Αρκετές φορές συναντώ μεγάλη δυσκολία να περιγράψω ένα επάγγελμα ή μια τέχνη, όπως συμβαίνει και μ’ αυτό εδώ, το επάγγελμα του χτενά. Τι είναι το χτένι για έναν νέο σήμερα; Σίγουρα θα απαντήσει, αν τον ρωτήσουμε, πως πρόκειται γι’ αυτό το αντικείμενο με το οποίο χτενιζόμαστε ή πιο απλά να μας πει πως είναι η τσατσάρα.
Να όμως που κάτω από την ίδια λέξη κρύ¬βεται ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Διαφορετικό στο υλικό, στο μέγεθος και κυρίως στον προορισμό του. Ο χτενάς της επικεφαλίδας δεν κατασκεύαζε ούτε πωλούσε χτένες και χτενάκια για τα μαλλιά. Αυτή ήταν δουλειά του μπάιου, που μνημονέψαμε σε άλλο κεφάλαιο. Τα χτένια αυτού του χτενά ήταν ερ¬γαλεία πολύ σημαντικά για τον αργαλειό. Τα υλικά που χρησιμοποιούσε ήταν το καλάμι, το ξύλο και το μιταρόνημα, κλωστή ειδική για τα μιτάρια.
Μια δυο φορές το χρόνο περνούσε ο χτενάς από όλα τα χωριά του Ρουμλουκιού, με ένα γαϊδουράκι φορτωμένο με διάφορα νούμερα, δωδεκάρια, δεκαεξάρια, εικοσιτεσσάρια, νούμερα που χρησιμοποιούσαν για κάθε υφαντό, για ψιλά, χοντρά, ακόμα και για αραχνοΰφαντα.
Εκτός από αυτά που πουλούσε έτοιμα, έπαιρνε και παραγγελίες ή επι¬σκεύαζε τα παλιά, όταν από την πολλή χρήση έσπαζε κάποια ακίδα, θύρα, όπως την έλεγαν οι ντόπιες γυναίκες. Αυτά τα έπαιρνε μαζί του και τα δι¬όρθωνε στο κατάλυμα που είχε σε κάθε χωριό. Άλλες φορές πάλι περνούσε αποκλειστικά για να επισκευάσει.
Είχε μαζί του τα απαραίτητα υλικά, καλάμια ξερά, διάφορες βέργες, ένα κουβάρι μυταρόνημα κερωμένο, μια κοφτερή φαλτσέτα, την οποία συνεχώς ακόνιζε σε μια μαύρη πέτρα, ένα καρεκλάκι ψάθινο χωρίς πλάτη. Τότε, εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν χρήματα, αμείβονταν με γεννήματα σταριού, καλαμποκιού, φασολιών, σουσαμιού, ακόμα και αλεύρι. Εξάλλου γι’ αυτό δούλευαν, για να εξασφαλίσουν αυτά τα κύρια αγαθά της οικογένειας.
Οι τεχνίτες εδώ στο Ρουμλούκι κατέβαιναν από το Λιτόχωρο, ή από τα χωριά Κουλιακιά, Κύμινα, και διαλαλούσαν και αυτοί όπως όλοι την τέχνη τους:
- Ο χτενάαααας, άιντε, χτένια έχω, χτένιααααα...