Ο λησμονημένος αγιορείτης του Ξυγγόπουλου, όπως ο ίδιος ο καθηγητής μας αποκαλύπτει στο άρθρο του, είναι ο ιερομόναχος Διονύσιος ο εκ Φουρνά των Αγράφων και είναι αγιογράφος και συγγραφέας ενός εγχειριδίου αγιογραφίας με τίτλο "Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης". Έζησε στο Όρος και πέθανε στο χωριό του (1670 - 1746), στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής, του οποίου ήταν ιδρυτής. Πριν σας δώσω, όπως υποσχέθηκα, περίληψη του άρθρου του Ξυγγόπουλου, επειδή διάβασα το σύγγραμμα του Διονυσίου, θα αναφερθώ σε τρία σημεία ενδιαφέροντα για όλους τους φίλους της τέχνης.
Το πρώτο είναι η αναφορά του στην αγιογραφία ως τέχνη. Γράφει στην εισαγωγή ότι στόχος της αγιογραφικής τέχνης είναι το " ἱστορε ῖν εὐκόσμως καὶ εὐσχημόνως τὸ νοητὸν τῆς ἐκκλησίας στερέωμα". Για την απεικόνιση των μορφών προτρέπει τους έχοντες το χάρισμα της ζωγραφικής να ανατρέχουν στο πρωτότυπο και να επεξεργάζονται τη θέα του" μεταμορφουμένην διηνεκῶς εἰς τὸ τοῦ νοὸς κάτοπτρον", ώσπου να συλλάβουν με τη φαντασία τους και να αποδώσουν με τον χρωστήρα τους "τὰ αἰώνια κάλλη".
Το δεύτερο είναι ότι περιγράφει τους τύπους όλων των εικόνων. Παραθέτω την περιγραφή της εικόνας της Υπαπαντής. "Ναὸς καὶ κουβούκλι καὶ ὑποκάτω τοῦ κουβουκλίου τράπεζα καὶ ἐπάνω αὐτῆς θυμιατήριον χρυσοῦν καὶ ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Θεοδόχος, βαστάζων τὸν Χριστὸν ὡς βρέφος εἰς τὰς ἀγκάλας του, ὁ οποίος εὐλογεῖ αὐτὸν. καὶ ἡ Παναγία ἀπὸ τὸ άλλο μέρος τῆς τραπέζης απλώνοντας πρὸς αὐτὸν τὰ χέρια. καὶ ὄπισθεν αὐτῆς ὁ Ἰωσήφ βαστάζων εἰς τὸ ροῦχον του δύο περιστερὰς. καὶ πλησίον ἡ προφῆτις Άννα, δείχνουσα τὸν Χριστὸν καὶ βαστάζουσα χαρτί μὲ ταῦτα τὰ γράμματα. Τοῦτο τὸ βρέφος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἐδημιούργησε" (σελ. 90,παρ. 7).
Και το τρίτο, αναφέρεται στους αρχαίους που ζωγραφίζονται στην εκκλησιά και πώς. Αναφέρω τα ονόματά τους. Απολλώνιος, Σόλων ο Αθηναίος, Θουκυδίδης, Πλούταρχος, Πλάτων, Αριστοτέλης, Φίλων ο φιλόλογος, ο μάντης Βαρλαάμ και η Σοφή Σίβυλλα.
Σημειώνω ότι σήμερα, μετά το άρθρο του Ξυγγόπουλου το 1963 και μετά τον εορτασμό των χιλίων ετών από την ίδρυση από τον Άγ. Αθανάσιο τον Αθωνίτη το 963 μ.Χ., της Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο όρος, ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά έπαψε να είναι λησμονημένος. Το έργο και το πόνημά του, γνωστό στο εξωτερικό, έκανε επανωτές εκδόσεις και στο εσωτερικό (Σπανός, Άγρα, Ερμηνεία Άγιον Όρος).
Όσο για την περίληψη του άρθρου του Ξυγγόπουλου, δεν θα αργήσω, θα σας τη δώσω, γιατί τα συμπεράσματά του καθηγητή είναι άκρως ενδιαφέροντα για την πορεία της τέχνης στα χρόνια της τουρκοκρατίας.