Φαύλη ως ληστρική χαρακτηρίζει ανέκαθεν ο λαός τη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων από τις κυβερνήσεις των πάλαι ποτέ μεγάλων κομμάτων. Εν τούτοις, ο ίδιος λαός τα εφοδιάζει κάθε φορά που τον έσερναν στην κάλπη με ποσοστά μεγαλύτερα του 40%.
Και με τη δυναμική που τους έδινε κάθε φορά το ψηλό αυτό ποσοστό, μόλις νιώθαν να τρίζει απειλητικά η καρέκλα τους, στήναν τις κάλπες για νέες εκλογές. Κι ας ήξεραν πως οι πρόωρες εκλογές αποτελούν μαχαιριά στα δημοσιονομικά του κράτους.
Τότε ο λαός απηυδισμένος, κατέφευγε στις σοφές παροιμίες του: «Ράβε ξήλωσε, δουλειά να μη σου λείπει».
Και ξαφνικά, τελείως αναπάντεχα, την πρακτική των παλαιοκομματικών εφαρμόζει και ο γιγαντωθείς αιφνίδια νέος πολιτικός οργανισμός.
«Τι θέλετε να κάνω;» ρωτάει ο χθεσινός πρωθυπουργός, ενώ ξέρει πολύ καλά τι έπρεπε να κάνει. Και για να πούμε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, για να μιλήσουμε απλά και με λόγια μετρημένα, έπρεπε να συλλογισθεί κομμάτι το κακόμοιρο έθνος που σφαδάζει λαβωμένο από τα σφάλματα του απώτερου αλλά και του πρόσφατου παρελθόντος.
Να υπολογίσει πως τα έξοδα που θα προκύψουν, θα βγουν από την τσέπη του λαού. Του ταλαιπωρημένου ήδη λαού, που θα κληθεί να πληρώσει ξανά τα σπασμένα.
Υποκριτικά «διαφωνεί» ο αιώνιος αντίπαλος. Σιγά να μη διαφωνεί! Αν πράγματι διαφωνούσε, δεν είχε παρά να καταθέσει προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας και να πετύχει την ακύρωση των προκυρηχθέντων εκλογών. Γιατί, δε μπορεί να μη γνωρίζει πως από το σύνταγμα, δεν επιτρέπονται οι εκλογές στο ίδιο έτος, εκτός αν ο πρωθυπουργός επικαλεσθεί λόγους εθνικούς.
Λέτε όμως να μην το γνωρίζει; Δεν αποκλείεται. Οι άνθρωποι της πολιτείας απεχθάνονται το Σύνταγμα και δεν το διαβάζουν. Ακόμη κι όταν το παραβαίνουν.
Τι λέω; Ακόμη κι όταν το καταπατούν, κάτω από το χαριτωμένο μειδίαμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο.Σ.