Με τα καράβια που ταξίδευαν στον Ισημερινό
μοιάζαν τα λόγια της.
Θυμάσαι που σούλεγα να μην μεγαλώσεις άλλο;
Τα θυμόμουνα αυτά χρόνια….
Ιδίως όταν παλιά βιβλία παίζαν τις καρυάτιδες της γνώσης
και κάπου –κάπου είχανε προτάσεις με Bold.
Σαν οι άνθρωποι ν` άλλαζαν το τιμόνι τους,
και τώρα πήγαιναν στο άζωτο εγκαταλείποντας το Οξυγόνο.
Κάτι τσιγγάνοι που πέταγαν με δανεικά φτερά αγγέλων
ρώταγαν με τα χέρια, εεεεεεεειιι , εεεεεειιι
- Που κρύβεται το καλοκαίρι; Με ποιούς συνωμοτεί;
Ποιός κρύβει τα διαβατήρια των μελισσών,
να μην μπορούν να δουν στα παράλια της Ιστορίας την σκηνή,
όπου ο Πάρις φιλά διψασμένος την Ελένη!!
Νάσουνα καφετζού,
νάβλεπες στο φλιτζάνι την ανηφόρα του Κόσμου,
στους ακατέργαστους να διηγιόσουν
πόσες ιδέες γινήκανε νησιά,
ποια απ` τα βότσαλα κρατούν τα μυστικά των κυμάτων,
πόσοι μετάνιωσαν με την βροχή πριν σκοτεινιάσει.
Τι γρήγορα πηγαίνεις πουθενά μούχες πει. Τι γρήγορα!!!
Τζάμπα διαλαλούν τα σύννεφα με διαρκείς μετασχηματισμούς
την πραμάτεια του Ουρανού. Τζάμπα!!!
Όλοι απ` την αγορά ψωνίζουν, είπες.
Απ` τον Ουρανό κανείς!!!
Ι.Α.Ναζλίδης