Παλαιότερα οι άνθρωποι ήταν πιο κοντά στην Εκκλησία. Ζούσαν στον λειτουργικό ρυθμό της. Παρακολουθούσαν ποιος άγιος γιορτάζει κάθε ημέρα, πότε είναι γιορτή, πότε νηστεία, πότε αργία και ρύθμιζαν ανάλογα τη ζωή τους και τις εργασίες τους.
Ήταν πολύ φιλέορτοι οι ευλαβείς πρόγονοί μας. Ακόμη και στις μικρές γιορτές εκκλησιαζόταν όλο το χωριό. Μέσα από τη λατρεία επιτυγχανόταν θαυμάσια η ενότητα του χωριού, η ειρήνη, η αλληλοβοήθεια. Μετέχοντας στη λατρεία της Εκκλησίας και στα άγια μυστήρια, γίνονταν «σύσσωμοι και σύναιμοι» με τον Χριστό και «αλλήλων μέλη».
Επιπλέον η χαρά, η ανάπαυση και η πνευματική ατμόσφαιρα που δημιουργείται σε κάθε γιορτή είναι θείες ευλογίες που δεν μπορεί κανείς να τις βρει πουθενά να αντισταθμιστούν με οποιαδήποτε κοσμική και υλική απόλαυση που προσφέρεται στις κοσμικές γιορτές.
Σε κάθε γιορτή μπορεί να διακρίνει κανείς τρία στοιχεία: Πρώτον, τον εορτασμό του Αγίου εκκλησιαστικώς με εσπερινό, όρθρο, Θ. Λειτουργία, με «ύψωμα» και το απόγευμα της ίδιας μέρας με παράκληση προς τον εορταζόμενο άγιο. Δεύτερον, μία κοινωνική επίδραση του Αγίου που γιορτάζει. Στο σπίτι που γιορτάζει κάποιος γίνονται επισκέψεις, για να ευχηθούν τα «χρόνια πολλά» και το «βοήθειά μας ο Άγιος» στους εορτάζοντες. Και τρίτον, υπάρχει μια μεγάλη εξάρτηση των εργασιών από τις γιορτές, για να ευλογούνται και να έχουν κάποιον Άγιο προστάτη. Έτσι, σε άλλα χωριά «ρόγιαζαν» τα πρόβατα του αγ. Δημητρίου. Τότε άνοιγαν και τα κρασιά. Αλλού, τα κουκιά τα έσπερναν του αγ. Λουκά. Μέχρι του αγ. Κωνσταντίνου τελείωναν το φύτευμα του καπνού και το μάζεμά του ήταν μέχρι του Σταυρού. Τη σπορά δεν την άρχιζαν πριν του Σταυρού, «πριν σταυρώσει» η γη.
Σε μεγάλους αγίους αφιέρωναν ολόκληρους μήνες, τους οποίους ονομάτισαν με το όνομά τους. Έτσι τον Απρίλη τον ονόμαζαν Αι-Γιώργη, τον Οκτώβρη τον ήξεραν σαν Αι-Δημήτρη, τον Νοέμβρη σαν ΄΄Αντρειά΄΄ (Άγ. Ανδρέας), ακόμη τον Μάιο στον Πόντο τον αποκαλούν Καλομηνά, γιατί είναι ο μήνας που φέρνει όλα τα καλά ενώ Σταυρίτεν αποκαλείται ο Σεπτέμβριος που παίρνει το όνομά του από τη γιορτή της Ύψωσης του Τίμιου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου, κ.ά.
Μαζί με τις γιορτές είναι συνυφασμένα και πολλά ήθη και έθιμα, δημώδη άσματα, ακόμη και παιδικά παιχνίδια.
Όλη τους η ζωή ήταν αρωματισμένη από ευλάβεια, σαν το θυμίαμα που καίγεται και ευωδιάζει. Το γενικό τους πνεύμα ήταν να ζήσουν σαν καλοί χριστιανοί και να μεριμνούν για τη σωτηρία της ψυχής τους. Και επειδή ακριβώς ήταν τηρητές των Θείων εντολών, είχαν πλούσια τη χάρη και την ευλογία του Θεού στη ζωή τους, σύμφωνα με το ψαλμικό: «Εν τω φυλάσσειν αυτά, ανταπόδοσις πολλή».