαβατό Ημαθίας. Σε μικρή ηλικία ο παππούς του τον ρώτησε αν θέλει δώρο για το Πάσχα παπούτσια ή ποντιακή λύρα, και ο μικρός Γιωρίκας απάντησε "κεμεντζέν!" Και έτσι περπατήσανε από το χωριό τους στο διπλανό χωριό, το Μακροχώρι, και αγοράσανε μια λύρα για 500 δραχμές, η οποία ήρθε από τον Πόντο. Είναι αριστερόχερος ο Γιώργος. Τα πρώτα μαθήματα λύρας τα πήρε από τον χωριανό του Κωνσταντίνο Αυγητίδη. Όταν άρχιζε να παίζει πλέον ο Γιωρίκας, έγινε ο λυράρης του πολιτιστικού συλλόγου στο Διαβατό, και αργότερα έπαιζε σε γάμους, βαπτίσια, και πανηγύρια.
Έρχεται και τον ακούει στο χωριό του η γνωστή τραγουδίστρια Νόπη Παπαδοπούλου και ενθουσιάζεται πολύ με το ταλέντο του. Τον παίρνει μαζί της σαν λυράρη σε ποντιακό κέντρο στην Πτολεμαΐδα και συνεργάζονται εκεί. Αργότερα στο γνωστό Ποντιακό κέντρο της Κατερίνης "Πρόσφυγας" εμφανίζεται σαν νέος λυράρης και τραγουδιστής. Μετά από την εμφάνιση του στον Πρόσφυγα, δέχεται πρόσκληση από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να παίξει στο συνέδριο της Παμποντιακής Ομοσπονδίας ΗΠΑ-Καναδά το 1986. Και έτσι μετακομίζει στην Αμερική στην πόλη της Φιλαδέλφειας.
Στην Αμερική γίνεται γνωστός λυράρης και τραγουδιστής, ταξιδεύοντας σε όλη την Αμερική και Καναδά με την λύρα του και το τραγούδι του, και παν' απ' όλα το αξεπέραστο χιούμορ του. Δυστυχώς για τον Γιωρίκα γίνεται ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, και ως συνοδηγός που βρέθηκε στο αυτοκίνητο, κόβεται το δεξί χέρι του πάνω από τον αγκώνα. Ήτανε ανήμερα των Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης ξημερώματα, στις 21 Μαΐου 1995. Επειδή είναι αριστερόχερος, με το δεξί του κρατούσε τις χορδές της λύρας, απότομα τελειώνει η καριέρα του σαν λυράρης. Αποσύρεται από το κοινό σιγά σιγά, και προσπαθεί να συνηθίσει τη ζωή του χωρίς "τη γραιίτσα του" όπως λέει χαρακτηριστικά για την αγάπη του, την ποντιακή λύρα του. "Κάθε βράδυ ονειρεύομαι ότι παίζω λύρα, και μετά ξυπνάω", και έτσι συνεχιζόταν ο εφιάλτης του Γιωρίκα.
Η ζωή όμως έχει πολλά γυρίσματα και ποτέ δεν ξέρεις τι σου περιμένει την επόμενη μέρα. Σε μία επίσκεψη του στον γιατρό του για να φορέσει προσθετικό βραχίονα, αφού ξέρει ο γιατρός το πάθος του για το όργανο, τον συμβουλεύει να τον δώσει ένα προσθετικό μ' ένα μικρό γάντζο στο τέλος για να κρατάει το τοξάρι. Αλλά αυτό θα βόλευε μόνο αν έπαιζε με το δεξί και όχι όπως είχε μάθει να παίζει με το αριστερό χέρι κρατώντας το τοξάρι. Έτσι αποφασίζει να πάει τη "γραιίτσαν" στην Ελλάδα στον γνωστό μάστορα λύρας τον Νίκο Παναγιωτίδη στο Αμμοχώρι Φλώρινας. Εκεί μεταμορφώνεται η λύρα του από αριστερόχερη σε κανονική λύρα που παίζεται με το δεξί χέρι.
Έτσι απλά αλλάζει οριστικά η ζωή του Γιωρίκα και πριν δυόμιση μήνες αρχίζει πάλι και παίζει λύρα, μαθαίνοντας σχεδόν από την αρχή αφού τώρα κρατάει την λύρα με το δεξί "χέρι" του αντί από το αριστερό που έπαιζε χρόνια. Αντιμετωπίζει φυσικά κάποιες δυσκολίες, αλλά το πάθος και η αγάπη του δεν θα τον σταματήσουν να ξαναπαίξει λύρα.