Αν ήταν κόρες σου οι λέξεις θα τις «εξέδιδες»,
έτσι όπως το κάνεις κάθε μέρα;
Σαν τ` άκουσαν
του Μάρτη κάτι τελευταίες λέξεις δάκρυσαν….
Το πείσμα των ρολογιών εξουσίαζε ακόμα την βία της εποχής.
Σε περιοχές πόνου όλες οι αγάπες κατοικούσαν.
Στις τρείς έγειρε πάνω σε κάτι ευδιάκριτα ραγίσματα του καιρού
κι` έπειτα φόρεσε τα νιάτα της κι` έφυγε η μνήμη..
Τρύπωναν στις κάμαρες τότε τα μυστικά,
φοβισμένα απ` τον καιρό,
παρ` όλο που απ` τα παράθυρα ξεχείλιζαν τραυλίσματα αγραμμάτων.
Ύστερα έρχονταν,
χαιρετισμοί στρατιωτών,
επιστολές που καθυστέρησαν το ΕΠΕΙΓΟΝ σε βραδυκίνητα ταχυδρομεία .
Τα καθυστερημένα, τα ανεπίδοτα φιλιά των πολέμων περίμεναν.
Αρυτίδωτα σε φάκελους υγρούς γεμάτους σκόνη. Ερχόταν όμως.
Ωστόσο,
τα φύλλα μιας άνοιξης
που ζούσε τον πληθωρισμό του πράσινου και
ζήταγε απ` τα πετούμενα
βαριά παράπονα στ` αδύναμα φτερά να μεταφέρουν.
Πιο μεγάλη τράπεζα από την ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ παιδί μου δεν υπάρχει.
Όσο δεν δανείζεσαι απ’ αυτήν τα αδαπάνητα κεφάλαιά της, θα χρωστάς.
Μέμνησον, Μέμνησον …
τα του Παπαδιαμάντη τρόπαια είπα μέσα μου!!!
Ι.Α.Ναζλίδης