Συνέντευξη: Σοφία Γκαγκούση
Το νέο του βιβλίο «σέρρα, η ψυχή του Πόντου» παρουσίασε στη Βέροια, την περασμένη Κυριακή ο συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος σε εκδήλωση που διοργάνωσαν ο Σύλλογος «Καλλιθέα», το βιβλιοπωλείο Ηλιοτρόπιο και οι εκδόσεις Ψυχογιός. Επίκαιρο το θέμα του ιστορικού του μυθιστορήματος και λόγω των ημερών μιλήσαμε με τον συγγραφέα, σε μια συνέντευξη για τον «Λαό», για να γνωρίσουμε καλύτερα τόσο τον ίδιο, όσο και την σχέση του με τον Πόντο και τα ιστορικά γεγονότα στα οποία αναφέρεται, εντυπωσιάζοντας πραγματικά τον αναγνώστη, ποικιλοτρόπως…
-Συνδυάζετε ένα αξιοσημείωτο έργο στην ιστορία της σημερινής λογοτεχνίας της Ελλάδας με το τρίπτυχο: μυθιστόρημα, ποίηση και στιχουργία. Πώς ξεκίνησε αυτή η πορεία;
Είχα την ευχέρεια να σκαρώνω στίχους και παραμύθια από μικρός. Ωστόσο ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα γίνω συγγραφέας, στιχουργός ή ποιητής. Αρχικώς με παρακίνησαν να ασχοληθώ πιο σοβαρά οι παροτρύνσεις φίλων οι οποίοι διάβαζαν τους στίχους που έγραφα κατά καιρούς. Βαπτίστηκα με πρωτόλεια κείμενα στη γραφή και ύστερα από επίμονη άσκηση και μαθητεία ένιωσα να φλέγομαι από την τέχνη του λόγου. Έκτοτε δοκιμάζομαι και αναμετριέμαι με τη γραφή.
-Από πού αντλήσατε την έμπνευσή σας για το νέο σας μυθιστόρημα;
Αφετηρία υπήρξε το ενδιαφέρον μου για τον ελληνισμό στα απόμακρα γεωγραφικά σημεία, το οποίο είχε εκδηλωθεί με τα προηγούμενα ιστορικά μυθιστορήματά μου• οθωμανοκρατούμενη Άρτα στο “Ιμαρέτ”, Κωνσταντινούπολη και άλλες περιοχές στο “Άγιοι και δαίμονες” (1808-1831), Κύπρος Ενετοκρατία, Οθωμανοκρατία και τα πρώιμα χρόνια της Αγγλοκρατίας στο “Ουρανόπετρα”. Επίσης, η επιθυμία μου να μιλήσω μέσα από το χθες για το σήμερα, καθώς είμαι πεπεισμένος ότι εμπεριέχεται στις ζωές των ανθρώπων του παρελθόντος. Αρκεί να μπει κανείς βαθιά στη ψυχή και στον λογισμό τους και να μην ανιχνεύει μονάχα τη σκόνη της Ιστορίας. Αυτό, δηλαδή, που επιτυγχάνει το καλό ιστορικό μυθιστόρημα, ζωντανεύοντας παλαιότερες εποχές. Όσο για το φυτίλι που άναψε την πρώτη φλόγα ήταν οι μαρτυρίες που κατέγραψα στο χωριό Βίγλα της Άρτας, όπου κατέληξαν το 1959 πρόσφυγες Πόντιοι ερχόμενοι από τη Σοβιετική Ένωση.
-Κατάγεστε από την Άρτα.. Ποιά είναι η σχέση σας με τον Πόντο;
Η απώτατη καταγωγή μου χάνεται στα βάθη των αιώνων, αν και ορισμένα στοιχεία τη συνδέουν, όπως αναφέρει και ο Αναστάσιος Γούδας, με το γενεαλογικό δέντρο των Κομνηνών. Το παλαιότερο όνομα της οικογένειας ήταν Κομνάς.
