Η δίκαια κατανομή των οικονομικών επιβαρύνσεων σε αντιστοιχία με τις δυνατότητες του πολίτη, δεν είναι απλά μια ηθική υποχρέωση των εκάστοτε κυβερνώντων, αλλά προβλέπεται και από το Σύνταγμα: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους» (άρθρο 4 παρ. 5). Αντίστροφα, οι ομάδες πληθυσμού οι οποίες εμφανίζονται να έχουν αυξημένες οικονομικές ανάγκες, δικαιούνται αυξημένης κρατικής μέριμνας. Με το σκεπτικό ότι οι ανάγκες μιας οικογένειας αυξάνουν αναλόγως του αριθμού των παιδιών που αυτή συντηρεί, ο συνταγματικός νομοθέτης όρισε ότι: «Οι πολύτεκνες οικογένειες έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το κράτος» (άρθρο 21 παρ. 2).Δυστυχώς, η συνταγματική επιταγή για δίκαιη αντιμετώπιση τηςπολυτεκνίας, δεν λαμβάνεται υπόψη από το ελληνικό κράτος. Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος: το εθνικών διαστάσεων δημογραφικό πρόβλημα. Η Πολιτεία δείχνει να το αγνοεί, παρά την επίσης συνταγματική πρόβλεψη: «Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του κράτους» (άρθρο 21 παρ. 5).
Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας αποτυπώνεται σε μελέτη τουΙνστιτούτου του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη (Αύγουστος 2017), σύμφωνα με την οποία ο δείκτης γεννήσεων στην Ελλάδακατέβηκε στο 1,3%ο, συνυπολογιζομένων των μεταναστών που προστέθηκαν στον ελληνικό πληθυσμό. Επισημαίνεται δε ότι από το 2011 ως το 2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της εξαιτίας, μεταξύ άλλων, του μικρού αριθμού παιδιών που γεννιούνται (περίπου 90.000 ετησίως). Προβλέπεται ότι έχοντας η χώρα έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη με το 21% των κατοίκων της άνω των 65 ετών, από 10,8 εκατομμύρια το 2016, θα αριθμεί περί τα 9,9 εκατομμύρια το 2030και 8,9 εκατομμύρια ως το 2050. Και αποδίδεται η μείωση των γεννήσεων όχι μόνο σε οικονομικούς παράγοντες, αλλά και σε κοινωνικούς – ψυχολογικούς: επιδίωξη προσωπικής αυτονομίας και επαγγελματικής καριέρας, υψηλά ποσοστά διαζυγίων, υποτίμηση του γάμου και της οικογένειας, ενώ προτείνεται ως λύση ημόνιμη εγκατάσταση και ενσωμάτωση περισσότερων μεταναστών.
Παράλληλα, σήμα κινδύνου εκπέμπεται και από Έλληνες επιστήμονες. Οπανεπιστημιακός, οικονομολόγος και πολιτικός Μανόλης Δρεττάκης, τον Απρίλιο του 2016, σε άρθρο με τίτλο «Δημογραφικό και μετανάστευση αδειάζουν την Ελλάδα», σημειώνει ότι «η ανεργία, εξαιτίας της αύξησης του AEΠ μειωνόταν σταθερά μέχρι το 2008, αλλά το 2009 η οικονομική κρίση προκάλεσε μεγάλη αύξησή της. Οι γεννήσεις, ως αποτέλεσμα τόσο της αύξησης του AEΠ όσο και της μείωσης της ανεργίας αυξάνονταν μέχρι το 2008. Το 2009 σημειώθηκε μικρή κάμψη τους, η οποία πήρε μεγάλες διαστάσεις και συνεχίστηκε, λόγω της ύφεσης και της αύξησης της ανεργίας».Σημειώνει ακόμη ότι «η ανεργία, εξαιτίας της αύξησης του AEΠ μειωνόταν σταθερά μέχρι το 2008, αλλά το 2009 η οικονομική κρίση προκάλεσε μεγάλη αύξησή της».Επιρρίπτειδεευθύνες συλλήβδην «στις κυβερνήσεις της N.Δ. και του ΠA.ΣO.K., στην πολιτική των οποίων τα 35 χρόνια της Mεταπολίτευσης οφείλεται η κρίση και το χείλος του γκρεμού, στον οποίο βρέθηκε η χώρα το 2009».
