Συνέντευξη: Σοφία Γκαγκούση
Μια έκθεση διαδραστικού χαρακτήρα με τίτλο «θαμώνες» λειτουργεί τον τελευταίο μήνα στο καφέ «μπρίκι» της Βέροιας, από τον αρχιτέκτονα και ζωγράφο Δημήτρη Κουκούδη. Πενήντα πορτρέτα θαμώνων, σε προφίλ, που παραπέμπουν σε σύγχρονους διαδικτυακούς τρόπους επικοινωνίας, στάθηκε η αφορμή για μία σύντομη κουβέντα με τον δημιουργό τους.
Ζωγράφιζε από παιδί και εξαιτίας της ζωγραφικής πήγε στην Αρχιτεκτονική. Άλλωστε όπως λέει, οι δύο τέχνες έχουν απόλυτη συνάφεια και σχέση. Η αρχιτεκτονική γίνεται με το χέρι, θέλει σχέδιο για να απεικονίσει την πρώτη ιδέα. Γι’ αυτό, προσθέτει, υπάρχει και το μάθημα των εικαστικών στην αρχιτεκτονική σχολή. Και ο ίδιος, μέσα από την αγάπη του να αναπαριστά ανθρώπους, αντικείμενα και το περιβάλλον γενικότερα, αγάπησε τα κτίρια και την αρχιτεκτονική και δεν σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει.
«Εγώ μεγάλωσα στην οδό Κυριωτίσσης. Όταν έβγαινα στο μπαλκόνι κοιτούσα δεξιά και έβλεπα τα χαμάμ με τον τρούλο, κοιτούσα αριστερά και έβλεπα τον κάμπο, το βυζαντινό μουσείο (τώρα) και τα διατηρητέα. Απέναντι από το σπίτι μου ήταν το σπίτι του Μπέη. Όλα αυτά τα κτίρια, με επηρέασαν μέσα μου με τα χρόνια, χωρίς να το καταλάβω… Άρα, ένας καταλύτης για να αγαπήσω τη μακεδονική αρχιτεκτονική και τα παραδοσιακά κτίρια, ήταν και η γειτονιά μου. Οι άνθρωποι που μεγάλωσα μαζί τους σ’ αυτή τη γειτονιά ήταν πολυποίκιλοι. Εγώ ήμουν βλάχος και ζούσα με τους πόντιους και τους μικρασιάτες. Η σπιτονοικοκυρά μας ήταν Κωνσταντινοπολίτισσα και έμαθε στη μάνα μου να μαγειρεύει πολίτικα φαγητά. Οι άνθρωποι είχαν νοοτροπίες, χρώματα, χαρακτήρες και στοιχεία που με επηρέασαν στην τέχνη μου. Αλλά ο καταλύτης ήταν και είναι αυτή η ψευδαίσθηση που έχει αυτή η πόλη, ότι είναι παραθαλάσσια, ενώ δεν είναι. Και αυτό, ως εγκεφαλική διεργασία και θέμα φαντασίας, είναι πολύ κοντά στο να δημιουργήσει τέχνη. Όταν βλέπεις την ομίχλη να σκεπάζει τον κάμπο και να θυμίζει θάλασσα, ε αυτό είναι η απαρχή ενός έργου τέχνης. Αυτή η πόλη, είναι μονίμως υποσχόμενη! Λίγες πόλεις σου δίνουν τη δυνατότητα να είσαι μέσα σε 10 λεπτά από το απόλυτο κέντρο στην απόλυτη φύση!
Είναι εντυπωσιακό, ότι οι τρεις κεντρικοί οδικοί της άξονες, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι δρόμοι, δεν έχουν αλλάξει και όσο την ανακαλύπτεις ιστορικά τόσο σε εμπνέει και σου προκαλεί την ανάγκη να την σεβαστείς! Με θλίβει βέβαια από την άλλη ότι αυτή η πόλη έχει πολλές φορές κακοποιηθεί…» καταλήγει.
