Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
(Το κείμενο απετέλεσε εισήγηση του συντάκτη στη Συνδιάσκεψη της CEOM στην Modena)
Σε διαδικασία εξέλιξης βρίσκεται η διεργασία μεταξύ των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Κρατών Μελών, ως προς της εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, που ορίζει τον έλεγχο της αναλογικότητας, πριν από τη θέσπιση νέας νομοθετικής κατοχύρωσης των επαγγελμάτων.
Η Οδηγία για τον έλεγχο της αναλογικότητας, αναφέρει ότι επιδιώκει την ισορροπία ανάμεσα στο δημόσιο συμφέρον και την ποιότητα των υπηρεσιών, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει την βελτίωση της πρόσβασης σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα, την ευχέρεια άσκησής τους από τους επαγγελματίες και την εξασφάλιση περισσότερων επιλογών για τους καταναλωτές.
Ως γενική αρχή, ο έλεγχος της αναλογικότητας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία εύλογη και αποδεκτή διεργασία.
Το γεγονός όμως ότι η Ελλάδα της φτωχοποίησης βιώνει μία βαθειά ανθρωπιστική κρίση με ιδιαίτερη έξαρση στο χώρο της Υγείας των πολιτών, υποχρεώνει στην προσέγγιση της αναλογικότητας με διαφορετικό οπτικό πρίσμα.
Κατ αρχήν η Οδηγία ως «δημόσιο συμφέρον» εννοεί σαφώς το στενό οικονομικό συμφέρον του κράτους, το δημοσιονομικό λογιστικό συμφέρον.
Δημόσιο συμφέρον όμως, δεν μπορεί παρά να είναι το ευρύτερο συμφέρον της κοινωνίας, το πραγματικό συμφέρον των πολιτών.
Υπ αυτήν την έννοια η γενικότερη διατύπωση ότι «η Οδηγία επιδιώκει την ποιότητα των υπηρεσιών, υποστηρίζει την βελτίωση της πρόσβασης στα επαγγέλματα, την ευχέρεια άσκησής τους από τους επαγγελματίες και την εξασφάλιση περισσότερων επιλογών για τους καταναλωτές» και όλα αυτά προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος, δηλαδή του λογιστικού συμφέροντος του κράτους, δεν μπορεί να ισχύει για την Υγεία στην χώρα μας.
Στην Ελλάδα κάτω από τις πολιτικές των μνημονίων, επιβλήθηκε η δραματική υποβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας, χάριν του λογιστικού δημοσιονομικού συμφέροντος του κράτους και των υποχρεώσεών του απέναντι στους διεθνείς δανειστές.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η οικονομική κρίση που συνεχίζεται, να έχει μετατραπεί σε ανθρωπιστική κρίση, με όλα τα στοιχεία που την συνθέτουν και την βιώνει ο κάθε πολίτης.
Εις ότι αφορά την γενικότερη διατύπωση για την αναλογικότητα, είναι γνωστό ότι οι σχετικές διατάξεις της Οδηγίας εντάσσονται σταδιακά στις εθνικές νομοθεσίες, αλλά πάντα υπό την γενική έννοια των όρων.
Στην Ελλάδα οι διατάξεις περί αναλογικότητας ενσωματώνονται στην μνημονιακή νομοθεσία, η οποία εφαρμόζεται όμως κατά άνισο και άδικο για τους πολίτες τρόπο, με τις μονομερείς εισπρακτικές μεθοδεύσεις του κράτους.
Στην ίδια την Οδηγία αναφέρεται ότι δεν υπάρχει αντίστοιχη ανταπόκριση από όλα τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διατυπώνεται η πρόθεση της COMMISSION να συνεργαστεί με αυτά, ώστε να τα βοηθήσει να εφαρμόσουν τις σχετικές διατάξεις με σκοπό την περαιτέρω μείωση του δημοσιονομικού κόστους.
Προαναγγέλλεται δε η έκδοση μιας νέας Οδηγίας, η οποία θα προσφέρει στα Κράτη Μέλη έναν βαθμό ευελιξίας όσον αφορά τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της, ούτως ώστε να μπορέσουν να αποτυπώσουν τη νομική ουσία και τον πολύπλευρο χαρακτήρα της αρχής της αναλογικότητας.
Στα πλαίσια αυτής της σε εξέλιξη διεργασίας, χρέος κάθε αρμόδιου είναι να δραστηριοποιηθεί δυναμικά, ώστε να διαφυλαχθεί η κοινωνία από τις διατάξεις που έχουν αποκλειστικά δημοσιονομικό λογιστικό περιεχόμενο, χωρίς να διαφυλάσσουν το μεγαλύτερο αγαθό των πολιτών που είναι η Υγεία.