Παρά τα πρωτοφανή για τα πολιτικά χρονικά της χώρας γεγονότα των τελευταίων μηνών, το κυβερνών κόμμα παραμένει στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων πρώτο με διαφορά. Παρά τα συνεχιζόμενα πολιτικά τερτίπια της Κωνσταντοπούλου, του Λαφαζάνη, του Βαρουφάκη και άλλων τινών, η δημοτικότητα του Αλέξη Τσίπρα αντί να μειωθεί όλο και μεγαλώνει. Μεταξύ των πρώτων σε δημοτικότητα πολιτικών ηγετών του κόσμο ο Έλληνας πρωθυπουργός. Ούτε το ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ, ούτε τα πολύ σκληρότερα μέτρα που σαν δούρειο ίππο έφερε αυτό το ΟΧΙ, έκαμψαν τον ελληνικό λαό. «Τσίπρας και ξερό ψωμί» μοιάζει να λέει. Γιατί όμως;
Δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να κάνει «ζάπι» το κόμμα του αλλά ούτε καν την κυβέρνησή του ο Αλέξης Τσίπρας. Αντάρτες, αμφισβητίες, επικριτές, δελφίνοι, όλοι μαζεμένοι εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ αντιπολιτεύονται τον αρχηγό τους. Κάνουν το παν για να ρίξουν την κυβέρνηση. Να καθαιρέσουν τον πρωθυπουργό. Η «δημοκρατία» στο απώγειό της σ’ αυτό το κόμμα. Ανήμπορος (ή απρόθυμος) ο πρωθυπουργός τούς παρακολουθεί στο καταστροφικό κομματικό έργο τους. Και έχει και έναν συνεταίρο που δεν μπορεί να τον ελέγξει, που με την προκλητική και διχαστική συμπεριφορά του κάνει ζημιά στο προφίλ της κυβέρνησης. Στο προφίλ όμως του Τσίπρα όχι. Όλο και απογειώνεται η δημοτικότητά του. Γιατί άραγε;
Στημένη στους ουρές των ΑΤΜ οι Έλληνες βρίζουν. Βρίζουν αυτούς που τον έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση. Βρίζουν τους νυν αλλά και τους προηγούμενους. Καμιά φορά βρίζουν και τους επόμενους, αυτούς που θάρθουν και θα κάνουν τα ίδια. Και αυτό το τελευταίο είναι που τους συγκρατεί. Ξέρουν ότι η ελπίδα πέρασε και δε σταμάτησε, αλλά και ότι το καινούργιο, αν έρθει, θα μοιάζει με το παλιό. Και αυτό τους περιχαρακώνει. Αυτό είναι που τους φοβίζει. Το ότι δεν βλέπουν μέλλον σ’ αυτό τον τόπο.
Δεν βλέπουν αυτό που πρέπει να ξεπηδήσει από κάποιο πολιτικό χώρο και να έχει όλα τα χαρακτηριστικά του «καινούργιου». Και όσο δεν το βλέπουν αυτό, όσο κανείς άλλος δεν τους πείθει για κάτι το καλύτερο, μένουν προσκολλημένοι στον σαραντάρη πρωθυπουργό. Δίνουν σ’ αυτόν πίστωση χρόνου, αλλά και κρατούν για τον εαυτό τους, έστω για λίγο ακόμα, το όνειρο της ελπίδας που χάθηκε στον δρόμο.
Τ.Π.