Τρύγος είναι η διαδικασία συγκομιδής των σταφυλιών προκειμένου να διατεθούν στην αγορά για κατανάλωση ως φρούτα ή να υποστούν επεξεργασία για την παραγωγή κρασιού ή ούζου.
Ο τρύγος είναι η σημαντικότερη στιγμή στην ιστορία ενός κρασιού. Σύμφωνα με Γάλλους οινοπαραγωγούς «το κρασί γίνεται στο αμπέλι» και η στιγμή του τρύγου είναι η πιο σημαντική απόφαση που πρέπει να πάρει ο παραγωγός.
Αν τα σταφύλια τρυγηθούν νωρίτερα, το κρασί θα έχει αυξημένη οξύτητα, χαμηλότερο αλκοολικό βαθμό και πιθανόν να είναι κατώτερο σε φυτικά αρώματα και γεύση.
Αν ο τρύγος είναι καθυστερημένος θα έχουμε χαμηλή οξύτητα, υψηλότερο αλκοολικό βαθμό ή γλυκύτητα και χαμηλές τανίνες (συστατικό του κρασιού).
Οι ημερομηνίες πραγματοποίησης του τρύγου ποικίλουν από περιοχή σε περιοχή και από ποικιλία σε ποικιλία. Το κλίμα, οι καιρικές συνθήκες της χρονιάς αλλά και των ημερών του τρύγου παίζουν σημαντικό ρόλο στην απόφαση για τη συγκομιδή.
Σε πολλά αμπελοχώρια της πατρίδας μας η πρώτη μέρα του τρύγου έχει χαρακτήρα αληθινού πανηγυριού και χαιρετίζεται με νταούλια, τύμπανα και τραγούδια. Το πανηγύρι κορυφώνεται στο πατητήρι.
Σύμφωνα με τη μυθολογία μας ο Στάφυλος ήταν γιος του Διόνυσου και της Αριάδνης. Σε άλλο μύθο ο Στάφυλος ήταν βοσκός του βασιλιά της Αιτωλίας Οινέα. Ο οποίος παρατήρησε πως μία από τις κατσίκες που έβοσκε πάχαινε περισσότερο από τις άλλες κι αυτό γιατί έτρωγε συνέχεια ένα συγκεκριμένο καρπό. Μάζεψε λοιπόν αρκετούς καρπούς (ρόγες) και τους πρόσφερε στον αφέντη του βασιλιά Οινέα ο οποίος παρασκεύασε ένα χυμό που ονόμασε «Οίνο» ενώ στον καρπό έδωσε το όνομα του βοσκού «Σταφύλι».
Η ονομασία κρασί προέρχεται από τη λέξη κράσις δηλ. ανάμειξη. Άλλωστε οι αρχαίοι έπιναν το κρασί τους «νερωμένο» τόσο με φυσικό νερό όσο και με θαλασσινό αφού έφτιαχναν τον «θαλασσίτη οίνο».
Τα πρώτα δείγματα αμπελοκαλλιέργειας στον Ελλαδικό χώρο έχουν βρεθεί στην Ανατολική Μακεδονία. Κοντά στις Κρηνίδες Καβάλας βρέθηκαν σπόροι που ανάγονται στην προϊστορική περίοδο. Σπόροι επίσης βρέθηκαν στις ανασκαφές στην Τούμπα του Φωτολίβου Δράμας (χρονολογούνται στη Νεολιθική εποχή), όπως επίσης κοντά στο χωρικό Σπαγροί Δράμας (χρονολογούνται το 3.000 π.Χ.)
Πρώτη αμπελουργική περιοχή θεωρούνταν οι Φίλιπποι Καβάλας στο Παγγαίο όρος όπου σύμφωνα με τη μυθολογία γεννήθηκε ο Διόνυσος ή Βάκχος, θεός του αμπελιού και του κρασιού. Άλλες αμπελουργικές περιοχές κατά την αρχαιότητα βρέθηκαν στη Λέρνα Φαιστού, στην Κρήτη, στην Ιωλκό, στο Κίτιο (Ημαθία) και στο Κάτω Ζάρκο όπου βρέθηκαν και πατητήρια. Στην Πύλο στα ανάκτορα του βασιλιά Νέστορα (1.300 π.Χ.) βρέθηκε μεγάλη οιναποθήκη με 6 σειρές μεγάλα πιθάρια.
Ο Διόνυσος ή Βάκχος (το όνομα ίσως να προέρχεται από το σιμιτικό ρήμα Baca που σημαίνει κλείνω) ήταν γιος του Δία και της Σεμέλης κόρης του βασιλιά της Θήβας Κάδμου η οποία έζησε στο Βέρμιο. Η λατρεία του Διόνυσου ήταν γνωστή από τα ομηρικά χρόνια.
Στην κλασική περίοδο η λατρεία του Διόνυσου ήταν μεγάλη και εντυπωσιακή στους Δελφούς όπου κάθε δύο χρόνια τελούνταν τα Διονυσιακά όργια και στην Αθήνα όπου τελούνταν τα Μικρά «κατ’ αγρούς Διόνυσια» και τα Μεγάλα ή «εν άστει Διόνυσια».
Στην αρχαία Αθήνα γιόρταζαν ακόμη και τα «Οσχοφόρια» που ήταν λαμπρές γιορτές. Αποκορύφωμα αυτής της γιορτής ήταν αγώνας δρόμου από νέους που κρατούσαν άσχους δηλαδή τσαμπιά σταφύλια.
Ο Διόνυσος στις μετακινήσεις του και όχι μόνο είχε πολλούς ακόλουθους που τους ονόμαζαν Σάτυρους, Βάκχες ή Μαινάδες, Νύμφες. Μερικοί από αυτούς είχαν σχετικά ονόματα όπως Στάφυλος, Άμπελος, Άκρατος, Οινάνθη, Μέθη και Οινοπίων (πιθανόν γιος τυο που δίδαξε την αμπελουργία στη Σάμο).
Σύμβολα του Διόνυσου ήταν το αμπέλι, ο κισσός, το λιοντάρι ή η τίγρης, ο ταύρος, ο γάϊδαρος και ο θύρσος (ξύλο στολισμένο με κισσό και κορδέλες).
Τέλος το αμπέλι ή κλήμα που είναι φυτό αγγειόστερμο και ανήκει στην τάξη των Ραμνωδών και στην οικογένεια των Αμπελοειδών με πολλές ποικιλίες και καλλιεργείται στις εύκρατες περιοχής της γης διαδόθηκε στη Δυτική Ευρώπη από Έλληνες και Φοίνικες εμπόρους.
Επιμέλεια: Μάκης Δημητράκης