Γράφει ο δρ. καθηγητής Αντώνης Κολτσίδας:
Όπως μεταδίδει ο Guardian το Βραβείο Νομπέλ Φυσικής 2017 απονεμήθηκε την 3η Οκτωβρίου 2017 από την Σουηδική Βασιλική Ακαδημία Επιστημών στους Αμερικανούς καθηγητές Rainer Weiss, Barry C. Barish και Kip S. Thorne για την έρευνα και την ανακάλυψη των βαρυτικών κυμάτων. Στην ομάδα των καθηγητών εντάσσονται και οι πολυετείς έρευνες του Ερωτόκριτου Κατσαβουνίδη με τις ύψιστες σπουδές και τις έρευνές του γύρω από τα βαρυτικά κύματα, όπως αναφέρονται στη συνέχεια:
Ο Ερωτόκριτος Κατσαβουνίδης είναι Διευθυντής Έρευνας στο Massachusetts Institute of Technology (MIT) και το εκεί Ινστιτούτο Αστροφυσικής και Διαστημικής Έρευνας. Γεννήθηκε στη Βέροια, έλαβε το πτυχίο Φυσικής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης το 1988 και το διδακτορικό του στη Φυσική στο California Institute of Technology (Caltech), το 1995. Μετά από μια μεταδιδακτορική υποτροφία στο Instituto nazionale di Fisica Nucleare στην Ιταλία επέστρεψε στo Caltech ως επιστήμονας-ερευνητής και μετά συνέχισε ως καθηγητής στο τμήμα Φυσικής στο MIT από το 2001. Έχει διατελέσει καθηγητής και έχει διδάξει στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και στο μεταπτυχιακό τμήμα του Gran Sasso Science Institute (GSSI) της Ιταλίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα και η εργασία του είναι κυρίως στην αστροφυσική βαρυτικών κυμάτων, στην αστρονομία νετρονίων, στην υπολογιστική φυσική / υπολογιστική υψηλών επιδόσεων καθώς και στη Φυσική Υψηλών Ενεργειών. Υπήρξε μέλος της συνεργασίας Laser Interferometer Gravitational-wave Observatory (LIGO) από το 2000 και ηγείται της ομάδας ανάλυσης δεδομένων του LIGO στο MIT. Ο Ερωτόκριτος Κατσαβουνίδης, με την ομάδα των επιστημόνων-συναδέλφων του και με τις διαρκείς και επίμονες έρευνες και τις εργασίες του, συνέβαλε στην παγκόσμια ιστορική ανακάλυψη των βαρυτικών κυμάτων
Η Βέροια, ως γενέτειρα του ερευνητή των βαρυτικών κυμάτων Ερωτόκριτου Κατσαβουνίδη, αισθάνεται ιδιαίτερη και αποκλειστική περηφάνια, και ο εκδότης του περιοδικού «Βέροια – Ερατεινή Ημαθία» δρ - δρ καθηγητής Αντώνης Κολτσίδας που τον παρουσίασε με ειδικό αφιέρωμα και με την εμπερίστατη επιστημονική εργασία «Η αστρονομία βαρυτικών κυματων: ένα ακόμη δώρο του Εinstein στην ανθρωπότητα», την οποία συνέγραψε ειδικά για το πρώτο τεύχος του περιοδικού το οποίο κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2017 και στο οποί σημείωνε: «Ο εκδότης του περιοδικού αισθάνεται ιδιαίτερη συγκίνηση και ικανοποίηση για τον μαθητή του (ως καθηγητής του στο 1ο Λύκειο της Βέροιας), του εύχεται να ανέλθει μαζί με τα επίλεκτα μέλη των ερευνητικών προγραμμάτων στα ανώτατα ερευνητικά πεδία και επίπεδα με τις αντίστοιχες ανώτατες διεθνείς αναγνωρίσεις και βραβεύσεις – τέτοιες που οριοθετούν τις μεγαλύτερες ανά τους αιώνες ανακαλύψεις και προσφορές προς την ανθρωπότητα». Και από εκείνες, λοιπόν, τις ευχές σήμερα βρισκόμαστε στο πανηγυρικό γεγονός της Μεγάλης Βράβευσης με το ανώτατο επιστημονικό Βραβείο Νομπέλ Φυσικής 2017 και τις πηγαίες και ολόψυχες ευχές του εκδότη και των συνεργατών του περιοδικού μας για τη συνέχιση αντίστοιχων ερευνών, ανακαλύψεων και βραβεύσεων.
