Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας ελληνική πολιτική και ελληνικό ποδόσφαιρο. Με την πρώτη να είναι υπό την επιτροπεία ξένων δανειστών και το δεύτερο υπό την επιτροπεία ξένων ποδοσφαιριστών. (Τόσο, που στον πρόσφατο τελικό του κυπέλλου Ελλάδας οι Έλληνες ποδοσφαιριστές να αποτελούν θλιβερή μειοψηφία.) Κι όπως στη Βουλή η κατάσταση κάθε τόσο ποδοσφαιροποιείται, έτσι και στο γήπεδο συχνά πολιτικοποιείται. Με τους μεγαλοεπιχειρηματίες ιδιοκτήτες των ΠΑΕ να αλωνίζουν ο καθένας με τη σειρά του, όπως ακριβώς τα κόμματα αλωνίζουν με σειρά στον πολιτικό στίβο. Με έπαθλο πρωταθλήματα και κυβερνήσεις.
Και ενώ η πολιτική τα τελευταία χρόνια έχει περάσει στην απαξίωση, δεν συμβαίνει το ίδιο στο ποδόσφαιρο. Την ώρα που στη Λεωφόρο ακριβοπληρωμένοι και εισαγόμενοι παίκτες έδειχναν τις ικανότητές του... στην πυγμαχία και σε άλλα πολεμικά αθλήματα, ο αριθμός των ακαδημιών ποδοσφαίρου σε εθνικό και τοπικό επίπεδο μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Με γονείς και παιδιά να αναζητούν επί ματαίω ένα δικαίωμα στο όνειρο. Γιατί άραγε; Αφού πάλι οι εισαγόμενοι θα παίζουν στα ελληνικά γήπεδα μπάλα και ξύλο ενίοτε.
Όσο αξιόπιστος είναι ο εθνικός σχεδιασμός στα θέματα της οικονομίας και της κοινωνίας, άλλο τόσο είναι και στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Με το κράτος εν κράτει να έχει κάνει στον χώρο απόστημα και να εναλλάσσεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Και με το πολιτικό κόστος και τον λαϊκισμό να υπερνικούν τη δύναμη και την ανάγκη του βούρδουλα που θα μας βάλει μυαλό.
Στη γειτονική Ιταλία οι πολυδιαφημισμένες Μίλαν και Γιουβέντους γεύτηκαν το ποτήρι του υποβιβασμού για σκάνδαλα στα οποία μετείχαν παίκτες ή παράγοντές τους. Για να μην ξεχάσουμε την αναμόρφωση του αγγλικού ποδοσφαίρου που πέτυχε ο Μάργκαρετ Θάτσερ, με αποκλεισμό πέντε ετών για κάθε αγγλική ομάδα από τις διοργανώσεις της UEFΑ προκειμένου να εκλείψει κάθε μορφή χουλιγκανισμού στο νησί. Όπως και έγινε μια και καλή. Πρώτα η κοινωνία, η αξιοπρέπεια, η αξιοπιστία και αξιοκρατία. Και μετά το ποδόσφαιρο.
Κι εμείς εδώ; Φοβόμαστε τον λαό της τάδε ή της δείνα ιστορικής ομάδας μαζί με τον ίσκιο μας, προκειμένου να μην χάσουμε εκλογική πελατεία. Ωσάν το κυρίαρχο να μην είναι η πρόοδος της ελληνικής κοινωνίας, της παιδείας και του αθλητισμού, αλλά το πολιτικό μας γραφείο και ο κυβερνητικός μας θώκος.
Αν στην Ελλάδα του δήθεν ολυμπιακού πνεύματος δεν αντιληφθούμε επιτέλους τα λάθη μας και τη σκανδαλώδη ψηφοθηρική προσκόλληση στις μάζες, θα συνεχίσουμε εσαεί να χάνουμε την μπάλα.