Ούτε για κλάματα, ούτε για γέλια ήταν ο συνταξιούχος που ήλθε μεσημεριάτικα στο γραφείο μου. Αγανακτισμένος ήταν ο άνθρωπος και ήθελε κάπου να πει τον πόνο του. Ήλθε σ’ εμένα, κρατώντας στο χέρι του το εκκαθαριστικό της πρόσφατης μισθοδοσίας του και θέλησε, σώνει και καλά να μου το διαβάσει.
«Δεν είμαι γκρινιάρης αλλά δε μου αρέσει και να με δουλεύουν. Βλέπεις εδώ; Γράφει πως οι αποδοχές μου ξεπερνούν τα 1.500 ευρώ».
«Για να το γράφει. “Κάπως έτσι θα είναι. Τί παράπονο έχεις;” ρώτησα, ελαφρώς χολωμένος.
«Άκου και τη συνέχεια που την αποτελούν οι κρατήσεις: εισφορά αλληλεγγύης 13,98 ευρώ».
«Χαράς το πράγμα. Τίποτε άλλο έχει;».
«Αν έχει; ΕΑΣ συνταξιούχων ευρώ 156,21. Και δεν έμαθα ποτέ τί σόϊ κράτηση αντιπροσωπεύει αυτό. Εσύ ξέρεις;».
Ομολόγησα πως όχι και αυτός συνέχισε: “Μείωση του Ν. 4051 ευρώ 77,07. Υγειονομική περίθαλψη 93,73 ευρώ. Μείωση του Ν. 4099 ευρώ 193,15. Μείωση του Ν. 4024 ευρώ 41,18”.
Οι κρατήσεις ήταν έξω από κάθε λογική και από κάθε νομιμότητα. Ρώτησα τον συνομιλητή μου σν συμβουλεύθηκε κάποιον δικηγόρο.
«Μου είπαν πως κι αυτοί το έχουν το πρόβλημα. Όμως ο νόμος είναι νόμος. Έξω από κάθε λογική και δικαιοσύνη. Όμως είναι νόμος».
Από περιέργεια, βάλθηκα να προσθέτω τα ποσά. Με διέκοψε ο συνταξιούχος: «Βάλε και το φόρο. Ευρώ 134,82 κάθε μήνα. Τώρα μπορείς να κάνεις τη σούμα».
Την έκανα. Σύνολο 710,14.
«Σου περισσεύουν επομένως κοντά στα 800 ευρώ το μήνα» ξεφώνησα με διάθεση σαδιστική. Σου επιτρέπουν να ζεις και συ και η συμβία σου… Έτσι;».
Ο άνθρωπος πετάχτηκε επάνω. Το μάτι του άρχισε να αλληθωρίζει επικίνδυνα:
«Με δουλεύεις! Έστω πως είναι δικά μου τα 800. Σαράντα πέντε χρόνια υψηλόβαθμες εισφορές για να παίρνεις οκτακόσια ευρώ το μήνα; Και να πληρώνεις μ’ αυτά ΔΕΗ, να πληρώνεις ΟΤΕ, να πληρώνεις ΔΕΥΑΒ; Βάλε και το χαράτσι, τον ρημάδι τον ΕΝΦΙΑ. Βάλε και τη ρύθμιση των 72 δόσεων που θέλει να στάζεις το διακοσάρι κάθε μήνα, για να ξοφλήσεις τα ληξιπρόθεσμα της εφορίας. Τί μένει για το μπακάλη και το μανάβη; Τί μένει για κάποια κοινωνική σου υποχρέωση; Για κάποια φιλανθρωπία; Κατάλαβες τώρα γιατί ψήφισα Τσίπρα;
Έφυγε χωρίς να χαιρετήσει. Δε βρήκε την κατανόηση που προσδοκούσε. Δεν άκουσε λόγια συμπάθειας. Όχι πως δεν τον δικαιολογούσα. Όμως αυτός, είχε τουλάχιστον το καθημερινό του. Είχε και για το σούπερ μάρκετ, είχε και για το μανάβη. Κι αν έπρεπε κάποιον να συμπονέσω, δεν ήταν ο συνταξιούχος που τα πολλά της σύνταξής του γίνανε λίγα, γίναν ελάχιστα. Θα συμπονέσω την καθαρίστρια που ψάχνει για ένα δίωρο εργασίας για να πάρει έξι ευρώ και να ταΐσει τα παιδιά της. Θα συμπονέσω τον πτυχιούχο που κάθε μέρα γράφει το βιογραφικό του και ψάχνει στις μικρές αγγελίες των εφημερίδων για κάποια θέση εργασίας.
Αυτούς θα συμπονέσω και θα κλάψω. Τον συνταξιούχο, θα τον αφήσω να βλέπει τον αφανισμό της σύνταξής του και… να ψηφίζει Τσίπρα.
Ο.Σ.