Για μια σύντομη και γενική προσέγγιση του θέματος της σπουδαίας επιστημονικής έρευνας και ανακάλυψης των βαρυτικών κυμάτων, παρουσιάζουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την εν λόγω παρουσίαση της εργασίας του δρ. καθηγητή Ερωτόκριτου Κατσαβουνίδη στο ως άνω περιοδικό:
«Η αστρονομία βαρυτικών κυμάτων: Δύο είναι τα χαρακτηριστικά των βαρυτικών κυμάτων που θα καθορίσουν το ρόλο τους στην αστρονομία του 21ου αιώνα: πρώτα απ’ όλα είναι το γεγονός ότι απαιτούν τεράστιες μάζες που επιταχύνονται σε μεγάλες ταχύτητες, κοντά στην ταχύτητα του φωτός, προκειμένου να είναι ισχυρά σε βαθμό που να μπορούν να ανιχνευτούν. Το δεύτερο έχει να κάνει με το γεγονός πως τα βαρυτικά κύματα αλληλοεπιδρούν με την ύλη με εξαιρετικά ασθενή τρόπο. Αυτό σημαίνει πως είναι οι ιδανικότεροι αγγελιοφόροι για τη μελέτη της ισχυρής βαρύτητας, ικανοί να δραπετεύσουν και να δώσουν άμεσες πληροφορίες από μέρη του Σύμπαντος που είναι αδύνατο να τα παρατηρήσει κανείς με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, ή ακόμη και με νετρίνο. Βέβαια, η ασθενής αλληλοεπίδραση με την ύλη είναι αυτό που κάνει εξαιρετικά δύσκολη την ανίχνευσή τους, αλλά και αυτό που τα επιτρέπει να ταξιδεύουν ανά το Σύμπαν χωρίς καμία απορρόφηση. Δεδομένου του πώς δημιουργούνται, οι πληροφορίες που θα μας φέρουν θα είναι συμπληρωματικές αυτών που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα κυριαρχικά μέσω των παρατηρήσεων στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα. Αν σκεφτούμε ότι τα βαρυτικά κύματα δημιουργούνται από τις συμφασικές κινήσεις τεραστίων μαζών, οι πληροφορίες που κουβαλάνε αντικατοπτρίζουν την ολική δυναμική των πηγών τους (και όχι τις «λεπτομέρειες»). Ως αποτέλεσμα, τα μήκη κύματος των βαρυτικών κυμάτων είναι πάντοτε μεγαλύτερα των τυπικών διαστάσεων των πηγών τους (αν σκεφτούμε το GW150914, για παράδειγμα, οι μελανές οπές ήταν της τάξης των εκατό χιλιομέτρων, και το βαρυτικό μήκος κύματος της τάξης των χιλιάδων χιλιομέτρων). Για το λόγο αυτό, ένας ανιχνευτής βαρυτικών κυμάτων δεν μπορεί ποτέ να μας δώσει μία «εικόνα» της πηγής του. Για κάτι τέτοιο χρειάζεται κανείς την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που προέρχεται από ένα μεγάλο αριθμό εκπομπών εντός της πηγής, όλων με μήκη κύματος πολύ μικροτέρων των διαστάσεων της πηγής. Οι ανιχνευτές βαρυτικών κυμάτων είναι για τα τηλεσκόπια (ηλεκτρομαγνητικά κύματα) ό,τι είναι τα αυτιά για τα μάτια στον κάθε ζωντανό οργανισμό. Η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι αυτή που κουβαλάει τις «λεπτομέρειες» και σχηματίζει τις «εικόνες» ενώ η βαρυτική ακτινοβολία αποτυπώνει την ολική δυναμική και σχηματίζει τον «ήχο». Με την ανακάλυψη των βαρυτικών κυμάτων προσθέτουμε τα καλύτερα «αυτιά» στα καλύτερα «μάτια» σ’ αυτό το κυνήγι της Γνώσης. Είναι το ξεκίνημα μιας νέας αστρονομίας, αυτής των βαρυτικών κυμάτων, που έρχεται να μας δώσει μια ριζικά διαφορετική εικόνα του Σύμπαντος, συμπληρώνοντας αυτή που έχουμε μέχρι σήμερα. Επιπλέον, και – ίσως πιο σημαντικά – η νέα αυτή αστρονομία βαρυτικών κυμάτων έρχεται να δουλέψει χέρι με χέρι με την παραδοσιακή αστρονομία προκειμένου να δώσει απαντήσεις στα ανοικτά ερωτηματικά για το Σύμπαν και να χαρτογραφήσει terra incognita.
Επίλογος: Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις (Από την «Ιθάκη» του Κ. Π. Καβάφη).
Εκατό χρόνια μετά την πρόβλεψή των και μετά από πενήντα χρόνια ενός ασταμάτητου αγώνα, η ανίχνευση των βαρυτικών κυμάτων υπήρξε μία από τις πιο δύσκολες μετρήσεις που έχει πραγματοποιηθεί ποτέ. Αλλά όπως προσφώνησε ο διευθυντής του LIGO, David Reitze, την ημέρα της πρώτης δημόσιας ανακοίνωσης (11 Φεβρουαρίου 2016), «το καταφέραμε!». Οι πρώτες ανακαλύψεις GW150914, GW151226 έχουν επιβεβαιώσει ότι η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Einstein είναι η σωστή περιγραφή της βαρύτητας, ακόμη και στις συνθήκες ισχυρότατων πεδίων (δισεκατομμύριο φορές ισχυρότερων αυτών που αισθανόμαστε στη Γη) και ταχυτήτων πολύ κοντά σ’ αυτήν του φωτός. Έχουν αποδείξει άμεσα την ύπαρξη μελανών οπών με μάζες πολλαπλές αυτής του Ήλιου μας, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης διπλών συστημάτων, όπως επίσης και της εξέλιξής τους προς τη σύγκρουση. Τα βαρυτικά κύματα θα προσφέρουν έναν εντελώς νέο τρόπο παρατήρησης και γνώσης του Σύμπαντος – θα φέρουν μια επανάσταση στην Αστρονομία και την Αστροφυσική. Μείνετε συντονισμένοι για περισσότερες εκπλήξεις στους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια – μια εντελώς καινούργια σελίδα στη φυσική και την αστρονομία έχει μόλις γυρίσει».