Τις μέρες αυτές ο Ναστρεδίν Χότζας επισκέφθηκε το Μεγάλο Βεζύρη και του είπε: «Πολυχρονεμένε μου Βεζύρη, σε προσκυνώ. Ήλθα να σου κάνω μιαν ερώτηση που δεν είναι μόνο δική μου: Όταν πηγαίνεις για ψάρεμα, ποιά ψάρια προσπαθείς να πιάσεις; Τα μεγάλα ή τα μικρά;». «Τα μεγάλα Χότζα μου. Θέλει και ρώτημα;». Ο Χότζας έκανε πως κατευθύνεται στην έξοδο. Πριν όμως ανοίξει την πόρτα, σταμάτησε και ρώτησε τον Μεγάλο Βεζύρη!
«Γιατί τότε το Δοβλέτι τσεκουρώνει τους μικρούς φορολογούμενους κι αφήνει τους μεγάλους να ξεφεύγουν και να στέλνουν τα κέρδη τους στις Τράπεζες της Ευρώπης και της Αμερικής;».
Ο Μεγάλος Βεζύρης χάιδεψε τα γένια του και μπήκε σε περισυλλογή. Έσκυψε μετά στο αυτί του Χότζα και του ψιθύρισε: «Εσύ Χότζα μου, τι λογής ψάρι λογαριάζεις τον εαυτό σου;».
«Μικρό, Βεζύρη μου πολυχρονεμένε! Μια συνταξούλα όλο κι όλο, κι αυτή μου την ψαλιδίζεις κάθε τόσο. Βάλε και το 26% από το πρώτο γρόσι, βάλε και τα χαράτσια για το ρημάδι το σπίτι μου, βάλε και τις περικοπές για την αλληλεγγύη, τι μου μένουν; Πενταροδεκάρες για το ηλεκτρικό και για τα ψώνια. Μικρό ψάρι πολυχρονεμένε μου Βεζύρη».
«Και πόσα πάνω-κάτω είστε σεις τα μικρά ψάρια και τα μικρομεσαία;».
«Να μην είμαστε (πάνω-κάτω) επτάμιση εκατομμύρια ψυχές;».
Ο Βεζύρης ένευσε καταφατικά.
«Και τους άλλους; Αυτούς που στέλνουνε το μόχθο τους στις τράπεζες του εξωτερικού; Πόσο τους κάνεις (πάνω-κάτω) αυτούς;».
«Να μην είναι Βεζύρη μου επτάμιση χιλιάδες πάνω-κάτω;».
«Να είναι! Αν τώρα Χότζα μου στηθείς για ψάρεμα, σε ποιά θάλασσα θα ρίξεις τα δίκτυα σου; Σ’ αυτήν που έχει τα λίγα ψάρια ή σ’ εκείνη που έχει τα χιλιοπλάσια;».
«Θέλει και ρώτημα; Σ’ εκείνη που έχει τα πιο πολλά. Τα χιλιοπλάσια».
«Αφερίμ! Λοιπόν κι εγώ αυτό κάνω Χότζα μου» θριαμβολόγησε ο Βεζύρης.
Και άφησε το Χότζα να συλλογίζεται πώς πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
Τέτοια πετυχημένη απάντηση, ούτε ο Μεγάλος Βεζύρης του Μαξίμου θα μπορούσε να σοφιστεί.
Ο.Σ.