Ένα γρήγορο ξεφύλλισμα στο διεθνή Τύπο από την κάλυψη των απεργιακών κινητοποιήσεων που βρίσκονται σε πλήρη ισχύ στη Γαλλία, την ίδια περίοδο που στη χώρα διεξάγεται το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, αφήνει στον Έλληνα αναγνώστη μία έντονη αίσθηση ντεζαβού.
Ανάμεσα στις αναφορές και στις περιγραφές των κινητοποιήσεων αναδύονται επιχειρήματα πολύ γνωστά στους Έλληνες. Οι Γάλλοι χαρακτηρίζονται τακτικά τεμπέληδες, κακότροποι και παράλογοι. Δεν μπορεί ένας Χριστιανός να κάνει στη χώρα τους μία μεταρρύθμιση, χωρίς να γκρινιάξουν σαν κακομαθημένα παιδιά. Ούτε το Γιούρο δεν σέβονται, τι θα πει ο κόσμος, θα ξενερώσουνε οι διεθνείς επενδυτές και πως θα τους πείσουνε μετά να επιστρέψουν. Η εικόνα που χρωματίζεται ως έθνος, θυμίζει στον Έλληνα τους χαρακτηρισμούς που του καταλογίζονται του ίδιου, κάθε φορά που πάει να αντιδράσει απέναντι στις εγχώριες ψηφιζόμενες μεταρρυθμίσεις.
Αυτήν τη στιγμή στη Γαλλία έχουν συγκεντρωθεί οι μεγαλύτερες εταιρείες όλου του κόσμου για να χρηματοδοτήσουν μία λουκούλεια αθλητική διοργάνωση που γνωρίζουν ό,τι θα τους αποφέρει σίγουρα κέρδη. Η προσοχή του πλανήτη είναι στραμμένη εκεί όπου τα οικονομικά οφέλη προβλέπονται γενναία. Τι σημασία έχει αν ο νέος νόμος που προωθεί η γαλλική κυβέρνηση, επιτρέπει σε έναν εργοδότη να καθορίζει κατά βούληση τις αμοιβές και τις συνθήκες εργασίας στην επιχείρησή του, χωρίς να δεσμεύεται πλέον από τις εθνικές συμβάσεις εργοδοσίας, όταν οι δρόμοι του Παρισιού μυρίζουν ασύλλεκτα σκουπίδια ημερών και τα δρομολόγια των συγκοινωνιών καθυστερούν λόγω των απεργιών.
Η προσποιητή εικόνα της ευημερίας και του “όλα πάνε καλά” τσαλακώνεται από τις απεργίες και τις κινητοποιήσεις πολλαπλών εργατικών σωματείων της Γαλλίας που αγωνιούν, παρακολουθώντας τη ζωή τους να χειροτερεύει με όλο και πιο σκληρά μεταρρυθμιστικά μέτρα. Η προσπάθεια των Γάλλων πολιτών για δικαίωμα στην εργασία με αξιοπρεπή μισθό, λοιδωρείται ως μία συνηθισμένη τακτική αδράνειας και παραμονής στο παλιό και ξεπερασμένο, εννοώντας τις εργασιακές συμβάσεις που υπογράφτηκαν με αίμα, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, κατοχυρώνοντας το οκτάωρο και τις πληρωμένες υπερωρίες. Η Γαλλία, μία χώρα όπου οι έννοιες της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της ισότητας είναι συνυφασμένες με τη ταυτότητά τους ως έθνος (βλέπε Γαλλική Επανάσταση και Διαφωτισμός) έρχεται αντιμέτωπη με μεταρρυθμιστικές στρατηγικές που πλασάρονται και εκεί, όπως και στην Ελλάδα, ως “ευρωπαϊκές” και “απαραίτητες”. Είναι δύσκολο για τον μέσο Γάλλο πολίτη που εκπαιδεύεται με μία απέχθεια για τη μπουρζουαζία και τα προνόμια των εχόντων, να χωνέψει ένα νομοθετικό πλαίσιο που προσπαθεί να του πετσοκόψει το δικό του μισθό προς όφελος του μάνατζμεντ μίας μεγάλης εταιρείας.
Η αγανάκτηση και η αίσθηση ότι συντελείται ένα έγκλημα για τις επόμενες γενιές, θυμίζει Ελλάδα λίγο πριν τις υπογραφές του πρώτου μνημονίου. Σε αντίθεση με εμάς, όμως, οι Γάλλοι δεν έχουν να αντιμετωπίσουν την απειλή ενός εθνικού χρέους για μπαμπούλα ή τις ενοχικές κατηγορίες των πελατειακών σχέσεων με το κράτος και των “μαζί τα φάγαμε”. Η παραφιλολογία για το έθνος του ραγιά που ραγιάς θα μείνει, λειτούργησε αποτελεσματικά στους Έλληνες που δεν φαίνεται να έχουμε ακόμη συγχωρήσει τον εαυτό μας, συλλογικά, για τη σκλάβωσή μας στους οθωμανούς. Η ιστορία, μας βρίσκει να υπογράφουμε το τέταρτο μνημόνιό μας, με 80% φορολογία εισοδήματος, παραχώρηση σε ιδιώτες κομβικών σημείων τροφοδότησης και ξεπούλημα του φυσικού αγαθού του νερού. Παρακολουθούμε ποδόσφαιρο ενώ οι δικοί μας δρόμοι παραμένουν καθαροί από σκουπίδια και τα αεροπλάνα μας συνεχίζουν να πετούν κανονικά.
Στεφανία Βερροιώτου