Γράφει η Νανά Παπαϊωάννου
φιλόλογος- λογοτέχνις
Μη φανταστείτε πως είναι τίτλος διηγήματος ούτε δικό μου εφεύρημα η παραπάνω πρόταση.Τη βρήκα γραμμένη, με κόκκινα γράμματα, πάνω σ’έναν τοίχο, ε-νός παλαιού, παραδοσιακού, θα έλεγα, σπιτιού, κάπως εγκαταλελειμμένου.
Όχι, απλά, με εξέπληξε αλλά μου προκάλεσε ιδιαίτερο θαυμασμό αυτή η αυθόρμητη και ειλικρινής διατύπωση της σκέψης ή της αγανάκτησης ή και της επικριτικής, αν θέλετε, στάσης, από μέρους του γράφοντος.
Συχνά, αγανακτούμε με το θέαμα των βαμμένων ή καλύτερα μουντζουρωμένων τοίχων,με τα ποικίλου περιεχομένου συνθήματα. Κάποια από τα γκράφιτι, με φωτεινά και όμορφα, συνδυασμένα χρώματα, σε μικρές ή μεγάλες επιφάνειες είναι ξεχωριστά, ως προς τα θέματα ή την καλλιτεχνική τους απόδοση. Ενώ άλλα προκαλούν δυσφορία με τα σκούρα χρώματα και τις τερατοειδείς παραστάσεις, ιδιαίτερα, όταν τα συναντούμε σε τοίχους παιδικής χαράς, όπου παίζουν μικρά παιδιά. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι καθόλου ευχάριστο στον καθένα από εμάς να σηκωθεί ένα ωραίο πρωινό και να βρει τον φρεσκοβαμμένο του τοίχο ζωγραφισμένο από κάποιον επίδοξο καλλιτέχνη ή αγανακτισμένο νεαρό, που ήθελε, οπωσδήποτε, να δηλώσει την παρουσία του, έστω και μ’ αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο.
Ας έρθουμε, όμως, στο παραπάνω ιδεογράφημα κι ας εξετάσουμε, ενδελεχώς, το μήνυμά του, γιατί σίγουρα μας στέλνει ένα εντυπωσιακό μήνυμα και, γιατί όχι, μας δίνει ένα ηχηρό χαστούκι. Υπονοεί, φυσικά, τις αίθουσες μαθησιακής διδασκαλίας, όπου τα παιδιά, επί δεκαοκτώ χρόνια, περνούν τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Τα πιο όμορφά τους χρόνια, τα πιο ξέγνοιαστα κυλούν σε μία υποχρεωτική αποδοχή γνώσεων, απαραίτητων για τη μόρφωσή τους και την επαγγελματική τους σταδιοδρομία.. Παράλληλα, το σχολείο αναλαμβάνει, μέσω των διδασκάλων και των ειδικών μαθημάτων, να διαπαιδαγωγήσει τους νέους, από τη μικρή τους ηλικία μέχρι την ολοκλήρωση της εφηβείας τους, ώστε να αποκτήσουν ήθος, ευγενικά κίνητρα και κατευθύνσεις, να οικοδομήσουν την εύπλαστη προσωπικότητά τους πάνω σε αξίες και ιδανικά. Αυτοί θα αποτελέσουν τους αυριανούς πολίτες της κοινωνίας, στην οποία ζουν, επομένως, απ’ το ήθος και την όλη τους «στάση ζωής» θα εξαρτηθεί και η δική της εύνομη και ευοίωνη πορεία.
Πότε και γιατί οι αίθουσες διδασκαλίας καταντούν αίθουσες πλήξης και κατά τον συνθηματία «νεκροταφεία», αφού η ζωή κάνει «κοπάνα» απ’ αυτές; Ένα βαρυσήμαντο ερώτημα, που αφορά τον χώρο, όπου γίνονται τα μαθήματα, τους διδάσκοντες και το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, που αποφασίζει για τα προγράμματα σπουδών. Αν λείπει ο ενθουσιασμός από τον δάσκαλο για το αντικείμενό του, αν απουσιάζει η αγάπη για το παιδί, αν η ικανότητα της μεταδοτικότητας, από μέρους των διδασκόντων δεν είναι αρκετή , αν οι διδάσκοντες δεν είναι παράδειγμα προς μίμηση, τότε και οι μαθητές δεν θα έχουν την ανάλογη ανταπόκριση και τη χαρά της μάθησης. Από την άλλη, αν οι χώροι διδασκαλίας είναι ακατάλληλοι, αν οι ιθύνοντες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου πειραματίζονται με νομοθετικές διατάξεις και σχολικά προγράμματα, αμφιβόλου αξίας και αποτελεσμάτικότητας, που δεν κεντρίζουν το ενδιαφέρον των μαθητών και δεν προβάλλουν το όραμα για ένα καλύτερο Αύριο, για μια ζωή με ουσία και ποιότητα, που να κανοναρχείται από αξίες και ιδανικά, τότε , σίγουρα, από τις «αίθουσες της πλήξης» θα συνεχίζει να κάνει «κοπάνα» η ζωή.
Το παιδί από τη φύση του είναι ελεύθερο. Η λαμπικαρισμένη ψυχή του αποζητά την άδολη αγάπη, διψά για την αλήθεια και απαιτεί τον σεβασμό μας. Ενστικτωδώς, διαθέτει ένα δυνατό κριτήριο, αλάνθαστο, τις περισσότερες φορές, κι ας νομίζουμε πως συμβαίνει το αντίθετο.
Στην προκειμένη περίπτωση καλό είναι να ξανακουστούν οι στίχοι του μεγάλου μας ποιητή Κωστή Παλαμά, που γράφτηκαν πριν από έναν περίπου αιώνα, μα πάντα θα είναι επίκαιροι. Ιδιαίτερα, στις μέρες μας, που, στο όνομα, άραγε, ποιας προοδευτικής φόρμουλας τα πάντα έχουν πάρει την κατιούσα και ο χώρος της Παιδείας υφίσταται την οδυνηρή εμπειρία ποικίλων και ανούσιων πειραματισμών, προβάλλοντας το ψεύτικο ως αληθινό, το κάλπικο ως γνήσιο, το ιδανικό ως απαξίωση και αναχρονιστικό.