Χρειάστηκαν πέντε μήνες, ένα δημοψήφισμα, capital controls, ένας ισχυρός τριγμός στην τραπεζική πίστη, η λαϊκή ανεπιφύλακτη στήριξη στον Πρωθυπουργό του 61%, το δεκαπενθήμερο πάγωμα της αγοράς και τους κράτους και η ανατροπή των συναλλακτικών ηθών, μια νύχτα αλληλοσπαραγμών στην Ελληνική Βουλή και 17 εφιαλτικές ώρες στα γραφεία των Βρυξελλών για να πραγματωθεί η συμφωνία με τους εταίρους δανειστές. Μια συμφωνία που έγινε ποθητή από πολλούς, που επιβλήθηκε με καταφανώς δυσμενείς όρους από την «Ευρώπη της Δημοκρατίας» αλλά και την εγχώρια πολιτική τάξη ως η μοναδική σανίδα σωτηρίας για την Ελλάδα.
Πράγματι, αν κάποιος εξετάσει τα όσα έχουν συμβεί στη χώρα από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου το 2010 έως σήμερα που φτάσαμε στο τρίτο μνημόνιο, γίνεται κατανοητό ότι η διαρκής «διάσωση» της ελληνικής οικονομίας είναι μονόδρομος. Πολλοί μέχρι σήμερα βρισκόμενοι στην αντιπολίτευση περιέγραψαν έναν άλλο δρόμο, μια άλλη συνταγή που έπρεπε να εφαρμοστεί για να υπερβούμε τα μνημόνια, όμως τίποτε απ’ όλα αυτά μετεκλογικά δεν αποδείχθηκε εφικτό. Πληρώσαμε όλοι οι Έλληνες πολίτες την αναντιστοιχία των προεκλογικών δεσμεύσεων με τις μετεκλογικές πολιτικές. Πληρώσαμε όλοι οι Έλληνες πολίτες την ελπίδα που θέλαμε να πιστέψουμε ότι υπάρχει. Πληρώσαμε όλοι οι Έλληνες πολίτες και μάλιστα πολύ ακριβά την απουσία εθνικής ομοψυχίας και πατριωτισμού.
Αν το 2010 στο ξέσπασμα της εθνικής μας κρίσης, είχαν καταφέρει οι παράγοντες του πολιτικού συστήματος να συνεννοηθούν, αν η αστική τάξη της χώρας είχε συμβάλει στην αντιμετώπισή της, τώρα ίσως η Ελλάδα να μην είχε υποβληθεί στην ταπείνωση των τελευταίων εικοσιτετραώρων. Γιατί δεν είναι μόνο το Grexit που τέθηκε στο ευρωπαϊκό τραπέζι των διαπραγματεύσεων από τη σκληρή συμμαχία Γερμανίας-Φιλανδίας-Λετονίας που πλήγωσε τους Έλληνες διεθνώς, αλλά κυρίως όσα ακούστηκαν όλες τις προηγούμενες ημέρες για την πατρίδα και τον λαό μας. Όσα ακούστηκαν από τη Γερμανία που για τρίτη φορά στην ιστορία καταστρέφει τους ευρωπαϊκούς δεσμούς προκειμένου να επιδείξει την οικονομική και πολιτική της ηγεμονία στο εσωτερικό της Ευρώπης.
Είναι πλέον σαφές ότι η διαπραγμάτευση δεν κινήθηκε στο πλαίσιο του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι χρησιμοποίησαν το «όχι» για να στηρίξουν τις δικές τους θέσεις. Ένα «όχι» που έγινε η αφορμή να υποχρεωθεί η χώρα σε μέτρα κάποιων παραπάνω δισεκατομμυρίων, αλλά που ίσως έσπειρε, όπως είπε ο κ. Τσίπρας, ένα σπόρο δημοκρατίας στην Ευρώπη. Ο διάλογος που άνοιξε προέβαλε μια σειρά κρίσιμων αιτημάτων από πολλές χώρες, όπως είναι η διάσκεψη των χρεών της Ευρωζώνης, η απομάκρυνση από πολιτικές λιτότητας, η αντιμετώπιση της ανόδου της ακροδεξιάς και του ευρωσκεπτικισμού και κυρίως ανέδειξε τις νέες συμμαχίες που φάνηκαν να αναπτύσσονται ανάμεσα στα κράτη-μέλη και να απειλούν τη συνοχή της Ένωσης, θέτοντας την Ευρώπη σε μια νέα εποχή. Μια εποχή που αρχίζει από την εφαρμογή ενός σκληρού προγράμματος στην Ελλάδα, το οποίο αναμένεται να έχει αβάσταχτο κοινωνικό κόστος. Το μεγάλο αυτό τραύμα στην καρδιά του ευρωπαϊκού εγχειρήματος ίσως μας προβληματίσει ακόμη περισσότερο στα επόμενα χρόνια, αφού η Ένωση φανέρωσε το πιο τιμωρητικό της πρόσωπο όχι σε μια κυβέρνηση, αλλά σε ένα έθνος.
Για την μικρομεσαία τάξη η νέα συμφωνία θα γίνει η αιτία για άλλη μια οικονομική αιμμοραγία. Πρόκειται για σκληρά μέτρα που για ακόμη μια φορά είναι οριζόντια, με αποτέλεσμα να θίγεται ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού το οποίο ήδη έχει υποφέρει πολλά. Η αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 13% στο 23%, η κατάργηση εκπτωσης στα νησιά, η εφαρμογή της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, η διετής διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, η αύξηση της φορολογίας στις επιχειρήσεις από 26% στο 28%, η προκαταβολή φόρου από 80% στο 100% για τις ΑΕ, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό και στο συνταξιοδοτικό και η αυστηροποίηση του πλαισίου για τις 100 δόσεις αποτελούν μερικά από τα μέτρα ύψους 12 δισεκατομμυρίων ευρώ που πρέπει να πάρουμε ως το 2018. Όλα αυτά βέβαια χρειάζεται να γίνουν μαζί με την ανακοπή των εκροών καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα και την αποκατάστασή του, την επιστροφή στη συναλλακτική εμπιστοσύνη τόσο μεταξύ Ελλήνων επιχειρηματιών, όσο και μεταξύ αυτών και των ξένων προμηθευτών, και κυρίως τη δημιουργία ενός κλίματος σταθερότητας και οικονομικής ασφάλειας.
Οι μέρες που έρχονται δεν θα είναι εύκολες,. Σ’ αυτή την προσπάθεια που οφείλουμε να καταβάλουμε όλοι, είναι αναγκαίο να υπάρξει εθνική ομοψυχία και συνεννόηση. Το επόμενο διάστημα δεν πρέπει να κυριαρχήσουν εικόνες σύγκρουσης αλλά εικόνες εθνικής συνεργασίας. Δεν αντέχει ο τόπος άλλες διαιρέσεις. Στόχος όλων πρέπει να γίνει η στήριξη της χώρας.
Γιώργος Καρανίκας
Γενικός Γραμματέας Εθνικής
Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου
Πρόεδρος Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων
Δυτικής-Κεντρικής Μακεδονίας