Αν και δεν ωφελεί η συζήτηση για το μοίρασμα των ευθυνών, καλό είναι να σημειωθεί ότιοι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ,υπήρξαν κατά πολύ μακροβιότερες από αυτές της Ν.Δ..Επίσης, ότι η αύξηση του ΑΕΠ και η μείωση της ανεργίας, σύμφωνα με τον κ. Δρεττάκη, παρατηρήθηκαν το 2008,δηλαδή με τηνκυβέρνηση Καραμανλή. Τότε σημειώθηκε και ηαύξηση των γεννήσεων, η οποία συνδυάζεται μεδημογραφικά μέτρα που ίσχυσαν τότε, όπως:
- Ν. 3255/2004,άρθρο 6 παρ. 3, για τον κατά προτεραιότητα διορισμό των πολύτεκνων εκπαιδευτικών
- Ν. 3454/2006, για την παροχή των επιδομάτων τριτεκνίας και πολυτεκνίας, όπως και της τιμητικής σύνταξη της πολύτεκνης μητέρας ενήλικων τέκνων.
Ανάλογα μέτρα δημογραφικού χαρακτήρα είχαν ληφθεί και παλιότερα. Με το άρθρο 63 Ν. 1892/90 «μέτρα για το δημογραφικό πρόβλημα», η κυβέρνηση Μητσοτάκη τόλμησε να καταργήσει το περίφημο «πεντακοσάρικο της ντροπής», όπως ονόμαζαν τότε οι πολυτεκνικές οργανώσεις την επιχορήγηση της πολύτεκνης μητέρας. Αντ’ αυτού θεσμοθέτησεμηνιαίο επίδομα 30.000 δραχμών για κάθε παιδί από το τρίτο και μετά, καθώς και ισόβια σύνταξη στην πο¬λύτεκνη μητέρα. Στη συνέχεια, το 1991, μετά από πρόταση του Πρωθυπουργού Κων/νου Μητσοτάκη, η Βουλήμε την υπ. αριθμ. 6355/4101 απόφασή της, δέχτηκε ομό¬φωνα τη Σύσταση Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής «για τη μελέτη σε βάθος του Δημογραφικού προβλήματος της χώρας και τη διατύπωση προτάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του».Η Επιτροπή, που αποτελούνταν από τον Βασίλειο Σωτηρόπουλο, τον ΒασίλειοΓερανίδη και τον Μανόλη Δρεττάκη, τον Φεβρουάριο του 1993ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της εργασίας της, τα οποία αναφέρονται στη συνέχεια:
Ο δείκτης γεννήσεων που πριν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν 12-13%,
κατά το διάστημα 1950-1980 διατηρήθηκε στο 2,2, ενώ το 1990 έπεσε στο 1,4. Η αιτιολόγηση που δόθηκε στην διαφαινόμενη μείωση των γεννήσεων ήταν παρόμοια με αυτήν της μελέτης του Ινστιτούτου του Βερολίνου: «Τα διαζύγια παρουσιάζουν στη χώρα μας μεγάλη αύξηση. Στη δεκαετία του 1960 αντιστοιχούσαν 5 διαζύγια σε 100 γάμους ετη¬σίως, στο τέλος της δεκαετίας του 1970 έφθασαν σε 10 και στο τέλος της δεκαετίας του 1980 ο αριθμός έφθασε σε 13. Ο αριθμός αυτός των διαζυγίων αφορά κυρίως στις ηλικίες κάτω του 50ου έτους, ηλικίες που δεν έχουν ολοκληρώσει την αναπαραγωγική περίοδο τους, με δυσμενή δημογραφικά και κοινωνικοοικονομικά επακόλουθα.
