Είναι θετικό και παρήγορο βεβαίως ότι στις κινηματογραφικές αίθουσες βγαίνουν ελληνικές ταινίες και παραγωγές ,όπως αυτές τις ημέρες, το «Ουζερί Τσιτσάνης», από τον, τηλεοπτικό κυρίως, σκηνοθέτη Μαν. Μανουσάκη, βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο του Γ. Σκαμπαρδώνη. Στην επίσημη προβολή στο Σταρ της Βέροιας ήταν και οι δύο παρόντες και μίλησαν για το έργο του ο καθένας, τονίζοντας πολλάκις ότι ένα βιβλίο δεν μπορεί να μεταφερθεί στην οθόνη με την οπτική του συγγραφέα, αλλά με την ματιά του σκηνοθέτη. Και ίσως δεν ήταν τυχαίες οι συνεχείς αναφορές, αφού η αίσθηση που μου άφησε η ταινία ήταν ότι η εικόνα που έχουμε για τον μέγιστο του ρεμπέτικου Βασίλη Τσιτσάνη, ο οποίος έδωσε και τον τίτλο στην ταινία (εκ του βιβλίου), δεν παρέπεμπε στον Τσιτσάνη που φανταζόμαστε …Είδαμε έναν Τσιτσάνη ουδέτερο, σχεδόν κομπάρσο, αφού ο ρόλος του και η παρουσία του δεν κάλυπτε παρά ένα 10% περίπου της ταινίας… Αψόγως κουστουμαρισμένο, στυλιζαρισμένο, σχεδόν «ατσαλάκωτο», με ένα μπουζούκι που απλά κρατούσε στο χέρι, χωρίς να μας δίνει τη σχέση και το πάθος του τεράστιου συνθέτη και οργανοπαίκτη με το μπουζούκι του, ως φυσική προέκταση της ψυχής του, του σώματός του και της ζωής του.
Η ταινία εστίασε αποκλειστικά σχεδόν στην καταδίωξη των εβραίων της Θεσσαλονίκης, με δυνατά πλάνα, επί μέρους, και στον πονεμένο έρωτα ενός χριστιανού με μια εβραία, που όμως δεν κατάφερε να νικήσει τις θρησκευτικές διαφορές…
Βέβαια, βγήκα από την αίθουσα με μια αισιόδοξη διάθεση από το γεγονός ότι ο ελληνικός κινηματογράφος ζει και γεμίζει τις αίθουσες, όχι όμως πιο φωτισμένη για το περίφημο ουζερί του Τσιτσάνη στη Θεσσαλονίκη...
Ακυρώνεται η παράσταση stand up comedy στο θέατρο της Ραχιάς
Ο Όμιλος Φίλων Θεάτρου και Τεχνών ανακοινώνει ότι...