Πολλά γράφονται αυτόν τον καιρό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το τμήμα Πατρίδα-Μονόσπιτα του κάθετου άξονα Βέροιας-Σκύδρας, που δόθηκε σε κυκλοφορία τη Δευτέρα.
Πρόκειται για το τέλος μιας μακράς διαδρομής, που δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Με τις αντιδράσεις στη χάραξη του έργου από πολλούς επαγγελματίες του άξονα (ακόμη και εκτός αυτού!) να ξεκινούν από πολύ νωρίς και να καθυστερούν την έναρξη του έργου.
Ακόμη και μετά την εκκίνηση των εργασιών, κάπου στο καλοκαίρι του 2006, και ύστερα από πολύ κουπί της τότε διοίκησης της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση ήταν τέτοιες που ακόμη και εταιρείες κολοσσοί στον χώρο των κατασκευών σήκωσαν τα χέρια ψηλά και αποχώρησαν.
Πέρασαν ωστόσο 11 χρόνια και το έργο παραδόθηκε, προσφέροντας 6 χιλιόμετρα οδικής ασφάλειας και ποιότητας, τύπου Εγνατίας. Αναδεικνύοντας παράλληλα την αξία των μεγάλων έργων υποδομής στις μεταφορές για τη διακίνηση επισκεπτών και αγαθών.
Είναι σαφές ότι στην πορεία υλοποίησης των επόμενων δύο τμημάτων του κάθετου άξονα (Πατρίδα-Εγνατία και Μονόσπιτα-Σκύδρα) δεν πρέπει να επαναληφθούν τα λάθη που έγιναν στο τμήμα που παραδόθηκε.
Αυτά που οδήγησαν ένα έργο πνοής σε καθυστέρηση τουλάχιστον 15 ετών, με μια ολόκληρη περιοχή (βόρεια Ημαθία και Πέλλα) να περιμένει τη λύτρωση.
Επιβάλλονται λοιπόν επιστημονικές διαδικασίες που θα επιλέξουν τις ορθότερες χαράξεις των δύο τμημάτων, αλλά και σώφρων πολιτική αντιμετώπιση των δύο έργων, στη βάση της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης. Αυτής που επιτάσσει την αμεσότερη προσέγγιση της Εγνατίας Οδού περιοχών που σήμερα δεν έχουν αυτή την τύχη.
Ώστε μόνη δυσκολία να είναι η εξεύρεση των απαραίτητων κονδυλίων. Όχι αμελητέα φυσικά.