Γράφει ο Χρήστος Α. Αποστολίδης*
Η Βαλκανική χερσόνησος ανέκαθεν είχε τη φήμη της πυριτιδαποθήκης – και όχι άδικα. Ο πρώτος πόλεμος που έλαβε χώρα σε ευρωπαϊκό έδαφος μετά την κατάρρευση του κόσμου της Γιάλτας (θυμίζω ότι στη Γιάλτα οι νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συμφώνησαν και διαμοίρασαν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής) ήταν ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος, που οδήγησε αναπόφευκτα στη διάλυση της ενιαίας και ισχυρής Γιουγκοσλαβίας. Ακολούθησε λίγο αργότερα ο πόλεμος στο Κόσσοβο, προκαλώντας τη δημιουργία ενός ακόμη αδύναμου κρατικού μορφώματος, με αποτέλεσμα να ολοκληρωθεί, προσωρινά όπως εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκε, η εφαρμογή της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε» των ισχυρών.
Η φαινομενική έκτοτε ηρεμία αποδείχτηκε δυστυχώς επίπλαστη και απατηλή. Μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν και συγκεκριμένα στο 2001 όταν και πάλι τα Σκόπια είχαν συγκλονισθεί από ανάλογη κρίση αποσταθεροποίησης αρκεί για να καταδείξει ότι ο εθνοφυλετικός διχασμός είχε ριζώσει βαθιά στην κοινωνία και ανέμενε την κατάλληλη συγκυρία για να αναδειχτεί εκ νέου στην επιφάνεια. Τότε λοιπόν, το 2001, τα Σκόπια έφτασαν ξανά πολύ κοντά στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου με ανάλογο ξεσηκωμό των Αλβανών. Τελικά η ηρεμία αποκαταστάθηκε με παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας.
Σε κάθε περίπτωση ας μην παραβλέπουμε το πραγματικό γεγονός ότι οι Αλβανοί αποτελούν το 30 % του συνολικού πληθυσμού της ΠΓΔΜ. Φυσικά και δεν ενθουσιάζονται με την «μακεδονική» ταυτότητα που προσπαθεί να τους επιβάλει η σλαβικής καταγωγής πλειοψηφία, η οποία συνειδητά στηρίζει πάνω στο τέχνασμα του «μακεδονισμού» την άοκνη προσπάθειά της να εφεύρει έναν συνεκτικό δεσμό για το ανομοιογενές κράτος που δημιούργησε η υστερόβουλη πολιτική των δυνατών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το πλέον πιθανό είναι ότι θα εγκαταλειφθεί το όνομα «Μακεδονία» είτε με σκοπό διατήρησης της ενότητας, είτε ως απόρροια της διάλυσης ενός κράτους, που από την αρχή της δημιουργίας του φάνταζε θνησιγενές.
Έτσι η ανακίνηση των αλυτρωτικών συνθημάτων περί «Μεγάλης Αλβανίας», περί προσπάθειας ένωσης των Αλβανών της Βαλκανικής σε ενιαίο κράτος με απόσχιση εδαφών από τα Σκόπια και τη Σερβία με συνακόλουθη απορρόφηση και του Κοσσόβου από την Αλβανία ανεβάζουν το θερμόμετρο στο κόκκινο με απρόβλεπτη κατάληξη, που τα δεδομένα μέχρι στιγμή υποδηλώνουν ότι δεν θα είναι εύκολα διαχειρίσιμη.
Συνακόλουθα, συνεκτιμώντας την έως σήμερα αδιαφορία των ΗΠΑ για τα τεκταινόμενα και την διαφαινόμενη αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να σταματήσει τις δραματικές εξελίξεις, μια γενικευμένη σύρραξη στο δυτικό κομμάτι της Βαλκανικής δε θα πρέπει να αποτελεί πλέον μία θεωρητική πιθανότητα.
Άλλωστε, ιστορικά τα σύνορα στα Βαλκάνια αλλάζουν μόνο με πόλεμο.
Δικηγόρος
Παρ’ Αρείω Πάγω
Υπ. Διδάκτωρ
Νομικής Σχολής Α.Π.Θ