Του Ιωάννη Ιασ. Βελέντζα, Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχανικού
Φίλοι μου, καλή σας μέρα,
η περίοδος του Τριωδίου ξεκίνησε, οπότε μας δίνετε μία ακόμη καλή ευκαιρία για προβληματισμό και αυτοσυγκέντρωση.
Η επόμενη Κυριακή, είναι η Κυριακή του Ασώτου, με τη γνωστή σε όλους μας παραβολή του ασώτου υιού, που από αρκετούς έχει ειπωθεί ότι είναι ένα αριστούργημα, είναι το Ευαγγέλιο των Ευαγγελίων. Και μεταξύ μας άδικο δεν έχουν.
Βέβαια, πρέπει να τονιστεί ότι οι παραβολές του Ιησού μας, απευθύνονται σε αυτάκια ανοιχτά, σε ώτα που επιθυμούν να ακούσουν, κανείς δεν σώζεται εάν δεν το επιθυμεί ο ίδιος!
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν το “περπάτημά μας”.
Κάποιος είχε 2 γιους. Ο μικρότερος ζήτησε το μερίδιο της περιουσίας του και έφυγε σε ξένη χώρα. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Έπεσε όμως πείνα και λιμός σε εκείνη την χώρα και έτσι πήγε εργάτης και έβοσκε γουρουνάκια (όχι τα γνωστά σε όλους μας τρία γουρουνάκια, αλλά άλλα, ξένα!). Από την πείνα έτρωγε ξυλοκέρατα.
Τότε συνήλθε και είπε: ‘‘Πόσοι εργάτες του πατέρα μου τρώνε ψωμί! Θα σηκωθώ να πάω πίσω στον πατέρα μου, να του πω ότι αμάρτησα…’’.
Ενώ ήταν μακριά, τον είδε ο πατέρας του, έτρεξε, τον αγκάλιασε και τον φιλούσε. Ο γιος είπε:‘‘ Πατέρα, αμάρτησα και δεν αξίζω πια να λέγομαι γιος σου’’.
Ο στοργικός πατέρας είπε στους δούλους να τον ντύσουνε και έσφαξε το μόσχο το σιτευτό (όχι εμένα!) και γεμίσανε τα τραπέζια με τσίπουρο (χωρίς φόρο!).
Ο γιος μου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε, χαμένος και βρέθηκε, είπε ο πατέρας.
Ο μεγαλύτερος γιος που βρισκόταν στο χωράφι (και όχι στα μπλόκα!), καθώς ερχόταν άκουσε χορούς. Φώναξε έναν από τους υπηρέτες και τον ρώτησε τι γίνεται στο σπίτι του πατέρα του. Εκείνος του είπε πως γύρισε ο αδελφός του. Αυτός θύμωσε• δεν ήθελε να μπει μέσα.
Βγήκε έξω ο πατέρας του και τον παρακάλεσε.
‘‘Τόσα χρόνια δουλεύω και δε μου έδωσες, ποτέ ούτε ένα κατσικάκι (άπαχο!) για να χαρώ με τους φίλους μου, για το γιο σου όμως αυτόν, που ήταν άσωτος, έσφαξες το μοσχάρι το σιτευτό’’.
Ο πατέρας αποκρίθηκε: ‘‘παιδί μου, όσα έχω είναι και δικά σου. Πρέπει να χαρούμε, διότι ο αδελφός σου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε’’.
Ας έλθουμε όμως στο σήμερα. Στην αγαπημένη μας πατρίδα, σε εμάς δηλαδή.
Στο πρόσωπο του νεότερου ασώτου υιού, ας τοποθετήσουμε την πατρίδα μας, τον καθένα από εμάς.
Θεωρούσαμε την ζωή μας μονότονη, ανιαρή, δεν μας άρεσε ο Θεός,
Τον πετάξαμε έξω, “σουτάραμε” από μέσα μας όλες τις αρχές, τα ιδανικά μας.
Δεν επιθυμούσαμε την ελευθερία, αλλά την πλήρη ασυδοσία. Να κάνουμε ότι γουστάρουμε.
Ποιος είσαι εσύ πατέρα, που θα μου πεις τι θα κάνω.
Παραβλέψαμε - ξεχάσαμε, ότι ελευθερία δεν σημαίνει ασυδοσία, αλλά επιλογή σωστών αποφάσεων με στόχο το κοινό καλό.
Γίναμε οπαδοί του έκλυτου βίου. Κανένας φραγμός πουθενά.
Καταναλωτικά δάνεια για να περνάμε καλά, δάνεια όχι για καλύτερο αυτοκίνητο, αλλά για πόρσε και φερράρι (έφυγα από το χωριό μου με τον γάιδαρο και ήρθα στην πόλη και θέλω τζιπ που είναι σαν τάνκς!), χρηματιστήριο (χωρίς να ξέρω να διαβάζω!), ομόλογα, μετοχές, ωραίες πολύχρωμες γραβάτες (εξαιρούμαι φοράω τιράντες!), πούρο, χρυσή καδένα να πηγαίνει ασορτί με τα χρυσά δοντάκια, δάνεια για εξοχικό στη θάλασσα, κότερο για να πηγαίνω για ψάρεμα (έχω και βάρκα πάμε μια βόλτα!), εξοχικό στο βουνό (έχω και τζιπ πάμε για σκι!), πολυτελή ξενοδοχεία και επαύλεις, και … στο μέγαρο για μουσική ποιότητας!
Βέβαια οι κυρίες που δεν καταλαβαίνουν από μουσική, αφού ακούνε μόνο Μπιθικωτσή, στην πορεία αφήσανε το μέγαρο και τα βρήκανε με τον παίδαρο!
Τα αποτελέσματα αναμενόμενα. Φτώχεια, πόνος, δυστυχία, αδυνατώ να πληρώσω τα δάνεια.
Ο άσωτος υιός, όμως φίλοι μου σώθηκε, αφού πρώτα μετανόησε.
Έτσι και με την πατρίδα μας, που ο αναρχοκαπιταλισμός την έκανε άσωτη.
Εάν κατανοήσουμε το πρόβλημα και μετανοήσουμε (μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος), θα μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας και να ξεκινήσουμε, πάλι.
Εάν όμως, πέρα βρέχει, και συνεχίσουμε να επιθυμούμε την επιστροφή στο παλιό, και λεφτά υπάρχουν και ψέματα και …, τότε η καταστροφή θα είναι ολοκληρωτική.
Θα γίνει ο καθένας από εμάς, ο δεύτερος υιός της παραβολής, ο μεγάλος, ο ηθικός, ο ευσεβής, ο δίκαιος, που δεν είναι ψεύτης, που δεν κλέβει, δεν συκοφαντεί, ... που μόλις θιχτούν τα συμφέροντά του, επαναστατεί, φωνάζει, γίνεται σκληρόκαρδος, ζηλεύει, βγάζει όλα του τα απωθημένα, θυμώνει και στεναχωριέται με την ευτυχία του αδελφού του.
Η πατρίδα μας, φίλοι μου, δεν πρόκειται να σωθεί με τους τύπους αλλά με την ουσία. Οι δήθεν αρετές δεν σώζουν, αλλά σκληραίνουν.
Η επιλογή μας ανήκει, ακόμη!