της Αντιγόνης Βαφείδου
Πλησιάζει ταχύτατα η στιγμή του πρώτου ρεαλιστικού απολογισμού για τη Ζώνη του Ευρώ. Από την «Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα» των Robert Schumann και Jean Monnet, φωτισμένων προσωπικοτήτων με γνήσιο όραμα ευρωπαϊκής ενοποίησης, σήμερα η ευρωπαϊκή οικογένεια πορεύεται υπό το πρόσταγμα «Μερκοζί-Ολάν κλπ». Έχουν επικαιροποιηθεί λοιπόν ακόμη και όροι του Προτεσταντισμού που τείνουν να αποτυπωθούν, έστω και περιγραφικά, στις τροποποιημένες καταστατικές Συνθήκες. Ο διαχωρισμός ωστόσο, σε «ενάρετους και αμαρτωλούς», κατά τη δεδομένη κρίσιμη ιστορική συγκυρία δεν εξυπηρετεί τίποτε άλλο παρά να αποδυναμώνει ολοένα και περισσότερο την διαπραγματευτική ικανότητα των χωρών που ήδη βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα, ήτοι στη δεινή αλλά και αξιοζήλευτη θέση του ευρωπαϊκού Νότου …
Το πλέον κρίσιμο γεγονός είναι, ότι όλες οι εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες η Ευρώπη τα τελευταία δύο χρόνια αγόραζε χρόνο, κινούμενη σταδιακά αλλά απελπιστικά αργά προς την κατεύθυνση της περισσότερης ενοποίησης, έχουν φτάσει στα ακραία όριά τους. Οι μηχανισμοί που φτιάχτηκαν για να διαχειριστούν την κρίση χρέους της περιφέρειας (EFSF) είναι ανεπαρκείς για την Ιταλία και την Ισπανία. Οι αριθμοί αντί να κουμπώσουν ξερνούν. Οι αγορές το βλέπουν και πανικόβλητες αντιδρούν ξεπουλώντας μαζικά ομόλογα όλων των κρατών αυξημένου κινδύνου, συμπεριλαμβάνοντας έως και τη Γαλλία, επηρεάζοντας ακόμα και τις «ενάρετες» Αυστρία και Ολλανδία.
Η Ευρώπη έχει πια ελάχιστα χρονικά περιθώρια για να αντιδράσει με κάτι μεγάλο, αφήνοντας τις πιρουέτες και κάνοντας το πραγματικό άλμα.
‘Ηδη η γεωπολιτική σκακιέρα βρίθει εξελίξεων και συσχετισμών: υπό την απειλή της σύναψης των ενεργειακών συμβολαίων Ρωσίας-Ευρώπης, οι Αμερικανοί «διατράνωσαν» και πάλι το ρόλο τους ως ύπατοι ρυθμιστές-αρμοστές του ευρασιατικού γίγνεσθαι, επεμβαίνοντας με αυθάδεια και αέρα τροπαιοφόρου στα τεκταινόμενα της Κριμαίας.
Πρόσφατα η πολύνεκρη επίθεση στο Παρίσι με στόχο την ελευθερία του τύπου σπίλωσε με αίμα αξίες και ιδεώδη που έχουν ως θεματοφύλακα αυτό καθαυτό το δικαιοπρακτικό θεμέλιο των καταστατικών ευρωπαϊκών συνθηκών: η Ευρώπη είναι αναντίρρητα πλέον μια γηραιά καταβεβλημένη αριστοκράτισσα που αποπροσανατολίζεται από τον άμεσο κίνδυνο του «καθολικού της καρκίνου» και επιμερίζει την προσοχή της σε μέλη και όργανα του σώματός της που (εσκεμμένα από οίκους αξιολόγησης) κατηγοριοποιήθηκαν ως ζωτικής και μη ζωτικής σημασίας.
