Κάποιοι επιμένουν πως ο σημερινός ένοικος του Μαξίμου και πρωθυπουργός της φαιδράς Ελλάδας, υπήρξε πιο επιζήμιος για τη χώρα μας όταν ακόμη βρισκόταν στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Τότε δηλαδή που ο Σαμαράς έβγαζε την οικονομία μας στη διεθνή αγορά και ο Τσίπρας, αντί να βάλει πλάτη, απειλούσε πως όταν γίνει κυβέρνηση δε θα αναγνωρίσει καμία προηγούμενη δοσοληψία και καμία προηγούμενη συμφωνία. Έτσι έδιωξε τους υποψήφιους επενδυτές Ευρωπαίους και Κινέζους, ενώ παράλληλα υποβάθμιζε την αξία των ελληνικών ομολόγων.
Εγώ θα διαφωνήσω με τις απειλές αυτές. Νομίζω πως εκείνος που ζημίωσε τον τόπο μας, ήταν ο ίδιος ο λαός μας που με τόση ευπιστία υποκύπτει στους πολιτικούς και στις υποσχέσεις του τύπου «λεφτά υπάρχουν».
Τα ψέματα βεβαίως και τις ψεματάρες, οι πολιτικοί τις έχουν σε ημερήσια διάταξη. Άλλωστε, τί σόϊ πολιτικοί θα ήσαν αν στις επαγγελίες τους δεν προσέθεταν τη γαρνιτούρα τους ψεύδους. Αλλά, οι αρχαίοι μας πρόγονοι έλεγαν «το δις εξαμαρτείν, ουκ ανδρός σοφού». Και ο λαός της Ελλάδας την είχε πατήσει ήδη με τον Γιωργάκη. Βάλε τώρα και το γεγονός της ανικανότητας εκείνων που κατά καιρούς διαχειρίσθηκαν τα οικονομικά της χώρας. Θα καταλάβεις τότε γιατί καταντήσαμε στο σημερινό χάλι. Και θα συμφωνήσω με τον οικονομολόγο φίλο μου που έλεγε πως οι κατά καιρούς διαφημισμένοι «Τσάροι της οικονομίας» πήραν το πτυχίο τους σουλατσάροντας έξω από το Αμερικανικά πανεπιστήμια ή μέσα στα «ψηστήρια» του Foreign Office της Ουάσινγκτον. «Αλλιώς τα μαθαίναμε στα δικά μας Πανεπιστήμια και αλλιώς μας τα λεν οι εξ Ηνωμένων Πολιτειών προκύψαντες φωστήρες. Πάσχιζαν να σιάξουν τα οικονομικά του κράτους, εξοντώνοντας τα νοικοκυριά και τις οικονομίες του κοσμάκη. Δε θα έλεγα πως «τόσο ξέρουν, τόσο κάνουν». Διατεταγμένες υπηρεσίες επιτελούν. Αυτά που θα τους πουν τα αφεντικά τους. Όμως, να μη μας δουλεύουν κι από πάνω. Να μη μας λένε πως οι ακατάπαυστες επελάσεις τους στα πενιχρά εισοδήματά μας αποβλέπουν στην ενίσχυση των αποθεματικών και στην κάλυψη ταμειακών αναγκών. Να μας εξηγήσουν, γιατί ενώ είναι ηλίου φαεινότερο πως τα λεφτά μας οδεύουν στα θησαυροφυλάκια των δανειστών μας, το εθνικό χρέος, αντί να μειωθεί, τραβά διαρκώς στην ανηφόρα».
Ρώτησα τότε τον φίλο μου τον οικονομολόγο να μου πει την άποψή του για τα «ισοδύναμα» που με τόσο ζήλο και αγωνία ψάχνουν οι ταλαντούχοι συμβουλάτορες των υπουργείων. Εκείνος δεν απήντησε, όμως κι εγώ δεν ήθελα να μείνει αναπάντητος ο προβληματισμός μου. «Οικονομολόγος είσαι! Αν δε μας πεις εσύ, ποιός θα μας πει; Τί ξέρεις λοιπόν για τα ρημάδια τα ισοδύναμα που μας έχουν χαλάσει την ησυχία και μας ταράζουν τον ύπνο;».
«Μη μου τα θυμίζεις! Μπίλια ρουλέτας είναι τα ισοδύναμά σου. Μπίλια που γυρίζει. Το πού θα καθίσει, κανείς δεν το ξέρει. Και κανείς δε μπορεί να μαντέψει ποιοί θα είναι οι τυχεροί. Να μας φυλάξει ο Θεός και να μην είμαστε ούτε κι εσύ, ούτε κι εγώ. Γιατί τότε, ούτε και συ θα είσαι σίγουρος για τη σύνταξή σου, αλλά ούτε κι εγώ για το μισθό μου».
Τί ήθελα και το ρωτούσα; Μου έκανε την καρδιά… γαρύφαλλο.
Ο.Σ.