Η νέα αντίληψη για την οικογένεια και την κοινωνία, τα προβλήματα στέγης, εργασίας, επαρκούς εισοδήματος, εκπαίδευσης, η έλλειψη κατάλληλων βρεφονηπιακών σταθμών κλπ, οδηγούν σε ολιγομελείς οικογένειες και σε αναβολή γάμων».
Η εισροή μεταναστών, όχι μόνο δεν θεωρήθηκε λύση του δημογραφικού προβλήματος από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή του 1991-1993, αλλά αντίθετακρίθηκε επικίνδυνη για το κράτος και τους πολίτες. Ηενίσχυση του πληθυσμού στην Ελλάδαμε ανθρώπους «τελείως διαφορετικού πολιτισμού», δε σήμαινε αύξηση του ελληνικού πληθυσμού. Αντίθετα: «Με την αθρόα είσοδο λαθρομεταναστών-αλλοδαπών κυρίως μουσουλμάνων από Αφρικανοασιατικές χώρες, η Ελλάς μεταβάλλεται σε τόπο υποδοχής μεταναστών που δημιουργούν σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα (προστριβές στην αγορά εργασίας, αύξηση της εισφοροδιαφυγής με μεγάλες συνέπειες στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, αύξηση εγκληματικότητος κλπ) και δεν μπορούν να προσαρμοστούν προς την ελληνική κοινωνία λόγω του τελείως διαφορετικού πολιτισμού του Ισλάμ. Το θέμα αυτό του αλλοδαπού πληθυσμού από τις χώρες της Ασίας και της Αφρικής που παραμένει στη χώρα μας, πρέπει να αναλυθεί πολύ προσεκτικά, μέσα στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων της Κοινότητας για τη χάραξη μιας εθνικής πολιτικής λόγω της γεωγραφικής μας θέσης, για να αποφύγουμε φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού και για να μελετηθούν οι επιπτώσεις στη δημογραφική εξέλιξη του ελληνικού πληθυσμού».
Η Επιτροπή εκείνη πρότεινε επιπλέον μέτρα, θεωρώντας ότι «τα προβλήματα του πληθυσμού πέραν από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που επιφέρουν γενικά, για τη χώρα μας ειδικά έχουν και άμεση σχέση με την εδαφική μας ακεραιότητα και εθνική ανεξαρτησία». Σε πλήρη αντίθεση με τις σήμερα προωθούμενες αξίες, η Επιτροπή τόνιζε: «Η οικογένεια και η τεκνοποίηση έχουν μεγάλη κοινωνική αξία και πρέπει να προβάλλονται και να ενισχύονται παντοιοτρόπως. Στα πλαίσια της εκπαίδευσης να τονίζεται η σημασία της πολυτεκνίας και η κοινωνική προσφορά της πολύτεκνης οικογένειας». Από την Εκκλησία ζητούσε «να τονώνεται σε κάθε κατάλληλη στιγμή η ελληνική παράδοση και το θρησκευτικό συναίσθημα». Την ήθελε αρωγό «στο θέμα των εκτρώσεων», ως προς τη«συμβουλευτική και ενημερωτική διαδικασία από υπεύθυνα ειδικά κέντρα για πολύπλευρη τόνωση (ηθική και υλική) της εγκύου».
