Ο χαμουρτζής (καμιά σχέση με τον χαμουτζή, τον Παλιολλαδίτη), είναι ο τεχνίτης που κατασκευάζει τα χάμουρα των αλόγων, το σύνολο των εξαρτημάτων που τοποθετούνται στα υποζύγια όταν θέλει κάποιος να ιππεύσει, να τα ζέψει ή να τα φορτώσει.
Η αξία του κουστουμιού ή και τα μεμονωμένα εξαρτήματα υπολογίζεται πάντοτε με βάση την ποιότητα του δέρματος, από ποιο ζώο θα προέρχονται και από ποιο μέρος του ζώου. Το δέρμα από βουβάλι ήταν το καλύτερο, το πιο χοντρό ήταν της ράχης.
Ο χαμουρτζής είχε πάντοτε στο εργαστήριο του έτοιμο εμπόρευμα για κάθε ζώο. Υπήρχαν κουστούμια πανάκριβα με πολλά στολίδια. Αυτά συνήθως τα αγόραζαν οι μερακλήδες. Είχαν πολύχρωμες χάντρες, χρωματιστές κορδέλες, κουδουνάκια και αρμαθιές - αρμαθιές με διάφορες νότες- χαμαϊλιά για να μην ματιάζονται από το κακό μάτι, και πολλά άλλα δερμάτινα εξαρτήματα, για να είναι πιο εντυπωσιακό το κουστούμι του αλόγου. Εκτός όμως από όλα αυτά φρόντιζαν και το άλογο ή τα άλογα αν ήταν ζευγάρι. Έπρεπε να το έχουν καλοταϊσμένο, να έχει την ανάλογη κορμοστασιά και να έχει περήφανο περπάτημα, έστω και αν ήταν ζεμένο στο κάρο.
Το εργαστήριο του χαμουρτζή είχε πάντοτε μια εικόνα όχι και τόσο καλή. Συνήθιζαν να έχουν όλα τα υλικά μέσα στο εργαστήριο τους. Δέρμα¬τα, σάγμα για τα χαμούτια, ξύλα για τα σαμαράκια, σχοινιά για καπίστρια, κρικέλες, υλικά για τις σέλες.
Τα εργαλεία του χαμουρτζή ήταν περίπου ίδια με του σαμαρά. Φαλτσέτες, σουβλιά - σαγκρασούλια, για τις τρύπες των δερμάτων, σφυριά, μικρό αμόνι, ειδικές κλωστές για δέρματα.
Τελευταίος χαμουρτζής στην πόλη μας ήταν ο Βεροιώτης Δημήτριος Μαρκίκος.
Υ.Γ. Κείμενα από το βιβλίο μου «Ξεχασμένα επαγγέλματα και άλλες ιστορίες από το Ρουμλούκι» (2015)