-Η ιστορία του Γαληνού, του ήρωά σας στο «σέρρα» είναι αληθινή;
Είναι μυθοπλαστική, όμως κτισμένη πάνω σε ακριβές ανθρωπολογικό και ιστορικό υπόστρωμα. Ενίοτε εντάσσονται στη μυθοπλασία και περιστατικά τα οποία συνέβησαν και ήρθαν σε γνώση μου μέσα από μαρτυρίες. Καταχωρούνται και πολλά πραγματικά πρόσωπα ως δευτεραγωνιστές, ενώ όλοι οι ήρωες είναι πλασμένοι με τα υλικά της εποχής εκείνης. Σε κάθε περίπτωση ο Γαληνός Φιλονίδης, όπως και οι λοιποί ήρωες, κουβαλούν πάνω τους την Ιστορία και τα δεινά των Ποντίων.
-Είναι εντυπωσιακά τα ιστορικά γεγονότα του βιβλίου… Πώς σταθήκατε απέναντι σ’ αυτό το δύσκολο κομμάτι;
Ήταν όντως πολύ δύσκολο εγχείρημα. Προσέγγισα τα ιστορικά γεγονότα μέσα από επίπονη και επίμονη έρευνα και πάσχισα να τα φωτίσω από κάθε πλευρά και χωρίς προκαταλήψεις, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Έπρεπε και να βρω τη χρυσή τομή και διαρκώς να προσέχω την έκταση που καταλαμβάνουν στο κείμενο τα έντονα γεγονότα, γιατί ελλόχευε ο κίνδυνος να δυναμιτίσουν ολόκληρο το μυθιστόρημα, το οποίο έχει τόσες άλλες πτυχές. Υπήρχε ο κίνδυνος να αποβούν σε βάρος των θεμάτων που πραγματεύεται, καθώς και του συνόλου της μυθοπλασίας. Συνάμα έπρεπε να μην υποβαθμιστούν τα ίδια τα τραγικά γεγονότα. Για όσο έγραφα είχα την εντύπωση ότι κινούμαι διαρκώς σαν τον ακροβάτη πάνω σε τεντωμένο σκοινί.
-Πόση Ελλάδα έχει το βιβλίο και ποια μηνύματα αντανακλούν στον αναγνώστη;
Σε όλο το κείμενο εμφανίζεται διάχυτος ο ελληνισμός του Πόντου, τα επιτεύγματά του και η ιστορία του η οποία είναι αλληλένδετη με τη λοιπή Ελλάδα. Ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει τα πολλά κοινά στοιχεία του ελληνισμού, ανεξάρτητα από ποια περιοχή κατάγεται ο καθένας. Όσο για τα μηνύματα είναι πάμπολλα. Κρατώ ως απόσταγμα τις διαδρομές που μπορεί να μας οδηγήσουν στις καλύτερες και στις χειρότερες στιγμές μας, αλλά και τη δύναμη των ανθρώπων να σηκώνουν ξανά το κεφάλι. Επίσης ότι ο στόχος μας πρέπει να είναι η εσωτερική καλλιέργεια, να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και πολίτες του κόσμου.
-Το συγγραφικό ταλέντο εκπαιδεύεται και πώς;
Διαβάζοντας, παρατηρώντας μέσα σου, γύρω σου και κάθε έκφανση της ζωής σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, γράφοντας, σκίζοντας και ξαναγράφοντας. Διαρκής άσκηση και μαθητεία είναι η γραφή.
-Βρίσκετε καλή τη σχέση λογοτεχνίας-μαθητών, στο Σχολείο;
Δεν είμαι εκπαιδευτικός και ως εκ τούτου δεν έχω την κατάλληλη εμπειρία για να μπορώ να κρίνω. Η αίσθησή μου, πάντως, είναι ότι δε δίδεται η απαιτούμενη βαρύτητα, αν και αρκετοί πεφωτισμένοι δάσκαλοι και καθηγητές αναπληρώνουν με τις παρεμβάσεις τους τα κενά και τις ελλείψεις του σχολικού προγράμματος όσον αφορά τη λογοτεχνία.
-Από το πρώτο, μέχρι το νέο σας βιβλίο, πόσο νιώθετε ότι εξελιχθήκατε κι εσείς προσωπικά;
Προσπαθώ να διδάσκομαι από τους ίδιους τους ήρωές μου και τις αναζητήσεις μου μέσω της γραφής και πιστεύω ότι κατέκτησα πολλά. Όμως δεν παύει να ισχύει το “γηράσκω αεί διδασκόμενος”.