Προβληματίζει τους επαγγελματίες, αλλά και όλους όσοι προσεχώς θα πραγματοποιούν τις εμπορικές τους συναλλαγές και τις αγορές τους μόνο μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών, το θέμα των τραπεζικών προμηθειών, καθώς, όπως όλα δείχνουν αυτές θα επιβαρύνουν τους καταναλωτές.
Και δικαίως προβληματίζονται, αφού ακόμα και οι ίδιες οι τράπεζες που δίνουν τα POS στους πελάτες τους, βρίσκονται σε μια «σύγχυση», έχοντας να αντιμετωπίσουν από τη μία τον χρόνο που πιέζει μέχρι την εφαρμογή του μέτρου και από την άλλη τον ανταγωνισμό.
Το ποσοστό των προμηθειών δεν έχει καθορισθεί ακόμα ενώ σήμερα φαίνεται να υπάρχουν τιμολόγια δύο ταχυτήτων. Αυτά, με τα παλαιότερα μηχανήματα POS που το ποσοστό προμήθειας της Τράπεζας είναι «τσιμπημένο» κι αυτά που δίδονται τώρα (ενόψει του μέτρου για την πάταξη της φοροδιαφυγής), τα οποία εμφανίζουν ποσοστό προμήθειας από 1% έως 1,10 περίπου. Θεωρείται βέβαιο ότι όσο θα αυξάνονται οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, τόσο θα «ρίχνουν» οι τράπεζες το ποσοστό των προμηθειών τους. Και εδώ όμως το ζητούμενο είναι να επιτευχθεί άμεσα, μια ομοιομορφία και ενοποίηση των τιμολογίων χρέωσης προμηθειών εκ μέρους των τραπεζών, ως φυσικό επακόλουθο μετά την αλλαγή του τοπίου. Εκτιμούμε ότι οι τράπεζες θα πρέπει εγκαίρως να προσαρμόσουν με βάση τα νέα δεδομένα το ποσοστό τους, άσχετα με το εάν κάποιοι είναι παλιοί και κάποιοι νέοι πελάτες. Και αυτό θα πρέπει να γίνει πριν την εφαρμογή του μέτρου, καθ’ ότι η ιστορία έχει δείξει, πως εάν τέτοια θέματα δεν λύνονται εγκαίρως ακολουθεί το γνωστό «αλαλούμ» κι όταν έρχεται η ώρα για το… μάρμαρο, αυτό το πληρώνουν πάντα, οι «συνήθεις ύποπτοι», καταναλωτές.