Ευτυχώς μέσα στη γενική δυστυχία της καθημερινότητάς μας και αφού πέρασαν και οι Αποκριές, έσκασε μύτη ο υπέροχος δίσκος του συμπολίτη μας Σούλη Λιάκου με τίτλο “Ευτυχομανία”. Χρειάζεται, πράγματι ισχυρή δόση μανίας για να χαρούμε κάποια ψήγματα ευτυχίας. Αυτό, νομίζω, είναι και το μεγάλο επίτευγμα του καινούργιου, τέταρτου στη σειρά δίσκου του Σούλη. Πέραν τούτου, πρόκειται για μια εξαιρετική σύζευξη της διονυσιακής δημιουργικής δύναμης της φύσης, του κρασιού και της χαράς, με τίς αντίστοιχες δυνάμεις της παράδοσης και όλα αυτά με μαεστρία συνδυασμένα και εκφρασμένα στο σύγχρονο ροκ. Είχαμε χρόνια να δούμε κάτι παρόμοιο, μετά από τον Μπάλλο του Σαββόπουλου. Βέβαια κάθε μορφή τέχνης προβάλλει το ποιόν του δημιουργού της, το οποίο εν προκειμένω, αποτυπώνεται στις μελωδίες, στον στίχο και στην ενορχήστρωση. Έχουμε αφήγημα του ανάλαφρου, του περιπαικτικού, του σαρκαστικού και αυτοσαρκαστικού, του αναπάντεχου και του απρόσμενου. Ακούγοντας το δίσκο συναντάμε μελωδίες της Ηπείρου και της Μακεδονίας, ξεσπάμε στα γέλια, χαιρόμαστε, προβληματιζόμαστε και τελικά ευτυχούμε. Τα περισσότερα τραγούδια ερμηνεύονται πειστικά απ’ τον συνθέτη και τρία από αυτά από τον μύστη του παραδοσιακού Νίκο Ζιώγαλα, που κλείνει το δίσκο μ’ ένα υπέροχο, μακρόσυρτο “Βυζαντινό” ΑΑΑ, που ίσως αποτυπώνει τους καημούς, τον πόνο και την απόγνωση των καιρών μας. Ευχάριστη μελωδική πινελιά το ποντιακό “Η κόρη επήεν σο παρχάρ”. Ευτυχής, λοιπόν, αλλά δίχως μένος συνιστώ απερίφραστα τον δίσκο, ευχόμενος ταυτόχρονα καλή και δημιουργική συνέχεια.
Φώτης Σιμόπουλος