Στον παλιό, παραδοσιακό τρόπο ζωής δυο ήταν τα αλώνια πάνω στα οποία έδιναν τον αγώνα για την επιβί¬ωση τους οι άνθρωποι. Το ένα ήταν η γη, με το χωράφι, το λιβάδι, το δάσος. Από το πρώτο να πάρουν τα προϊόντα για τη διατροφή τη δική τους και των ζώων. Στα δεύτερα να βοσκήσουν τα κοπάδια και από το τρίτο, από το δάσος, να προμηθευτούν τα καυσόξυλα και την ξυλεία για χτίσιμο, για την κατασκευή γεωργικών και άλλων εργαλείων.
Υπεύθυνος και πρωταγωνιστής στο μέτωπο αυτό, ο άντρας. Η γυναίκα έρχεται βοηθός μόνο σε ειδικές και εξαιρετικές περιπτώσεις.
Το δεύτερο μέτωπο, στο οποίο τον αποκλειστικό λόγο έχει η γυναίκα, είναι εκείνο της παραγωγής, σε πρώτη φάση κλωστής και στη συνέχεια της δημιουργίας πλεκτών και υφαντών. Το ντύσιμο, η ένδυση που λένε τα βιβλία, και η παραγωγή σκεπασμάτων, των κλινοσκεπασμάτων, αποτελούσαν αποκλειστικό έργο της νοικοκυράς. Από τα δικά της χέρια έπρεπε να βγουν όλα όσα ήταν απαραίτητα για το ντύσιμο, επίσημο και καθημερινό, των μελών της οικογένειας. Από το δικό της μόχθο καρτερούσε η οικογένεια τις βελέντζες, τις φλοκιαστές, τις κουρελούδες για να σκεπάσει το χωματένιο πάτωμα των δωματίων, για να σκεπαστεί τους κρύους χειμωνιάτικους μήνες.
Βέβαια, η ασχολία αυτή που είχε για προορισμό την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών, με τον καιρό μπολιάστηκε με στοιχεία τέχνης. Η έμφυτη καλαισθησία της γυναίκας, της υπαγόρευσε τρόπους να δημιουργεί έργα όχι μόνο χρήσιμα, αλλά και ωραία. Οι επιλεγμένες πρώτες ύλες, τα σχήματα και τα χρώματα έδιναν σε πλεκτά και υφαντά, όταν οι περιστάσεις το επέτρεπαν ή το απαιτούσαν, την εικόνα του κομψοτεχνήματος, την εικόνα έργου τέχνης. Εμείς οι παλιότεροι τα έχουμε χαραγμένα στη μνήμη μας. Οι νεότεροι μπορούν να τα δουν στα λαογραφικά μουσεία, που όλο και πληθαίνουν στον καιρό μας, αν και όχι με το ρυθμό που θα έπρεπε, ώστε να προλάβουν τον αφανισμό τους, που προχωρεί με γοργούς ρυθμούς. Περιττό να πω πως η περιοχή μας και ιδιαίτερα η πόλη μας δεν αξιώθηκε ακόμα να αποχτήσει έναν τέτοιο Ναό της Τέχνης. Και είναι κρίμα!