Κυρίαρχο αίτημα της Επιτροπής ήταν«το κάθε ζευγάρι να αποκτήσει τον αριθμό των παιδιών που επιθυμεί», αλλά και σε μια ευρύτερη προοπτική, «η κοινωνία να γίνει παιδοκεντρική. Να προστατεύει το παιδί και να του αφιερώνει περισσότερο χρόνο από ό,τι σήμερα και να παίρνει όλα εκείνα τα μέτρα που θα το αποτρέψουν από το να καταφεύγει στα ναρκωτικά, στην εγκληματικότητα, στην παιδική πορνεία και γενικά στην εκμετάλλευση». Γι’ αυτό και τα περισσότερα από τα προτεινόμενα μέτρα αφορούσαν την προστασία της οικογένειας, ανεξαρτήτως αριθμού τέκνων: «Να γενικευθούν και να επεκταθούν τα μέτρα για την προστα¬σία της γυναίκας κατά την κύηση και τον τοκετό. Τα ασφαλιστικά ταμεία να αναλαμβάνουν τις δαπάνες για τις σύγχρονες μεθόδους γονιμοποίησης σε ζευγάρια που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στειρότητας. Να βελτιωθούν οι υπηρεσίες υγείας στην πρωτοβάθμια φροντίδα και να καταβληθεί πιο έντονη προσπάθεια για μεγαλύτερη μείωση της βρεφικής θνησιμότητας, κυρίως στην περιφέρεια που στερείται ειδικών νεογνικών μονάδων». «Η ανεργία των νέων είναι σοβαρός ανασταλτικός παράγοντας για την απόκτηση παιδιών. Σημασία πρωταρχική έχει η συνολική ανάπτυξη της χώρας γενικότερα και η ανάπτυξη της περιφέρειας ειδικότερα με υγιή και μακρόπνοα προγράμματα, τα οποία θα δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας». «Να χορηγούνται επιδόματα σπουδών σε ζευγάρια ως κίνητρα για τεκνοποίηση σε νεαρότερες ηλικίες και να καθιερωθεί η προτεραιότητα συμμετοχής, για νέους ανέργους γονείς, στα αμειβόμενα σεμινάρια επαγγελματικής κατάρτισης». «Να ιδρυθούν περισσότεροι βρεφονηπιακοί σταθμοί σε όλη τη χώρα και να λειτουργούν με κατάλληλο προσωπικό και με ωράριο που να εξυπηρετεί τις εργαζόμενες μητέρες. Να συσταθεί σώμα βοηθών μητέρων από εκπαιδευμένες νέες που θα αναπληρώνουν τις εργαζόμενες μητέρες (παιδιά 4 - 5 οικογενειών μαζί) και να επιχορηγείται η φύλαξη και η φροντίδα 4-5 παιδιών σε ένα σπίτι υπό την επίβλεψη των ιδίων των μητέρων τους». «Φορολογικές απαλλαγές για κάθε παιδί». «Η μονογονεϊκή οικογένεια να τυγχάνει ειδικής προστασίας». «Να τροποποιηθεί ο νόμος που ισχύει σήμερα για την υιοθεσία ενός παιδιού, γιατί είναι πολύπλοκος και γραφειοκρατικός με αποτέλεσμα να υπάρχουν ιδρύματα με πολλά παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί και οι διαδικασίες να αποτρέπουν την υιοθεσία».
Επιπλέον, με το σκεπτικό ότι η αύξηση του πληθυσμού συντελείται όταν ο δείκτης γεννητικότητας ανεβαίνει στο 2,2,προτάθηκε να ενισχύεται κατ’ αρχήν η τριτεκνία: «Για να ανακοπεί η μείωση των γεννήσεων και να εξασφαλισθεί η ανανέωση του .πληθυσμού και η επιβίωση του Ελληνισμού, πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία και να τεθεί ως στόχος το τρίτο παιδί». «Οικογένεια με τρία παιδιά πρέπει να χαρακτηρίζεται πολύτεκνη». «Το επίδομα για το τρίτο παιδί να δίδεται μέχρι το τέλος της πρώτης σχολικής ηλικίας (12 ετών). Το ύψος του σήμερα να αυξηθεί στο 50% του κατώτατου μηνιαίου μισθού και με προοπτική αύξησης, ώστε να φθάσει σύντομα το σύνολο του μισθού. Το επίδομα αυτό να δίδεται και στο δεύτερο παιδί για 3 χρόνια όταν το εισόδημα της οικογένειας είναι πολύ χαμηλό».
