Ασφαλώς άπιαστο το ποσό των 10 εκατ. ευρώ ως τιμή εκκίνησης της δημοπρασίας της εταιρείας Κατσιαμάκα, από την Τράπεζα Πειραιώς, που γράψαμε στο χθεσινό μας φύλλο. (Εκτός κι αν υπάρχει συγκεκριμένος αγοραστής που συμφωνεί...)
Μοιραία εξέλιξη φυσικά η δημοπρασία για μια εταιρεία που επηρεάστηκε από την κρίση και δεν άντεξε, όσο κι αν προσπάθησε. Ωστόσο, οι τοπικές κοινωνίες δικαιούνται να εισπράξουν το θετικό μέρος αυτής της αρνητικής είδησης, μέσα από την προσπάθεια μετάβασης της εταιρείας σε έναν πλειοδότη, που θα τη λειτουργήσει (η Κατσιαμάκας δεν λειτούργησε από το καλοκαίρι του 2015) και θα προσφέρει νέες θέσεις εργασίας. Όμως με τα απαγορευτικά νούμερα που εκτιμούν οι τράπεζες και εκκινούν τις διαδικασίες δημοπρασίας, ασφαλώς κανείς δεν μπορεί να αισιοδοξεί για κάτι τέτοιο.
Αξίζει να σημειωθεί απλώς ότι ένας σοβαρός επενδυτής θα μπορούσε να κάνει μια επένδυση αντίστοιχης δυναμικότητας με πολύ λιγότερα χρήματα, επιδοτούμενος μάλιστα για το 50% του κεφαλαίου του.
Καλό είναι λοιπόν οι τράπεζες να μην ρίχνουν στην αγορά μέσα από υπερτιμολογήσεις τα βάρη λαθών τους από τις προηγούμενες περιόδους. Κι ούτε να χάνουν χρόνο μέσα από χρονοβόρες και ατέρμονες διαδικασίες που δεν ευνοούν ούτε τις ίδιες ούτε την αγορά εργασίας, ειδικά στις συνθήκες πρωτοφανούς έλλειψης ρευστότητας που βιώνουμε.
Τα παραδείγματα των πρώην ΕΑΣ Αλεξάνδρειας, Βέροιας και Νάουσας (και όχι μόνο) είναι αρκετά πρόσφατα και χειροπιαστά. Και οι Τράπεζες πρέπει να τα λάβουν υπόψη τους, αν θέλουν να βάλουν χρήματα στα ταμεία τους και να απαλλαγούν από τις αράχνες. Τα λεηλατημένα απέραντα κουφάρια των πρώην εργοστασίων και οργανώσεων δεν προσθέτουν νούμερα σε κανέναν. Σε εποχές που τα νούμερα είναι το παν.