Ο Κλήδονας είναι ένα έθιμο με αρχαία καταγωγή όπου επικρατούσε η «κληδόνα» που σημαίνει πράξεις ή λέξεις τυχαίες και ασυνάρτητες, που ακούγονταν κατά τη διάρκεια μαντικών τελετών και στις οποίες αποδίδονταν προφητική σημασία.
Η λέξη «κλήδονας» κατάγεται από την αρχαία Ιωνία, αναφέρεται και από τον Παυσανία αλλά και από τον Όμηρο και προέρχεται από τη λέξη «Κληδών» που σημαίνει μαντικό σημάδι.
Σήμερα με το έθιμο που επιβιώνει από την αρχαιότητα (υπάρχει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες) αποκαλύπτεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού τους συζύγου.
Η διαδικασία του εθίμου αρχίζει από την παραμονή του Αη-Γιάννη. Ένα κορίτσι που κατά προτίμηση ονομάζεται Μαρία (στη Θράκη λέγεται «Καλλινίτσα»), πρωτότοκο και αμφιθαλές (που ζουν και οι δύο γονείς του) πηγαίνει στην πηγή ή στο πηγάδι και φέρνει στο σπίτι όπου θα γίνει ο «κλήδονας», νερό. Είναι το «αμίλητο νερό» γιατί το κορίτσι που το μεταφέρει πρέπει να ολοκληρώσει την αποστολή του τηρώντας απόλυτη σιωπή παρά τα πειράγματα που δέχεται, κυρίως από νεαρούς, κατά τη διαδρομή από την πηγή στο σπίτι.
Το νερό το βάζουν σε μία στάμνα ή άλλο αγγείο – σε μερικά μέρη το ονομάζουν «γραγούδα» - και μέσα στο δοχείο ρίχνει καθεμιά κοπέλα από ένα προσωπικό αντικείμενο (κλειδί, κόσμημα, μήλο κ.λπ.) που ονομάζεται «ριζικάρι» ή «κληδονικό» και το οποίο είναι γνωστό σε όλες τις κοπέλες που συμμετέχουν στο έθιμο.
Αγγείο-νερό και «ριζικάρια» παίρνουν την ονομασία «Κλήδονας». Στη συνέχεια σκεπάζουν τον «Κλήδονα» με κόκκινο ύφασμα και βάζουν πάνω του μια κλειδαριά, τάχα πως το κλειδώνουν. Από το γεγονός αυτό και η παρετυμολογία «Κλείδονας» από το κλειδώνω. Τον «κλήδονα» ακολούθως τον βγάζουν από το σπίτι, στο ύπαιθρο ή στην ταράτσα του σπιτιού και «μένει» εκεί όλη τη νύχτα, για να δεχτεί τη μαγική επήρεια των άστρων. Οι κοπέλες μετά από αυτό πηγαίνουν για ύπνο. Λένε, πως στον ύπνο τους θα ονειρευτούν τον μελλοντικό τους σύζυγο.
Ανήμερα του Αη-Γιάννη και πριν βγει ο ήλιος – ώστε να μην εξουδετερωθεί η μαγική επιρροή των άστρων – η Μαρία-Καλλινίτσα φέρνει τον «Κλήδονα» μέσα στο σπίτι.
Το μεσημέρι ή το απόγευμα, το έθιμο συνεχίζεται και οι κοπέλες ξανάρχονται στο σπίτι. Αυτή τη φορά μπορούν να συμμετέχουν και παντρεμένες γυναίκες αλλά και άντρες, σαν μάρτυρες της μαντικής διαδικασίας. Η Μαρία-Καλλινίτσα αρχίζει και βγάζει τα «ριζικάρια» από τον «Κλήδονα». Η ίδια ή κάποια άλλη με ταλέντο απαγγέλει τυχαία δίστιχα αφού δε γνωρίζει τίνος είναι το «ριζικάρι». Οι κοπέλες ολόγυρα τραγουδούν και κάνουν προγνώσεις για την τύχη της κοπέλας στην οποία ανήκει το «ριζικάρι». Κυρίως τραγουδούν και μαντεύουν για τον μέλλοντα σύζυγο.
Το «αμίλητο νερό» του «Κλήδονα» πιστεύεται πως έχει μεγάλη δύναμη γι’ αυτό και καθώς ο ήλιος πάει να δύσει, οι κοπέλες γεμίζουν με μια γουλιά το στόμα τους και βγαίνουν στο δρόμο ή κάθονται μπροστά στο παράθυρο και περιμένουν μέχρι να ακούσουν ένα αντρικό όνομα. Αυτό πιστεύεται πως θα είναι και το όνομα του άντρα που θα παντρευτούν.
Το δρώμενο τελειώνει με γλέντι και χορό στο οποίο συμμετέχουν τόσο οι πρωταγωνίστριες όσο και η υπόλοιπη γειτονιά ή και όλο το χωριό.
Το έθιμο συναντιέται σε πολλές περιοχές με διάφορες παραλλαγές ενώ η πρώτη γραπτή περιγραφή του χρονολογείται στα βυζαντινά χρόνια.
Τέλος από το «αμίλητο νερό» προέρχεται και η φράση «ήπιε το αμίλητο νερό» όταν κάποιος σιωπά.