(πρώτο μέρος)
Υπάρχει μία κατηγορία μαθητών με «εκσεσημασμένη», με ολοφάνερη την ανάγκη τους να βοηθηθούν από τους μεγάλους (γονείς και σχολείο).
Η περίπτωση του φοβισμένου, του δειλού και συνεσταλμένου παιδιού, του αναποφάσιστου, του απομονωμένου, κάποτε μοναχικού και «άφιλου», του μη δημοφιλούς παιδιού, είναι ένα φαινόμενο όχι και πολύ σπάνιο στη σχολική πραγματικότητα. Η πληθώρα των επιθέτων δε σηματοδοτεί διαφορετικές περιπτώσεις. Πρόκειται για την ίδια κατηγορία που εκδηλώνεται με πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα.
Γεννιέται το ερώτημα: Τα παιδιά αυτά είναι από τη φύση τους, από γεννησιμιού τους τέτοια ή τα διαμόρφωσε κάποια ανθρώπινη επέμβαση; Σαφώς μπορεί και «εκ φύσεως» ένα παιδί να φέρει τα γονίδια μιας τέτοιας καταβολής. Εμείς όμως εξετάζουμε την περίπτωση που το οικογενειακό ή το σχολικό περιβάλλον, ή και τα δύο μαζί ευθύνονται είτε για την επίταση μιας κληρονομημένης κατάστασης είτε για την «εκ του μη όντος» δημιουργία της. Την περίπτωση δηλαδή που συνεργώντας τα δύο περιβάλλοντα με τις επιρροές τους κατάφεραν μια καθόλα ισορροπημένη και υγιή προσωπικότητα να την μετατρέψουν σε «πάσχουσα».
Μπορούν να συμβούν τέτοια πράγματα; Και βέβαια μπορούν εφόσον δεχόμαστε ότι το περιβάλλον με τις επιδράσεις του μπορεί να ασκήσει τεράστια επίδραση πάνω στη διαμόρφωση της ανθρώπινης προσωπικότητας και μάλιστα σε ηλικίες παιδικές που είναι από τη φύση τους πιο εύπλαστες και συνεπώς πιο ευάλωτες σε θετικές ή αρνητικές επιδράσεις.
Ένα πολύ αυστηρό, αυταρχικό οικογενειακό περιβάλλον, στο οποίο πρωτοστατούν συνήθως οι γεννήτορες – κάποτε και ο «πρεσβυγεννής υιός» όταν τον χωρίζουν αρκετά χρόνια διαφοράς από τα επόμενα αδέρφια του, μπορούν με τη συνεχή πίεση και την αυστηρότητά τους να επιδράσουν δυσμενώς πάνω στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του άγουρου ακόμη παιδιού. Χαράσσουν νόρμες συμπεριφοράς στο παιδί και απαιτούν τη συμμόρφωσή του σ’ αυτές με τρόπο που δεν επιδέχεται υποχωρήσεις ή αντιρρήσεις.
Η παρακοή, η άρνηση στην απόλυτη συμμόρφωση προς τις επιθυμίες και τις εντολές των γονέων, συνεπάγεται κυρώσεις, που ξεκινούν από επίπληξη – απλή παρατήρηση – και φτάνουν ως τις σωματικές ποινές, χειροδικίες και ξυλοδαρμούς. Η μακρά διαβίωση του παιδιού μέσα σ’ ένα τέτοιο νοσηρό περιβάλλον είναι φυσικό να δημιουργήσει μια παραμόρφωση της προσωπικότητάς του.: Με το πέρασμα του χρόνου γίνεται δειλό, συνεσταλμένο, άβουλο, χωρίς πρωτοβουλία, έτοιμο να υποταχθεί σε κάθε ισχυρότερό του, κι όταν δεν ευοδώνονται οι προσπάθειές του παραιτείται αμέσως. Συνεχώς κατατρύχεται από ένα αίσθημα κατωτερότητας, γιατί αντιλαμβάνεται ότι υστερεί σε ικανότητα επιβολής και δυνατότητα υλοποίησης των επιθυμιών του. Φοβάται την αποτυχία και τις συνέπειές της.
Και αυτός ο καρπός της «οικογενειακής παιδαγωγικής» έρχεται στο σχολείο. Εδώ τα πράγματα μπορεί να έχουν μία από τις παρακάτω δύο εκβάσεις:
α) Να αντιληφθεί ο εκπαιδευτικός, στα χέρια του οποίου θα πέσει το παιδί, αμέσως την όλη προσωπικότητα του παιδιού και ν’ ακολουθήσει μια «επανορθωτική παιδαγωγική», τέτοια που θα δώσει από την πρώτη στιγμή στο παιδί αγάπη και θάρρος, που θα το βεβαιώσει ότι είναι ικανό να πετύχει ό,τι θέλει, φτάνει να το προσπαθήσει με επιμονή και υπομονή. Ο εκπαιδευτικός θα το προστατέψει από ενδεχόμενα πειράγματα κάποιων ζωηρών συμμαθητών του και θα το εγκαρδιώσει σε περίπτωση που έχει ελαττωμένη απόδοση στα μαθήματα, επαινώντας κάθε του προσπάθεια και μεγεθύνοντας κάθε μικροεπιτυχία του, βεβαιώνοντάς το πάντα ότι μπορεί και έχει δυνατότητες να πετύχει περισσότερα και καλύτερα αποτελέσματα. Με μια τέτοια ενισχυτική παιδαγωγική στήριξη, είναι σίγουρο ότι αυτό, το παιδί θ’ ακολουθήσει σύντομα μια ανοδική πορεία προόδου. Συνήθως τέτοια παιδιά είναι φιλότιμα και δε θέλουν με κανένα τρόπο να διαψεύσουν τις ευνοϊκές γι’ αυτά προσδοκίες του δασκάλου τους. Και βέβαια σ’ αυτήν την προσπάθεια θα συνδράμουν και οι γονείς, οι οποίοι καθοδηγούμενοι από τον εκπαιδευτικό, ενδεχομένως και από το σχολικό ψυχολόγο, θα επιφυλάξουν για το παιδί τους μια σωστή πλέον μεταχείριση. Ας σημειωθεί ότι η μέχρι τώρα ακολουθούμενη από τους γονείς αυταρχική συμπεριφορά προς το παιδί τους δεν οφείλονταν σε έλλειψη αγάπης και στοργής, αλλά σε μια λανθασμένη παιδαγωγική μεταχείριση που τη νόμιζαν σωστή.
Αυτή η μέθοδος της ¨»ενισχυτικής-επανορθωτικής παιδαγωγικής» είναι αποτελεσματική εκατό τοις εκατό. Και μόνο η απλή πληροφορία που δίνεται από τον εκπαιδευτικό στο φοβισμένο, το δειλό, το συνεσταλμένο, το αδύνατο στα μαθήματα παιδί, το άφιλο και παραγκωνισμένο ότι το θεωρεί το ίδιο σημαντικό όσο και οποιοδήποτε άλλο παιδί μέσα στην τάξη, αποτελεί το απαραίτητο πρώτο βήμα. Αυτή η προσπάθεια του εκπαιδευτικού να βοηθήσει τα μη δημοφιλή παιδιά πρέπει ν’ αρχίσει πολύ ενωρίς. Η απόρριψη από τους συνομηλίκους τους στο δημοτικό αποτελεί μία σίγουρη πρόβλεψη για προβλήματα συμπεριφοράς στην εφηβεία και στην ενήλικη ζωή.
(στο επόμενο το 2ο μέρος)