Ο Χότζας είδε κάποτε δυο ανθρώπους να μαλώνουν. Μπήκε ανάμεσα τους, τους χώρισε και άρχισε να συζητά μαζί τους. Ο πρώτος τού εξήγησε τον λόγο του επεισοδίου. «Δίκιο έχεις», του απάντησε ο Χότζας. Μετά τού εξήγησε τη δική του πλευρά ο δεύτερος. «Δίκιο έχεις κι εσύ», απάντησε ο Χότζας. Ένας περαστικός άκουσε τη στιχομυθία και απευθύνθηκε στον καλοκάγαθο Χότζα. «Πώς είναι δυνατόν να δίνεις δίκιο και στους δύο;» Σκέφτηκε λιγάκι ο Χότζας ξύνοντας το κεφάλι του και του λέει: «Κι εσύ δίκιο έχεις».
Σ’ αυτή την κατάσταση βρίσκεται αυτόν τον καιρό όλος ο Ελληνισμός. Μεταξύ δύο μονολεκτικών εκβιαστικών επιλογών, που κατά την ταπεινή μου άποψη έχουν αμφότερες ισχυρά ερείσματα και πλούσια επιχειρηματολογία. Αλλά και σοβαρά μειονεκτήματα. Τα συν και τα πλην κάθε επιλογής ίσως να μην είναι στο 50-50, αλλά σίγουρα δεν είναι ούτε στο 100-0 όπως κάθε πλευρά παρουσιάζει τη θέση της, στο πλαίσιο της παραδοσιακής πόλωσης πριν από κάθε προσφυγή στις κάλπες.
Αν θεωρήσουμε δεδομένο το παραπάνω σκεπτικό, πρέπει να δεχτούμε με σύνεση και σοφία το κάθε αποτέλεσμα την ερχόμενη Κυριακή. Όχι τόσο ως λαϊκή έκφραση, αλλά κυρίως ως όχι το τελικό κριτήριο για την πορεία και την παρουσία της χώρας μας στον κόσμο. Επιτρέψτε μου, τίποτε δεν πρέπει να τελειώσει την Κυριακή. Ίσα-ίσα, τότε όλα πρέπει να αρχίσουν. Επιτέλους. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, οι Έλληνες οφείλουμε να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας. Να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε δια της αυτοκριτικής τη δική μας προσωπική ευθύνη για να επιτευχθεί το περισσότερο, το καλύτερο, το ανώτερο. Με ό,τι διαθέτει καθένας μας, σε δύναμη, ικανότητα, δημιουργικότητα.
Περήφανος και αξιοπρεπής δεν είναι ένας λαός που περιμένει τα πάντα στη ζωή του από την κυβέρνηση του, τον δήμο του, τον βουλευτή του. Η χώρα βγήκε από μια κατοχή, έναν εμφύλιο, μια δικτατορία και ορθοπόδησε, έκανε την παγκόσμια κοινότητα να τον θαυμάσει. Μπήκε στην Ευρώπη. Απέκτησε θέση και ρόλο στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Μετά από κάποια αλήστου μνήμης χρόνια πλήρους μετάλλαξης, άρχισε να μετρά ετήσιες αργίες και να συνδιασκεδάζει στα πολιτικά ‘πάρτι’ ενός τροφαντού και χαλαρού δημόσιου τομέα. Και ήταν τόσο καταλυτική και συντριπτική η μετάλλαξη, που πέντε χρόνια τώρα μέσα σε μια πρωτοφανή κρίση, αναζητούμε ακόμη να βρούμε συμμάχους μας φλύαρους ηγέτες του πανεριού, αντάξιους της δικής μας μετριότητας, που θα μας χτυπήσουν ξανά την πλάτη και θα μας υποσχεθούν καλύτερες μέρες, μέσα από ‘Ζάππεια’ και ‘Θεσσαλονίκες’, εναλλακτικές εκφράσεις του αλησμόνητου «λεφτά υπάρχουν».
Η ερχόμενη Κυριακή είναι η τελευταία μας ευκαιρία για εθνική επανεκκίνηση. Για επιστροφή στα αυτονόητα προτερήματα ενός ευρωπαϊκού λαού: την προκοπή, την υπευθυνότητα, τη δουλειά και την αξιοπρέπεια. Δεν σώζουν τα νομίσματα τις χώρες. Αλλά οι άνθρωποι.
Κώστας Παναγιωτίδης