Κάποτε οι Έλληνες ήταν παλικάρια. Κάποτε ήταν πατριώτες. Κι όταν το έφερναν οι περιστάσεις, αποσπούσαν το θαυμασμό των ξένων λαών που τους αποκαλούσαν ήρωες.
Μη νομίζετε πως αναφέρομαι στην αρχαία εποχή. Ούτε πως μιλώ για τότε που οι μητέρες ξεπροβοδούσαν τα παιδιά τους για τον πόλεμο δίνοντάς τους την ασπίδα και προφέροντας εκείνο το «ή ταν ή επί τας».
Ούτε μιλώ για τους Αθηναίους που πειθαρχώντας στο κάλεσμα του Μιλτιάδη, έσπευσαν στο Μαραθώνα και λίγοι αυτοί, έτρεψαν σε φυγή τις αναρίθμητες ορδές των μισθοφόρων του Δαρείου και του Αρταφέρνη.
Μιλώ για τους σύγχρονους Έλληνες. Όπως ο Ρήγας ο Βελεστινλής που θυσιάστηκε για να κρατήσει ζωντανό το όραμα της Ελευθερίας στο σκλαβωμένο έθνος με το Θούριό του και με το μαρτυρικό του θάνατο.
Μιλώ για ήρωες όπως ο Υψηλάντης και τα αμούστακα παιδιά του Ιερού Λόχου που ξεκίνησαν τον απελευθερωτικό αγώνα τον Φεβρουάριο του 1821 από το παραδουνάβιο Ιάσιο για να αφανισθούν από τον Τουρκικό στρατό στην πορεία τους για την Ελλάδα, στο Δραγατσάνι.
Μιλώ για τους ατρόμητους αγωνιστές όπως οι Κολοκοτρώνηδες και τα παλικάρια τους στα Δερβενάκια, οι Καρατάσηδες και οι συναγωνιστές τους Καπετανέοι στη Νάουσα και στη Βέροια. Οι Κανάρηδες και οι Μιαούληδες στο Αιγαίο.
Μιλώ για το Αρκάδι και το Κούγκι με το μεγαλείο της θυσίας τους.
Υπόδειγμα ηρωϊκής συμπεριφοράς όμως έχουνε να υποδείξουν και οι νεότερες γενιές των Ελλήνων, με τους Βαλκανικούς αγώνες που οδήγησαν στο διπλασιασμό της Ελλάδας και στην απελευθέρωση της Μακεδονίας. Υπόδειγμα είναι και το έπος που έγραψε η γενιά του ’40 στα χιονισμένα και κακοτράχαλα βουνά της Αλβανίας.
Μας είπαν τότε ήρωες. Μας είπαν εμψυχωτές του πτοημένου μέχρι της στιγμής εκείνης δυτικού κόσμου. Και ξαφνικά γινήκαμε του κλώτσου και του μπάτσου. Κανείς λαός δε μας υπολογίζει, κανείς δε σέβεται τη χώρα μας και το όνομά της.
Αλλά κι εμείς γινήκαμε αλλιώτικοι. Λες και μεταποιήθηκε το DNA του λαού μας και δείχνει τελείως διαφορετικούς χαρακτήρες. Δειλοί και άβουλοι, γίναμε από την μια στιγμή στην άλλη καρπαζοεισπράκτορες των Βαλκανίων. Λουφάξαμε κι επιτρέψαμε τους δυνάστες μας να μας χορεύουν στο ταψί. Να μας εξουθενώσουν και να μας τυραννούν ανελέητα.
Ξεκίνησαν με το μαλακό και «ήπια» μέτρα, για να φτάσουν πολύ γρήγορα στα εξοντωτικά.
Κι εμείς; Καμία ένδειξη ανάτασης ή ξεσηκωμού. Από κανέναν και από πουθενά. Ούτε εκείνο το «φως στο τούνελ» που προσδοκούσαμε κάποτε, φαίνεται στον ορίζοντα. Σας λέω, λουφάξαμε όλοι: Δάσκαλοι, συνδικαλιστές, ακαδημαϊκοί, δικαστικοί, στρατηγοί, διανοούμενοι, όλοι εκείνοι που υποτίθεται ότι «φυλάνε Θερμοπύλες». Έχουνε βάλει απλώς τα γυαλιά τους και προσπαθούνε να αντιληφθούνε τί συμβαίνει. «Γιατί μας έχουν ξεγυμνώσει; Τι θα μας κάνουν;».
Τι λέτε; Δεν ξέρουν τι θα μας κάνουν;
Ορ. Σιδηρόπουλος