Κρίνοντας ότι «η εξασφάλιση οικογενειακής στέγης είναι ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα για την τεκνοποίηση»,η Επιτροπή θεώρησε ότι «πολύτεκνοι με χαμηλά εισοδήματα πρέπει να αποκτούν δωρεάν κατοικία με προτεραιότητα τους υπερπολύτεκνους, αλλά και κάθε νέο ζευγάρι που αποκτά παιδί και το εισόδημα του είναι κάτω από ένα όριο πρέπει να ενισχύεται μέσα από ειδικό στεγαστικό πρόγραμμα για την απόκτηση κατοικίας (χαμηλότοκα δάνεια, γενναία επιδότηση ενοικίου κλπ). Οικόπεδα ή εκτάσεις του δημοσίου να παραχωρούνται με αντιπαροχή για ανέγερση κατοικιών που θα καλύψουν στεγαστικές ανάγκες πολύτεκνων οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα». Ακόμη, προβλέποντας τη δυσκολία των παιδιών πολύτεκνης οικογένειας να σπουδάσουν, ζητούσε «Να προκαθορισθεί ένα ποσοστό υποτροφιών για σπουδαστές πολυτέκνων οικογενειών όταν το εισόδημα τους είναι χαμηλότερο ενός ορίου.Από το τέταρτο παιδί και πάνω να χορηγείται, σε οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα, επίδομα διπλάσιο του προβλεπόμενου, μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας ή το 21ο εφ’ όσον το παιδί σπουδάζει».
Οι παραπάνω προτάσεις, είχαν πολλές πιθανότητες να γίνουν πράξεις, διότι υπήρξαν προϊόντα πολιτικής βούλησης κατά βάση του ίδιου του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αλλά και διακομματικής συνεργασίας.
Οι εκλογές του 1993 όμως ματαίωσαν την ελπιδοφόρα αυτή προσπάθεια, η οποία, παρεπιπτόντως, σβήστηκε πάραυτα και από τη μνήμη του ελληνικού λαού. Μετά δυσκολίας ανευρέθηκε στο διαδίκτυο μια δήλωση από το σύλλογο πολυτέκνων της Λιβαδειάς, η οποία αναφερόταν με ευγνωμοσύνη στον πρωτεργάτη του αγώνα διάσωσης της ελληνικής οικογένειας. Η δήλωση έγινε εξ’ αφορμής του θανάτου του και το απόσπασμα παρατίθεται αυτούσιο:
«Στις 29 Μαΐου 2017 έφυγε από την ζωή ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε ηλικία 99 ετών μετά πολυετή και πλούσια δράση στα πολιτικά πράγματα της πατρίδας μας τα τελευταία 70 χρόνια .Μετριοπαθής,σοβαρός και υπεύθυνος πολιτικός άνδρας είπε αλήθειες στον Ελληνικό λαό και πίστεψε στην ενότητα των Ελλήνων μακριά από λαϊκισμούς ,ψεύτικες υποσχέσεις και διχαστικές λογικές. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει την πολυκύμαντη ζωή και το σπουδαίο έργο του μεγάλου αυτού πολιτικού.Στο Νόμο 1892/90 που ψήφισε η τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον κ. Κων/νο Μητσοτάκη με τον οποίο νόμο για πρώτη φορά η Ελληνική Πολιτεία καθιέρωσε τα επιδόματα στην πολύτεκνη οικογένεια ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών καθώς και την ισόβια τιμητική σύνταξη στην πολύτεκνη μητέρα. Με τα κοινωνικά και δημογραφικά αυτά μέτρα η πολιτεία ουσιαστικά αναγνώρισε και πρόβαλε την οικογένεια σαν πρότυπο στην Ελληνική κοινωνία και επιπλέον συνειδητοποίησε τους κινδύνους από την υπογεννητικότητα που ήδη είχε εμφανιστεί και απειλούσε το μέλλον και την προοπτική της χώρας μας. Πρέπει να σημειωθεί ότι με τα μέτρα αυτά σημειώθηκε ανάκαμψη των γεννήσεων στην πατρίδα μας. Δυστυχώς οι επόμενες κυβερνήσεις αντί να λάβουν επιπλέον νομοθετικά μέτρα για την ενίσχυση της Ελληνικής οικογένειας αντίθετα σιγά σιγά κατήργησαν τις ευεργετικές αυτές διατάξεις».
