Ένας από τους βασικότερους θεσμούς μιας κοινωνίας είναι η εκπαίδευση. Θα ασχοληθούμε με αυτό το θέμα σε επόμενη μικρο-παρέμβαση. Σήμερα όμως θα ήθελα να αναφερθώ σε αυτή, με αναφορά και ταυτόχρονα απόδοση φόρου τιμής σε μια πρόσφατα απολεσθείσα προσωπικότητα της Βέροιας: Τον Γεώργιο Τσαλέρα.
Αποτελεί, αυτή η αναφορά, μικρή συμβολή στην περιγραφή του όλου προσώπου ενός ανθρώπου, όπως η κοινότητα την έχει στην μνήμη της. Σίγουρα, αφού η κοινότητα συγκροτείται από επιμέρους φυσικές οντότητες, η συλλογική αντίληψη και μνήμη συντίθεται από τα επιμέρους σπαράγματα μνήμης αυτών των οντοτήτων. Έτσι το σύνολο των κομματιών του puzzle-μνήμης, συνθέτει το γενική εικόνα, καθώς η πρόσληψη και προσπάθεια σύνθεσης των κομματιών της εικόνας είναι σίγουρο πως θα βοηθήσει τον συνθέτη του μέλλοντος χρόνου, να προσεγγίσει την όλη εικόνα του Προσώπου.
Αυτό επιδιώκει να υπηρετήσει και αυτή η μικρο-παρέμβαση. Να αναδείξει μια σημαντική ικανότητα του Γεώργιου Τσαλέρα που ήταν συνδεδεμένη με την εκπαιδευτική διαδικασία που με τόση αφοσίωση υπηρέτησε: Την ικανότητα να εμπνέεις και να καθοδηγείς ένα νέο θεραπευτή της εκπαίδευσης των νέων. Όπως, βέβαια, την προσέλαβε η μικρότητά μου κατά την επαφή μαζί του.
Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1970, τότε που ολοκλήρωνα την υπηρεσία μου στο στρατό, όταν υπήρξα αποδέκτης της πρότασης του Γεώργιου Τσαλέρα να συζητήσω μαζί του την πιθανότητα μιας συνεργασίας. Υπήρξαν δυο κύριοι λόγοι που με προβλημάτισαν:
Ο πρώτος είχε σχέση με την πολιτική μου πορεία. Τότε η κοινωνική μου παρεμβατικότητα ήταν συνδεδεμένη με την επαναστατική πρόταση κοινωνικής αλλαγής που το ΠαΣοΚ διατύπωνε και προωθούσε στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Η υπηρέτηση αυτής της πρότασης στο πρώτο, μετά τη δικτατορία, διοικητικό συμβούλιο της σχολής μου στο πανεπιστήμιο και στον τοπικό σύλλογο φοιτητών, αλλά και η αποστολή για την στρατιωτική θητεία μου, ως απλός στρατιώτης στο στρατόπεδο στο Παρθένι της Λέρου, ήταν γνωστά. Ήταν λογικό, λοιπόν, ένας, με τέτοια χαρακτηριστικά, αποδέκτης μιας πρότασης συνάντησης για συνεργασία, με κάποιον που παρουσιαζόταν θιασώτης της αντιπάλου πολιτικής πρότασης, να τη θεωρήσει περίεργη.
Ο δεύτερος είχε να κάνει με το σχολείο που διεύθυνε εκείνη την περίοδο ο Γεώργιος Τσαλέρας. Δεν ήταν μόνο το επιστημονικό κύρος του ιδίου και της συζύγου του που φώτιζε την εκπαιδευτική πρόταση που υπηρετούσε. Δεν ήταν η ποιότητα του έργου που φαινόταν ότι γινόταν σε αυτή τη διαδικασία κοινωνικοποίησης των μαθητών του. Ήταν, κυρίως, το ότι σε αυτή τη εκπαιδευτική μονάδα εργάζονταν προσωπικότητες της εκπαίδευσης που άξιζε τον κόπο να τους θαυμάζει κάποιος και να προσπαθήσει να τους μοιάσει. Φτασμένοι Δάσκαλοι, με γνώση, με συνείδηση του έργου τους και με καινοτόμες λογικές διαχείρισης του δρόμου για την γνωστική αναβάθμιση των νεαρών μαθητών τους. Ήταν λογικό, λοιπόν, ο αποδέκτης μιας πρότασης συν-εργασίας σε ένα τέτοιο πλαίσιο να αισθάνεται περιέργεια, κυρίως επειδή ήταν ακόμη σχετικά άπειρος για να ενταχθεί σε αυτό.