Ποιο είναι το άλμα; Αυτό που μια χορωδία διεθνών ηγετών και οικονομολόγων υποδεικνύει, και στο οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η Γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα και τα γεράκια της γερμανικής νομισματικής ορθοδοξίας επιμένουν να ανθίστανται. Δηλαδή, γενναίες ενέσεις ρευστότητας από την ΕΚΤ, για να βγει η Ευρωζώνη από τον φαύλο κύκλο της κρίσης χρέους - ύφεσης. Να κάνει η ΕΚΤ ό,τι και οι κεντρικές τράπεζες Βρετανίας και ΗΠΑ, που τυπώνουν χρήμα «όσο χρειάζεται», λειτουργώντας ως δανειστές τελευταίας προσφυγής για τις κυβερνήσεις τους, συμπιέζοντας το κόστος κρατικής χρηματοδότησης. Αυτή την κρίσιμη απόφαση πρέπει να πάρει η ΕΚΤ, ο μόνος θεσμός που έχει τα πυρομαχικά για κάτι τέτοιο: να απορροφήσει μαζικά (άμεσα ή μέσω EFSF) το χρέος αξιόχρεων κρατών της ευρω-περιφέρειας που αντιμετωπίζουν κρίση ρευστότητας, ώστε να μειωθεί δραστικά το κρατικό κόστος δανεισμού. Να σώσει την Ευρωζώνη.
Εδώ όμως είναι το ζήτημα. Μια τέτοια θεμελιώδης ανατροπή καταστατικής λειτουργίας από την ΕΚΤ θα προϋπέθετε μια νέα «μεγάλη συμφωνία», ένα grand bargain, με δύο σκέλη: οι χώρες της ευρω-περιφέρειας και η Γαλλία να δεχτούν αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και κοινοτικό έλεγχο στους προϋπολογισμούς τους, και η Γερμανία να επιτρέψει την (άμεση ή έμμεση) ροή πόρων προς την περιφέρεια, δηλαδή τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ και το ευρωομόλογο. Η Γερμανία θα δεχόταν να μοιραστεί με τους εταίρους τα πλεονεκτήματα του χαμηλού κόστους δανεισμού και της υψηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης, μόνο εάν λάμβανε εγγυήσεις «ενάρετης» δημοσιονομικής συμπεριφοράς. Τότε μόνο και η ΕΚΤ θα δεχόταν να μεταβάλει το καταστατικό της δόγμα, προχωρώντας από την πρόταξη καταπολέμησης του πληθωρισμού στην αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και της ανεξέλεγκτης ύφεσης.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για μας; Σημαίνουν ότι πλησιάζει η ώρα που η Ελλάδα θα γίνει μέρος ενός από τα τρία βασικά διαφαινόμενα σενάρια:
Σενάριο 1, «στενότερη ενοποίηση της Ευρωζώνης»: Η Ευρωζώνη αντιδρά στο σοκ και κάνει ό,τι χρειάζεται, προχωρώντας στη «μεγάλη συμφωνία» που αναφέρθηκε παραπάνω. (Μικρότερη πιθανότητα: η έως τώρα πολιτική των μικρών βημάτων αποδίδει.)
Σενάριο 2, «καταστροφική διάλυση της Ευρωζώνης»: η μεγάλη διαπραγμάτευση αποτυγχάνει,.
Η Ευρωζώνη διαλύεται στα εξ ων συνετέθη ή σε επιμέρους ομάδες.
Η Ελλάδα συμπαρασύρεται...
Σενάριο 3, «ελληνική καταστροφή»: Η Ευρωζώνη προχωρεί στη στενότερη ενοποίηση, κάνει ό,τι πρέπει να κάνει, όμως στο όνομα μιας συνεκτικότερης Ευρώπης και της τήρησης των κανόνων, η Ευρώπη, αφού έδωσε αλλεπάλληλες ευκαιρίες στην Ελλάδα, εγκαταλείπει την προσπάθεια. Ως αδύνατος κρίκος, ως αθεράπευτη περίπτωση, ως μια χώρα που δεν θέλει ή δεν μπορεί να συμμετάσχει στους νέους θεσμούς στενότερης οικονομικής ενοποίησης, η Ελλάδα εξωθείται σε μονομερή έξοδο από το ευρώ.