Με τις ενέργειες των επόμενων κυβερνήσεων, όντως συρρικνώθηκαν τα δικαιώματα των πολυτέκνων, και όχι μόνο.Τιμωρείται από το κράτος σήμερα η απόκτηση παιδιών, ανεξαρτήτως αριθμού. Κυρίως όμως οργανώθηκε συστηματικός και ύπουλος πόλεμος εναντίον της οικογένειας σε θεωρητικό επίπεδο.Με αιχμή του δόρατος την εκπαίδευση,ο πόλεμος αυτός ξεκίνησε την περασμένη χρονιά παρουσιάζοντας τις «έμφυλες ταυτότητες».Συνεχίζοντας φέτος, με το ξεκίνημα του σχολικού έτους, ανακοινώθηκε στους εκπαιδευτικούς η διοργάνωση «σειράςεπιμορφωτικών προγραμμάτων» από το Ινστιτούτο Επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, «μετά από ανίχνευση εκπαιδευτικών αναγκών» (βλ. ιστοσελίδα του Ε.Κ.Δ.Δ.Α.).Όλως τυχαία, ο πρώτος θεματικός κύκλος, που απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, στοχεύει στην «ευαισθητοποίηση σε θέματα διακρίσεων και ισότητας των φύλων». Ο κυρίως σκοπός και οι επιμέρους στόχοι που περιγράφονται στη σχετική ανακοίνωση, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επιεικώς αφελείς, ανούσιοι και άνευ αντικειμένου στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο. Η επιμονή όμως –έως και εμμονή- στην εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αθώα. Ο τελευταίος από τους στόχους «καταπολέμηση της αναπαραγωγής από το σχολείο των κυρίαρχων ιδεολογιών για τις σχέσεις των φύλων, που οδηγούν στη διαμόρφωση ανδρικών και γυναικείων ταυτοτήτων και συμβάλλουν στην κοινωνική κατασκευή τους», αλλά και το ότι «θα δοθεί έμφαση στην αποσαφήνιση εννοιών π.χ. βιολογικό και κοινωνικό φύλο, έμφυλες ταυτότητες», συνιστούν στοιχεία που προκαλούν απορία, αν όχι τρόμο για τις προθέσεις των ιθυνόντων τα εκπαιδευτικά πράγματα.
