Γράφει ο Χρήστος Α. Αποστολίδης*
Τη Μ. Εβδομάδα οι εκκλησίες της χώρας κατακλύστηκαν από πλήθη πιστών. Όσο μάλιστα οι μέρες προχωρούσαν και πλησιάζαμε προς το βράδυ της Ανάστασης, η προσέλευση του κόσμου αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο. Εκατομμύρια Έλληνες παρακολουθούσαν με κατάνυξη τις ακολουθίες στους ναούς όλης της επικράτειας, συμμετείχαν στα πάθη του Θεανθρώπου, ακολούθησαν ευλαβικά τον Επιτάφιο τη Μ. Παρασκευή και ευφράνθηκαν με την λαμπρή Ανάστασή του.
Χρειάζεται μεγαλύτερη απόδειξη ότι οι Έλληνες δεν έχει απολέσει την πίστη τους ; Ότι το θρησκευτικό συναίσθημα είναι κυρίαρχο και καθορίζει επιλογές και παραδόσεις ; Συνάμα εξακολουθούν να εμπιστεύονται σε εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό την εκκλησία, να προσβλέπουν στη βοήθεια και υποστήριξή της και να τις εναποθέτουν τους πόνους και τα αδιέξοδά τους.
Αντικρίζουν στην σταυρική πορεία προς τον Γολγοθά την αντανάκλαση της δικής τους ζωής, της δική τους μαρτυρικής καθημερινότητας που δραματικά έχει περιπλακεί σε μια ατέρμονη περιδίνηση χωρίς ορατή διέξοδο διαφυγής. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η Ορθοδοξία εξακολουθεί να ενσαρκώνει την ελπίδα του Έθνους, όπως ανέκαθεν στην μακραίωνη ιστορία του και να αποτελεί την καθοριστική παράμετρο που εξασφαλίζει την ενότητά του, πέρα και πάνω από όσα διαιρούν και χωρίζουν τους Έλληνες.
Συνεπώς, δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία συνιστά την πλέον κρίσιμη συνιστώσα, τον αδιαμφισβήτητο εκείνον καταλύτη που ευθύνεται για το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη διαρραγεί ο κοινωνικός ιστός. Οι ιερείς της Εκκλησίας μας, ως εξομολόγοι και πνευματικοί καθοδηγητές απορροφούν τους κοινωνικούς κραδασμούς, συμβουλεύουν και νουθετούν παρέχοντας ελπίδα και προοπτική σε έναν απογοητευμένο και οικονομικά καθημαγμένο λαό που αναζητά απεγνωσμένα από κάπου να κρατηθεί. Σε κάτι να πιστέψει, ώστε να μπορέσει να αντλήσει την υπομονή και τη δύναμη που απαιτείται για να αντέξει την αναμονή της Ανάστασης.
Όλα τα παραπάνω είναι σαφές ότι δρουν αποτρεπτικά στην εκδήλωση ακραίων επιθετικών φαινομένων διαμαρτυρίας από τους χιλιάδες των συνανθρώπων μας που διαβιούν χωρίς οικονομικούς πόρους και χωρίς καμία προοπτική εντός του πλαισίου της ανθρωπιστικής κρίσης που μαστίζει τα τελευταία χρόνια την πατρίδα μας. Πρακτικά δηλαδή, η Εκκλησία είναι αυτή που έχει αναλάβει εξ ιδίων πόρων το έργο για την ανακούφιση της κοινωνίας, μέσω πολυποίκιλων δράσεων και ενεργειών που καλύπτουν ευρύτατο φάσμα αναγκών. Αυτό οι πολίτες της το αναγνωρίζουν, βλέπουν τον αγώνα και την ανιδιοτελή προσπάθεια που καταβάλλεται και την περιβάλλουν με την αποδοχή και εμπιστοσύνη τους.
Όσο και αν οι σειρήνες της παγκοσμιοποίησης ηχούν και δελεάζουν με τις καινοφανείς προκλήσεις τους πολλούς τομείς της καθημερινότητάς μας, εντούτοις το ελληνικό έθνος σέβεται τα ήθη και τα έθιμά του, μένει πιστό στις παραδόσεις και τα ιερά της φυλής μας, τα οποία περνώντας διαχρονικά από γενιά σε γενιά αφήνουν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους σε αυτόν τον ιδιαίτερο, ατίθασο και ανέκαθεν θεοσεβούμενο λαό.
*Δικηγόρος
Παρ’ Αρείω Πάγω
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Α.Π.Θ