Στον αέρα φαίνεται να βρίσκεται η έκδοση νέων συντάξεων για 130.000 δικαιούχους, μετά την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία ξεκαθαρίζει ότι αδυνατεί να υπολογίσει τον ετήσιο συντελεστή μεταβολής μισθών, βάσει του οποίου θα υπολογίζονταν στο εξής και οι νέες συντάξεις.
Αυτό έχει ως συνέπεια να εκκρεμεί η χορήγηση όσων αιτήσεων συντάξεων έχουν υποβληθεί από τις 12 Μαΐου και μετά, καθώς και όσες θα υποβληθούν στο εξής.
Η Αρχή αφήνει δε αιχμές και κατά του υπουργείου Εργασίας, επισημαίνοντας πως έχει ήδη ενημερώσει για το γεγονός ότι «οι διαθέσιμες στατιστικές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση του εν λόγω συντελεστή, επειδή αυτός αποκλίνει από το Δείκτη Κόστους Εργασίας που καταρτίζει και η δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ».
Μάλιστα επικρίνουν τους αρμόδιους υπουργούς γιατί δεν ήρθαν σε συνεννόηση με την ΕΛΣΤΑΤ πριν συντάξουν τη σχετική διάταξη.
Η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ
Συγκεκριμένα η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ αναφέρει:
«Με αφορμή την αρθρογραφία που αναφέρεται στον υπολογισμό του συντελεστή ετήσιας μεταβολής μισθών του Ν. 4387/2016 και σε δήθεν καθυστέρηση από την πλευρά της ΕΛΣΤΑΤ, διευκρινίζονται τα εξής: Η ΕΛΣΤΑΤ, ανταποκρινόμενη στο αίτημα (που υπεβλήθη το Νοέμβριο του 2016) για τον υπολογισμό του ανωτέρω συντελεστή, συνεργάστηκε με τους εκπροσώπους της Γ.Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
»Το συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι οι διαθέσιμες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση του εν λόγω συντελεστή, επειδή αυτός αποκλίνει από το Δείκτη Κόστους Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ. Η εν λόγω απόκλιση είχε επισημανθεί στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή και στο πλαίσιο παλαιότερου αιτήματός της προς την ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με την κατάρτιση του συντελεστή ωρίμανσης για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών, σε εφαρμογή του Νόμου 3863/2010. Σημειώνεται ότι η αναφορά στην «ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή», στα άρθρα 8, 28 και 35 του Ν. 4387/2016, περιελήφθη στο Νόμο χωρίς όμως να έχει προηγηθεί σχετική συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ κατά τη διαδικασία σύνταξής του, όπως θα έπρεπε να είχε γίνει σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 7, του Στατιστικού Νόμου 3832/2010, όπως ισχύει.
»Η ΕΛΣΤΑΤ πρότεινε πάντως στη Γ. Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, να προβούν στη μελέτη και αξιολόγηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες, προκειμένου να ληφθούν υπόψη στην ανάπτυξη, με την υποστήριξη της ΕΛΣΤΑΤ, της εθνικής μεθοδολογίας κατάρτισης του συντελεστή μεταβολής μισθών. Ως εκ τούτου, οι αναφορές ότι η ΕΛΣΤΑΤ επί εννέα μήνες εξέταζε την κατάρτιση του δείκτη είναι εκτός πραγματικότητας».
Η τροπολογία-λύση του Υπουργείου
Λύση στο «γόρδιο δεσμό» του υπολογισμού νέων συντάξεων που βρήκε «τοίχο» στην ΕΛΣΤΑΤ, υποστηρίζει το Υπουργείο Εργασίας ότι δίνει τροπολογία που κατέθεσε στη Βουλή σχετικά με τον τρόπο αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της επίμαχης τροπολογίας, με αυτή, εξειδικεύεται ο τρόπος αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης.
Πιο συγκεκριμένα προβλέπεται ότι:
- η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2020, διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
- η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2021 και εφεξής, διενεργείται με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Παράλληλα, με την ίδια τροπολογία η οποία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία, που ψηφίζεται πιθανότατα την επόμενη εβδομάδα, ορίζεται ότι με Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Οικονομικών, καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες και η διαδικασία της εφαρμογής του δείκτη μεταβολής μισθών της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών.
Μένει να αποδειχτεί κατά πόσο η συγκεκριμένη τροπολογία διορθώνει πράγματι το πρόβλημα που εντοπίζει η ΕΛΣΤΑΤ στον συντελεστή υπολογισμού.