«Δεν χρειάζεται να προβληματίζεσαι», μου είπε ανάμεσα σε πολλά άλλα που συζητήσαμε, όταν συναντηθήκαμε. «Θεωρώ πως θα μας βοηθήσεις να συνεχίσουμε να μορφώνουμε τους μαθητές μας με πρωτοπόρες λογικές και με οδηγό τα πορίσματα της επιστήμης, για να αποδώσουμε στην κοινωνία τα δομικά στοιχεία που θα την βοηθήσουν να γίνει καλύτερη. Άλλωστε θα είμαι συνεχώς δίπλα σου».
Θεώρησα πως δεν θα μπορούσα να αρνηθώ την τιμητική πρόταση που μου έκανε. Η λογική της υπέρβασης των παγιωμένων στερεότυπων στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, ήταν το πρώτο μάθημα που πήρα από τον Γεώργιο Τσαλέρα. Υποκλίθηκα στην ικανότητά του να μη φοβάται να συνεργαστεί με νέους ανθρώπους και να τους εμπιστευθεί μια τόσο σοβαρή αποστολή, όπως αυτή της καθοδήγησης των μαθητών. Και αυτό ήταν μόνο η αρχή.
Ήδη μου είχε δώσει το πρώτο μάθημα και φυσικά δεν μπορούσα να το αφήσω χωρίς να το αξιοποιήσω: Έπρεπε να βρίσκομαι σε επαφή με τα πορίσματα που παρήγαγαν οι έρευνες, στην περιοχή της εκπαίδευσης, γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στη διδακτική του επιμέρους μαθήματος που υπηρετούσα, την Φυσική. Αυτό βέβαια, εν μέρει το έκανα και πριν, αλλά ήταν από τότε που το έκανα ενσυνείδητα και με στόχο να εφαρμόζω τη νέα-δική μου-γνώση στην πράξη. Πράγμα που σημαίνει αντίληψη, ενσωμάτωση, μεταπλαισίωση και σήμερα θα μπορούσα να προσθέσω-τιμώντας τον Δάσκαλο Γεώργιο Τσαλέρα-και κοινωνική επανατροφοδότηση.
Η καθοδήγησή του ήταν διαρκής και ανυπόκριτη. Μου έδειχνε τα δύσκολα μονοπάτια της αλληλεπίδρασης με τους μαθητές μας, με πατρικό-θα έλεγα-τρόπο προσδιόριζε τα λάθη μου και πρότεινε διαδρομές διόρθωσής τους, χωρίς προσβολή της προσωπικότητάς μου. Πρότεινε και υποστήριξε την παραπέρα επιμόρφωσή μου σε εκπαιδευτικά θέματα και ενίσχυσε τη διάθεσή μου για εμβάθυνση σε αυτά. Όταν ήλθε η στιγμή να διακόψουμε τη συνεργασία μας επειδή ήλθε ο διορισμός μου στο δημόσιο σχολείο, θεωρώ πως ήμουν σχεδόν έτοιμος να ξεκινήσω μια νέα πορεία από ένα σημαντικά υψηλότερο επίπεδο.
Ήταν ο Γεώργιος Τσαλέρας, που συνέβαλε σε αυτή την αλλαγή μου, με την εμπιστοσύνη που μου έδειξε παρά το νεαρό της ηλικίας μου, με το ότι δεν έλαβε υπόψη στην κρίση του την πολιτική μου (αντίπαλη) θέση, με την συνεχή καθοδήγησή του στα αρχικά στάδια της επιστημονικής και προσωπικής μου πορείας ολοκλήρωσης. Με αυτή τη συλλογιστική θεωρώ σημαντική την προσφορά του και στο δημόσιο σχολείο, καθώς συνέβαλε στο να αρχίσω την θεραπεία της δημόσιας εκπαίδευσης αρκετά, σε σχέση με την αρχική μου κατάσταση, ενημερωμένος.
Στόχος αυτής της μικρο-παρέμβασης ήταν να δώσω μια πτυχή της προσωπικότητας του Γεώργιου Τσαλέρα, ως Δάσκαλο-οδηγό, έτσι όπως εγώ την προσέλαβα. Άλλοι θα πούνε άλλα, όπως εκείνοι τα γνωρίζουν καλύτερα. Όσον αφορά εμένα θα τον θυμάμαι πάντα με σεβασμό.