Η αντίσταση του εκπαιδευτικού κόσμου, στην πλειοψηφία του, θεωρείται δεδομένη. Ο πόλεμος όμως εναντίον της οικογένειας είναι πολυμέτωπος.Μια κυβέρνηση που δείχνει σε κάθε ευκαιρία τα δόντια της προς την ελληνική οικογένεια, δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Μοναδική ακτίνα ελπίδας διαφαίνεται στη θετικήαντιμετώπιση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης απέναντι στο κύτταρο αυτό της κοινωνίας.Η στάση του σημερινού προέδρου της Κυριάκου Μητσοτάκη, ευθυγραμμισμένη με τη στάση του Κώστα Καραμανλή και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, εκφράζεται σε κάθε ευκαιρία. Χαρακτηριστική ήταν η ομιλία του στην εκδήλωσητου Συλλόγου Πολυτέκνων Θεσσαλονίκης (17-9-2016):
«Σοφία, Πίστη, Αγάπη και Ελπίδα. Χρόνια πολλά σε όλες τις εορτάζουσες.Θέλω να ευχαριστήσω πολύ για το μετάλλιο το οποίο θα μου δώσετε, το οποίο θα ήθελα να το αφιερώσω στη μνήμη της μητέρας μου, της Μαρίκας Μητσοτάκη.Θυμάμαι ότι το 1992 κάνατε μια μεγάλη εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο και την τιμήσατε.Διότι, για πρώτη φορά, κατοχυρώθηκε η έννοια της πολύτεκνης μάνας, και η ίδια ευαισθητοποιημένη, καθώς είχε 4 παιδιά, αναγνώριζε - και εμείς αναγνωρίζουμε - την πολύ μεγάλη σημασία που έχει η στήριξη της μεγάλης προσπάθειας που καταβάλλετε.Ο Πρόεδρος αναφέρθηκε στα τραγικά δημογραφικά δεδομένα της χώρας. Εάν συνεχίσουμε σε αυτήν την πορεία, ο πληθυσμός της Ελλάδας το 2050 θα είναι περίπου 7.500.000. Και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε για λόγους, πρωτίστως, εθνικούς. Σήμερα γεννιούνται κατά μέσο όρο 1,4 παιδιά ανά γυναίκα στην Ελλάδα. 1,4 είναι οι τελευταίες στατιστικές, όταν χρειαζόμαστε περίπου 2,1 παιδιά για να κρατήσουμε τον πληθυσμό μας σταθερό.Και το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους πολύτεκνους. Οι πολύτεκνοι είναι αυτοί οι οποίοι επιβαρύνονται ιδιαίτερα. Αφορά πολλές οικογένειες, οι οποίες δεν αποφασίζουν καν να κάνουν το δεύτερο παιδί ή το τρίτο παιδί ή δεν μπορούν καν να κάνουν το πρώτο παιδί.Χρέος μας σήμερα, χρέος της Νέας Δημοκρατίας, είναι πρωτίστως να σταθούμε δίπλα στη μέση ελληνική οικογένεια - αυτή η οποία έχει δοκιμαστεί περισσότερο από την κρίση - στο πλαίσιο των οικονομικών δυνατοτήτων.Θα ακούσετε, σήμερα το βράδυ, λίγες στοχευμένες εξαγγελίες, για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε την ελληνική οικογένεια. Υπάρχουν, όμως, και μια σειρά από παρεμβάσεις, που – όπως είπε και ο Πρόεδρος - δεν έχουν ιδιαίτερο κόστος και οι οποίες σηματοδοτούν από πλευράς πολιτείας την ανάγκη να στηρίξουμε αυτούς οι οποίοι επιλέγουν να αποκτήσουν μεγάλες οικογένειες και επωμίζονται το πολύ μεγάλο κόστος, αλλά - τολμώ να πω - και την πολύ μεγάλη χαρά να έχουν πολλά παιδιά. Γιατί τα παιδιά είναι ευλογία. … Να συγχαρώ και πάλι προσωπικά, όσες και όσους, με τις μικρές τους ή μεγαλύτερες προσπάθειες, καταφέρνουν και κρατούν ζωντανή αυτήν την αίσθηση της συλλογικότητας, της κοινωνικής προσφοράς, των δεσμών της ελληνικής οικογένειας. Διότι αυτοί οι δεσμοί μας κράτησαν όρθιους τα χρόνια της κρίσης».
Ο Φώτης Δ. Κουτσουπιάς διετέλεσε σχολικός σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ημαθία και είναι: πτυχιούχος Ακαδημίας, Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στον τομέα της νεώτερης εκκλησιαστικής ιστορίας της Θ. Σ. του Α.Π.Θ. και διδάκτορας παιδαγωγικών επιστημών της Π. Σ. του Α.Π.Θ.