Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Κατά τη συζήτηση που αναπτύχθηκε σχετικά με το επίκαιρο νομοσχέδιο με τίτλο «Μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και άλλες διατάξεις», τέθηκαν επί τάπητος όλα τα κρίσιμα ζητήματα που συσσωρεύονται στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, σχετικά με την περίθαλψη των πολιτών.
Παρά τις κυβερνητικές ωραιοποιήσεις για το προαναγγελλόμενο να εφαρμοστεί «Σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας», κοινή εκτίμηση αποτελεί ότι αυτό, πόρρω απέχει από αυτό που χρειάζεται η κοινωνία και απαιτούν σήμερα οι πολίτες.
Με τις ανέξοδες κυβερνητικές διακυρήξεις, δεν πρόκειται να λειτουργήσει σύστημα εξωνοσοκομειακής περίθαλψης που θα αποσυμφορήσει τα νοσοκομεία από τον υπέρμετρα μεγάλο φόρτο των περιστατικών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που εκ των πραγμάτων καλούνται να εξυπηρετήσουν.
Τα Δημόσια Νοσοκομεία στην χώρα μας υφίστανται ως Νομικά Πρόσωπα τα οποία εξασφαλίζουν δευτεροβάθμια περίθαλψη στον λαό. Είναι δηλαδή χώροι στους οποίους παρέχονται υπηρεσίες υγείας στους συνανθρώπους μας που έχουν ανάγκη νοσηλείας.
Γι αυτή την αναγκαιότητα ιδρύθηκαν, αυτό είναι το κύριο μέλημα τους και με αυτή την προοπτική λειτουργούν.
Η παροχή υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης που δεν χρήζουν νοσηλείας, είναι και πρέπει να είναι αποκλειστικά εξωνοσοκομειακό μέλημα.
Αυτοί οι ορισμοί βέβαια διατυπώνονται υπό την προϋπόθεση της συνεχούς επιστημονικής και όπου απαιτείται, διοικητικής διασύνδεσης, μεταξύ των Μονάδων Δευτεροβάθμιας και Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, η οποία επιβάλλεται να υφίσταται.
Πέραν όμως της ιδεατής και ίσως ρομαντικής αυτής προσέγγισης, είναι γνωστό ότι η πολιτεία παραμέρισε από τις Εξωνοσοκομειακές Μονάδες Υγείας, ένα πολύ μεγάλο μέρος της Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, το οποίο εναπέθεσε στα Νοσοκομεία και από ότι φαίνεται θα εξακολουθήσει να εναποθέτει , οδηγώντας την κατάσταση σε δραματικά αδιέξοδα, παρά τις περι του αντιθέτου διαβεβαιώσεις.
Τα δραματικά κυρίως για τους πολίτες, γεγονότα των προηγουμένων ετών, με την ανεύθυνη νομοθετική κατάργηση των Μονάδων Υγείας ΕΟΠΥΥ, την απόλυση των υπηρετούντων ιατρών, την ίδρυση των μονάδων ΠΕΔΥ με κατά πολύ μειωμένο ιατρικό προσωπικό και τους εξοντωτικούς όρους σύμβασης με τα ιδιωτικά ιατρεία, είχαν ως αποτέλεσμα οι πολίτες να απευθύνονται ολοένα και περισσότερο στα εξωτερικά ιατρεία και τα τμήματα επειγόντων περιστατικών των Νοσοκομείων για τα τρέχοντα προβλήματα υγείας, που η αντιμετώπισή τους αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μέλημα της Εξωνοσοκομειακής Φροντίδας Υγείας.
Κανείς σήμερα δεν μπορεί να πειστεί ότι η κατάργηση του όρου ΠΕΔΥ που προβλέπει το νομοσχέδιο και η θεσμοθέτηση του όρου ΤΟΜΥ αποτελεί την λύση του προβλήματος
Εξ αιτίας αυτής της κατάστασης ακόμα περισσότεροι νοσοκομειακοί γιατροί και για πολύ περισσότερες ώρες θα απασχολούνται παρέχοντας Πρωτοβάθμια Περίθαλψη, αποσπώμενοι έτσι από το κατεξοχήν νοσηλευτικό και επιστημονικό έργο τους.
Η οργανωμένη Ιατρική Κοινότητα με επανειλημμένες αποφάσεις των θεσμικών της οργάνων, έχει διακηρύξει την αναγκαιότητα της αποδέσμευσης των Νοσοκομείων από την Πρωτοβάθμια Περίθαλψη.
Προκειμένου όμως να επιτευχθεί αυτός ο στόχος που θα αναβαθμίσει ουσιαστικά την Δευτεροβάθμια Περίθαλψη, τίθεται επιτακτικά η αναγκαιότητα οργάνωσης πραγματικής Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης στη χώρα μας.
Η Πρωτοβάθμια Περίθαλψη αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για την πολιτεία, η οποία οφείλει να εξασφαλίσει ισότιμη και ποιοτικώς υψηλού επιπέδου παροχή υπηρεσιών προς όλους τους πολίτες, αξιοποιώντας και αναδεικνύοντας το σύνολο της υφιστάμενης υποδομής, όπως τα Κέντρα Υγείας, τα Περιφερειακά Ιατρεία, τις Μονάδες Υγείας ΠΕΔΥ, τα Δημοτικά Ιατρεία και τις Ιδιωτικές Μονάδες Υγείας.
Είναι γενικώς γνωστό οτι, παρά την μεγάλη επιστημονική μετανάστευση που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια, η χώρα εξακολουθεί να διαθέτει μεγάλο αριθμό εξειδικευμένου επιστημονικού δυναμικού, αλλά και επαρκή σύγχρονη τεχνική υποδομή, που αν αξιοποιηθούν θα δόσουν δια παντός λύση στο ζήτημα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Αυτή η αξιοποίηση όμως για να έχει περιεχόμενο και ουσία πρέπει να γίνει με σύγχρονους οικονομικούς όρους, που να αποτιμούν την πραγματική αξία της ιατρικής επίσκεψης και πράξης, όπως τη δικαιούται ο κάθε πολίτης και όπως την ακριβοπληρώνει εκ του αιματηρού του υστερήματος, μέσω της υπερφορολόγησης του και των υπερόγκων εισφορών στο Δημόσιο Ασφαλιστικό Σύστημα.
Έτσι η Πρωτοβάθμια Περίθαλψη στον τόπο μας θα εξασφαλίσει τους φυσικούς της ξενιστές, αποδεσμεύοντας από τα βαρίδια της τα Νοσοκομεία και την Δευτεροβάθμια Περίθαλψη των πολιτών.
Ατυχώς για τους πολίτες, η κυβερνητική νομοθετική προσπάθεια για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, κινείται προς εκ διαμέτρου αντίθετη κατεύθυνση, που νομοτελειακά οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερα αδιέξοδα για την Υγεία.