-Είναι σημαντικό να έχει προσωπικότητα και «σφραγίδα» το έργο του καλλιτέχνη;
Είχαμε αυτή την κουβέντα με ένα μεγάλο αρχιτέκτονα πριν από κάποια χρόνια που μου είπε το εξής: Η Μερσεντές βγάζει αυτοκίνητα από το ’30 μέχρι σήμερα. Μπορεί να μην έχουν καμία σχέση τα αντίστοιχα χρονικά μοντέλα, παρά ταύτα, όταν τα βλέπεις καταλαβαίνεις ότι είναι μερσεντές. Δηλαδή είναι από το ίδιο εργοστάσιο, το ίδιο μυαλό, την ίδια φιλοσοφία. Όπως κι ένα φόρεμα της Σανέλ, του τότε και του τώρα, που έχει την ίδια γραμμή, και το στυλ της Σανέλ. Ο αρχιτέκτονας-καλλιτέχνης πρέπει να κρατάει χαρακτήρα, όχι να επαναλαμβάνεται, αλλά να έχει συνέπεια.
-Πιστεύεις ότι έχεις εικαστική ταυτότητα;
Νομίζω ότι τα έργα μου με αντιπροσωπεύουν και αναγνωρίζει κάποιος το στυλ, το οποίο βέβαια εξελίσσεται. Με κατατάσσουν στους ποπ-αρτ καλλιτέχνες, το δέχομαι… Δεν θα τού ‘δινα βέβαια εγώ όνομα, αλλά θέλω αυτό που ζωγραφίζω να είναι χαρούμενο κατ’ αρχάς. Δεν μου αρέσουν τα στενάχωρα έργα. Μ’ αρέσει η αισιόδοξη ζωγραφική. Κι επειδή ζω σε μια χώρα με ήλιο και καλό καιρό, δεν μπορώ να ζωγραφίσω πένθιμα ή εντελώς αφαιρετικά όπως κάνουν οι βόρειοι. Μ’ αρέσουν τα δυνατά χρώματα και η ποικιλία, όπως είναι και Ελλάδα άλλωστε!
-Απ’ ότι καταλαβαίνω αγαπάς ιδιαίτερα τις μικρές φόρμες.
Κοίταξε, κι εγώ όταν αγοράζω έργα άλλων ζωγράφων, προτιμώ τις μικρές διαστάσεις, διότι δεν είμαι συλλέκτης να έχω τεράστιους χώρους για μεγάλα έργα. Γι’ αυτό κι εγώ ζωγραφίζω μικρές διαστάσεις, για να μπορεί κάποιος να το βάλει στο σπίτι του αλλά να μπορεί και να το αγοράσει, πρωτίστως. Να είναι δηλαδή προσιτό χωροταξικά και οικονομικά.
-Είναι ακριβή η τέχνη σήμερα;
Όχι, όχι… Είναι υπερεκτιμημένη. Η αξία ενός έργου τέχνης ανεβαίνει όσο αρχίζει να γίνεται πιο σπάνιο. Και από την άλλη οι αξίες των έργων παραμένουν όταν εξακολουθούν να γοητεύουν.
-Πώς δραστηριοποιείσαι τον τελευταίο καιρό;
Ο Δεκέμβριος ήταν ο πιο εικαστικός μήνας για μένα. Πήρα μέρος στην Art-Θεσσαλονίκη και στη «Μικρή Φόρμα» της γκαλερί Παπατζίκου, συμμετέχω στην έκθεση «Πρόσωπα και Προσωπείο» στο βυζαντινό μουσείο με το έργο «Η νεράιδα της ακακίας», και τώρα εδώ στο Μπρίκι μέχρι να ολοκληρωθούν τα προφίλ των θαμώνων… Εντάξει, τί άλλο;
(foto by konstantia mazaraki)