Το πρώτο σενάριο είναι ασφαλώς το πιθανότερο. Ομως, το τρίτο σενάριο είναι πιθανότερο από το δεύτερο. Είμαστε πολύ μικρή οικονομία για να επηρεάσουμε το σύνολο της Ευρωζώνης. Βέβαια, η κυβερνήση αρέσκεται στη διαδοχική αναβολή αποφάσεων που θα δυσαρεστήσουν τους οπαδούς της προσπαθώντας να παρουσιασει την αναδίπλωση της“λαοφιλούς” της θέσης, (ή άλλως «κωλοτούμπα»), ως το «μη αναπόφευκτο λόγω εξωγενών παραγόντων».
Είναι προφανές ότι μόνο το πρώτο σενάριο είναι ευοίωνο για την Ελλάδα. Είναι αναγκαία αλλά όχι και επαρκής συνθήκη. Δεν εγγυάται ότι θα βγούμε από την ύφεση και την ανεργία, ότι θα αποκαταστήσουμε ανταγωνιστικότητα. Δεν εγγυάται ότι η Ευρώπη θα κάνει και το επόμενο βήμα, όπως μια πολιτική γενναίας αναπτυξιακής ενίσχυσης του Νότου, όσο εμείς μειώνουμε τα ελλείμματα και κάνουμε μεταρρυθμίσεις. Μας επιτρέπει όμως να προσδοκούμε μια μεταγενέστερη αλλαγή πολιτικών συσχετισμών, για μια νέα διαπραγμάτευση που θα ενισχύσει την αναπτυξιακή και εισοδηματική σύγκλιση της περιφέρειας του ευρώ.
Μια εγγυημένη θετική προοπτική για την Ελλάδα περνάει από βαθύτερη ενοποίηση της Ευρωζώνης και όσο το δυνατόν κοινή οικονομική διακυβέρνηση. Με άλλα λόγια πέρα από τη διεύρυνση χρειάζεται πλέον περισσότερη εμβάθυνση. Όσο μεγαλύτερη η δημοσιονομική απόκλιση, τόσο μεγαλύτερη η απώλεια εθνικού ελέγχου. Η Ευρώπη είναι ένωση συγκυριαρχίας. Δεν υπάρχει επίλυση της ευρώ-κρίσης χωρίς περισσότερη Ευρώπη. Οι καθημερινές λαϊκιστικές επιθέσεις στους «κουστουμάτους» του ΔΝΤ, τους «γκαουλάιτερ» της τρόικα, οι χυδαίες αναλογίες με τη ναζιστική Γερμανία, η αντιμετώπιση της Ευρώπης, του κοινού μας σπιτιού, με όρους αποικιοκρατίας και Κατοχής, φτιάχνουν ένα βαρύ κλίμα στην κοινωνία, που κινδυνεύει να αποδειχθεί αναντίστρεπτο. Βεβαίως για όλα τα παιδιά μια οικογένειας ισχύει το “ουδείς αναμάρτητος”....Υπάρχει όμως εδώ ένα «αλλά»...Προβαίνοντας σε στάθμιση κόστους ωφέλους υπό το πρίσμα μιας στοιχειώδους συλλογιστικής δομής, η αναφορά στις παλιές αμαρτίες όλων πρέπει να μείνει πίσω... Σε διαφορετική περίπτωση το σενάριο είναι το εξής:
Nα αποκελισθεί η Ελλάδα από τη συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια…. Και εν τέλει να μας ξεβράσει η ιστόρία, απόβλητους και μοιραίους, κατά τους στίχους του “ανεμολόγιου”…
Αντιγόνη Κ. Βαφείδου
Δικηγόρος Αθηνών
University College London - L.L.M.
Athens University of Economics and Business - M.Sc.
London School of Economics and Political Sciences-H.R.M
Α.Π.Θ.