Διαβάζουμε στα ρεπορτάζ τον τελευταίο καιρό για το ζήτημα των προσλήψεων. Για 36.201 υποψήφιους που υπέβαλαν αίτηση στο ΑΣΕΠ για 1.666 θέσεις σε νοσοκομεία και ΕΟΦ. Για τον πολύπαθο τομέα της Υγείας, που αποτελεί τον καθρέφτη κάθε κοινωνίας, όπου επιχειρεί να ρίξει ιδιαίτερο βάρος από το 2017 η Κυβέρνηση προχωρώντας σε μαζικές προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού ώστε να καλυφθούν χιλιάδες κενά σε ιατρικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό. Με στόχο να λειτουργήσουν με ικανοποιητικό προσωπικό τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται σήμερα στην κόκκινη γραμμή κινδύνου λόγω μαζικών συνταξιοδοτήσεων τα τελευταία χρόνια, παγώματος διορισμών και μειωμένης χρηματοδότησης με αποτέλεσμα δραματικές ελλείψεις σε αναλώσιμα υλικά, απλήρωτες εφημερίες προσωπικού κ.λπ. Αλλά και Με 21.415 εποχικούς και 20.868 μονίμους υπαλλήλους με τους οποίους θα ενισχυθούν υπουργεία, δήμοι, παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, μουσεία, νοσοκομεία, σχολεία, ΔΕΚΟ και ΝΠΙΔ μέσα στο 2017.
Φυσικά είναι σημαντικό θέμα οι προσλήψεις, ειδικά στον χώρο της Υγείας (και ακόμη ειδικότερα γι’ αυτούς που προσλαμβάνονται). Όμως το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτές οι προσλήψεις, μαζί με όλες όσες έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα, μπορούν να υποστηριχθούν από τα ταμεία του δημοσίου τομέα χωρίς εμπλοκές και επιπλοκές. Την ίδια στιγμή που οι θεσμοί απαιτούν γενναίες αποφάσεις από την ελληνική πλευρά στον υπάρχοντα δημόσιο τομέα, όχι στον διογκωμένο, ώστε να εγκριθεί η αξιολόγηση και να προχωρήσει το πρόγραμμα.
Είναι άξιο απορίας πώς η ελληνική οικονομία πήγαινε από το κακό στο χειρότερο τα χρόνια του παγώματος των διορισμών στο δημόσιο, ενώ σήμερα, στα ακόμη πιο ‘κόκκινα’, προαναγγέλλονται προσλήψεις. Σε κάθε περίπτωση, γνωρίζουμε ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό.